Δευτέρα 21 Μαρτίου 2016









Alan Dugan

Πέντε ποιήματα γνωριμίας
μτφρ.: Σοφία Γιοβάνογλου




Ο Αμερικανός ποιητής γεννήθηκε στο Μπρούκλιν και μεγάλωσε στο Κουΐνς της Νέας Υόρκης (1923-2003). Εκανε διάφορες δουλειές και δίδαξε σε αρκετά κολέγια, στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο και στο Fine Arts Work Center της Μασαχουσέτης. Βραβεύθηκε ήδη από την έκδοση της πρώτης του συλλογής, Ποιήματα (1961), ενώ οι αναγνωρισμένες αρετές της γραφής του συνέχισε να γίνεται διακριτή και στη συνέχεια. Ο λόγος του σκληρός, κοφτός και ειρωνικός, θυμίζει, όπως έχει ειπωθεί, «την ομιλία του μπάρμαν της γειτονιάς». Τα θέματά του αφορούν την καθημερινότητα, τη δουλειά, τα λεφτά, τη γέννηση, τον θάνατο, το σεξ, το ποτό. Είναι διαφορετικός, και είναι δύσκολο να συγκριθεί με οποιονδήποτε άλλον ποιητή. Ισως αυτό να οφείλεται στην αισθητική του άρνηση στο ν' αφομοιώνεται, ενώ ταυτόχρονα έγραφε χωρίς να τον ενδιαφέρει η δημόσια αναγνώριση. Πέραν όλων των άλλων βραβείων, το 2001 τού απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη Συλλογή του Ποιήματα Επτά: Νέα Και Ολοκληρωμένη Ποίηση.
Ως προς την επιλογή των συγκεκριμένων ποιημάτων, πέφτοντας πάνω του, τυχαία, σε μια περιδιάβασή μου στο Διαδίκτυο, αυτό που με είλκυσε αρχικά ήταν η αναφορά του στην Ανν Σέξτον, ως πρώην ερωμένη του, και ο ευφυής τρόπος με τον οποίο στο ποίημα αυτό περιέγραφε πώς η μία και μοναδική συνάντησή τους τους καθιστούσε πρώην εραστές. (Την Ανν, ούτως ή άλλως, την αγαπούσα από χρόνια). Το ενδιαφέρον μου, όμως, για την περαιτέρω ανάγνωση, αλλά και για την απόδοση, της ποίησής του στα ελληνικά το κράτησε και το περιέθαλψε, στη συνέχεια, η διαφορετικότητά του, όπως αυτή προδιδόταν μέσα από τον στεγνό, σχεδόν απότομο, αφηγηματικό τόνο. Είναι κάτι που δεν συναντάται εύκολα στην ποίηση.





Μεθυσμένες αναμνήσεις από την Ανν Σέξτον
Την πρώην ερωμένη μου, Ανν Σέξτον,
την είχα δει πρώτη φορά και τελευταία
σε μια ποιητική ανάγνωση διαμαρτυρίας για
κάποιον αντισυνταγματικό πόλεμο στην Ασία
την ώρα που ένας αλήτης ακαδημαϊκός,
για να τσεκάρει τη φήμη της ως πότισσας,
της γέμισε ένα ποτήρι μπίρας με κρασί
μετά τις αναγνώσεις μας. Εκείνη το
κατέβασε μεμιάς κοιτάζοντάς
με καταπρόσωπο κι έπειτα είπε
«Καθόλου δε με νοιάζει το τι σκέφτεσαι,
να ξέρεις», σαν να 'μουν
πρώην κάτι της, σύζυγος, εραστής της,
τι; Και κει που ήμουν έτοιμος
να πω ότι την αγαπούσα, ότι ήμουνα, τι άραγε,
με διακόπτει ο ωραίος μου εχθρός,
ο Γκόλγουέι Κίννελ, λέγοντάς της
«Ετσι όπως μου τα 'πανε, τα μάτια σου,
έχεις ένα γαλάζιο, ένα πράσινο»
νάτοι λοιπόν οι δυο
ωραίοι ποιητές, εκεί, να αλληλοκαρφώνονται
ο ένας στα ωραία μάτια τ' αλλουνού
κι εγώ να καταπίνω κατακάθια του κρασιού της.



Ατιτλο ποίημα - Ι
Κάποτε, μια φοιτήτριά μου διάβασε ένα από τα βιβλία μας.
Εκανε εργασία ιστορίας πάνω στην
παρακμή και πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
κι έκλαιγε. Οταν τη ρώτησα γιατί
είπε Γιατί. Ολοι εκείνοι οι άνθρωποι πεθάναν.
Είπα ότι αν άρχιζε τα κλάματα για τους νεκρούς
Δεν θα της έμενε αρκετός καιρός για τίποτ' άλλο.
Ασε που τελικά οι άνθρωποι στις πόλεις σκοτωθήκαν
ή πεθάναν, γιατί οι κουλτούρες τους ανέβηκαν πολύ ψηλά,
κι οι βάρβαροι κρατήσαν μερικούς χωριάτες ζωντανούς
ως διατροφική αξία. Κάποιος από τους βαρβάρους βίασε
μια τυχάρπαστη χωριάτισσα που έφερε στον κόσμο
ένα παιδί που εν τέλει έφερε στον κόσμο εσένα
και εμένα, κι έτσι υπάρχει αυτή η οικογενειακή συνέχεια,
γι' αυτό μην κλαις, είν' ολοφάνερο, για κοίτα γύρω!
Αυτός είναι κι ο λόγος που οι Αμερικανοί
είναι ένα έθνος από χωριάτες και βαρβάρους.





Ποίημα
Μετά την πρώτη σου ποιητική ανάγνωση
χαιρετηθήκαμε δια χειραψίας
κι εμένα μου σηκώθηκε. Σ' ευχαριστώ.
Ξέραμε πως τα γερασμένα δέντρα
τίποτα δεν μπορούν να νιώσουν
όταν πετάγονται οι πράσινες κορφές τους
μέσ' από τον σκληρό φλοιό την άνοιξη,
έτσι όμως το 'νιωσα εγώ,
αυτή είναι ανάμεσα στους ποιητές
η Αντικειμενική μας Συστοιχία, ο έρωτας:
πόνος ολωσδιόλου ξαφνικός
για κάτι νέο που πετάγεται
μαζί με κάτι τι παλιό ως προς αυτό
όπως τα νέα σου επαναστατικά ποιήματα
εκείνα τα ηχητικά αντικείμενα του έρωτα
που ξεπετάγονταν ανάμεσ' από τα νεύρα
ενώ γινόσουν μούσκεμα επάνω στη σκηνή,
μπαίνοντας στον επώδυνο αέρα ακάποτα
προς γνώσιν του καθένα.





Πάνω στην αναζήτηση προτύπων
Τα δέντρα μες στον χρόνο
μπορούν να κάνουν κάτι άλλο
πέρ' από το να δεντρώνονται. Τι είν' αυτό.
Πεθαίνω από την πείνα,
ως άνθρωπος εγώ, και μες στη δίψα, μες στη δίψα
δίπλα στις πηγές τους αδυνατώ να πιω
τη λάσπη τους και το ηλιόφως για να ολοκληρωθώ.
Αδυνατώ να καταλάβω αυτές τις παρουσίες
που ξεδιψάν για μήνες
μέσα στη βρομιά, τρώνε το φως,
κι ύστερα γρήγορα στεγνώνουνε στο κρύο.
Το αντιπαρέρχονται αυτό με κάποιον τρόπο
και με ποιον, οι βοτανολόγοι θα μου πουν.
Αυτό το «κάτι άλλο» είναι που εμένα μ'
ενοχλεί, γι' αυτό συχνά πισωγυρνώ στα δάση.






Ελεγεία
Ξέρω μα δεν θα σου το
πω, θεία Αϊρίν, γιατί υπάρχουν
σαπουνόφουσκες μες στο ουίσκι:
ο θείος Ρόμπερτ έπρεπε να πιει
ένα ποτό ενόσω ξυριζόταν.

http://www.e-poema.eu/poem.php?id=557








Η Ερωμένη
Είμαι η δειλή και ντροπαλή ερωμένη του σαββατοκύριακου
ακόμη φορτωμένη με διάσπαρτα κρύσταλλα νιότης
τα έμμηνά μου έβαψαν βολικά κρεβάτια
και στο κορμί της ομορφιάς 
ζεστάθηκε χιλιάδες φορές ο έρωτας
δεκάδες φαλλοί απέμειναν έγκλειστοι 
στα εσώτερα της φιλόξενης μήτρας μου
στα σκέλη μου πέταγε σπίθες η πυρκαγιά 
νεκρά πουλιά ακούμπησαν 
τις συντριμμένες φτερούγες τους στα αλαβάστρινα στήθη
η λυχνία της σάρκας μου φώτισε βαριά λυπημένα μάτια
κι ακόμα τώρα 
λέω πως
η τρυφερότητα από ένα φιλί 
ποτέ δεν τελειώνει
όταν το σώμα υγραίνει από σάλιο, ιδρώτα και σπέρμα
η ουσία μεταμορφώνεται.
Ε.Κ. 

Μια Δευτέρα όπως όλες οι Δευτέρες που έρχονται μετά από ένα Σαββατοκύριακο.

















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου