Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2020

Λατρεύω

 


Απασχολημένη να γράφω για το Κουρδικό, ψαχνω τη βικιπαίδεια, ψάχνω άρθρα να καταλάβω τι συμβαίνει στον κόσμο. Άσχετη από ιστορία, άσχετη από πολιτική. 

Χτυπάει μήνυμα. 

- Κοιμάσαι; 

- 'Όχι.

Χτυπάει κουδούνι. 

- Να τα πούμε; 

- Ναι.

Βιντεοκλίση. 

- Πήρα βιντεοκλίση για να σε δω λίγο... Μετά θα πήξω στη δουλειά.

Όλοι μαζί. Τα τσιγγανάκια και η αγάπη μαζί. 

"Σ' αυτό το σπίτι πούρθαμε πέτρα να μη ραγίσει 

κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια να ζήσει".

Τα τσιγγανάκια δεν το είπαν, τα κάλαντα που λένε είναι φύρδην μίγδην. Το λέω εγώ τώρα. Είναι το σημείο που μου αρέσει καλύτερα. 

Η αγάπη γελάει. Νευριάζει μόνος του για τα κάλαντα γιατί ενώ προσπαθεί να δουλέψει κάθε τόσο έρχονται "να τα πούνε". Φέτος χαίρεται που έχει απαγόρευση και ησυχία.

Μετά φοράει τα ρούχα της δουλειάς. 

Ανοίγει το παράθυρο στο πατάρι. 

Ψιχαλίζει έξω, λέει. 

Λέει κι άλλα. Γελάμε. Φουσκώνει το στομάχι του μπροστά στην κάμερα. Γελάμε. Τον φωτογραφίζω με φουσκωμένο στομάχι. Γελάμε. Θα του στείλω τις αστείες φωτογραφίες του μετά. 

Στη μισή οθόνη το φουσκωμένο του στομάχι στην άλλη μισή εγώ που λύνομαι στα γέλια. 

Βρέχει έξω παραμονή Πρωτοχρονιάς. 

Ομπρέλα πήρες; 

Ίδρωσα. 

Έκανα μπάνιο το πρωί. 

Τι έφαγες;

Σπίτι είσαι; 

Πονάει η μέση μου. 

Έχουμε κοτόσουπα.

Τι κάνεις; 


Λατρεύω. 









Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2020

Πρωινή προσευχή



 Καλημέρα δημιουργική

Πέντε σειρές και αυτό φτάνει για να ξεκινήσει η μέρα καλά

Πρωινό ξύπνημα σε ζεστό διπλό κρεβάτι

Να μπορείς να απλωθείς

Κάτω από πουπουλένιο πάπλωμα

Να νιώθεις πλούσιος άμα τη αφυπνήσει

Η πρώτη σκέψη ευχαριστώ το Θεό για τα πλούτη που μου έχει δώσει

γιατί την ίδια στιγμή που εγώ ξυπνώ στο ζεστό μου κρεβάτι, άνθρωποι κρυώνουν, πεινάνε, διψούν, τουρτουρίζουν στο δρόμους κάτω από χαρτόκουτα κι έχουν κοιμηθεί χωρίς γάλα το βράδυ, και δεν κάνουν δίαιτα γιατί δεν τη χρειάζονται αφού καθημερινά πεινάνε...

Ευχαριστώ το Θεό για τα πλούτη που μου χαρίζει.

Την υγεία μου και την υγεία των δικών μου ανθρώπων

Το σπίτι

Το ζεστό σπίτι, το διπλό κρεβάτι, το πουπουλένιο πάπλωμα

Τους πολύτιμους φίλους μου που υπάρχουν στη ζωή μου

Την αγάπη μου που υπάρχει στη ζωή μου

Το χρήμα που χρειάζομαι για να πορεύομαι

Το μυαλό που μου έδωσε για να σκέφτομαι

Τη δημιουργικότητα που μου χάρισε και που με κάνει ευτυχισμένη

Τον καφέ που πίνω το πρωί 

Όλα αυτά που μπορώ ένα ένα να περιγράψω

Όλα τα δώρα Του Θεού; Του Σύμπαντος; 

Όπως θες πές το. 


Για όλα τα δώρα Σου σε ευχαριστώ. 

Φώτιζε τους ανθρώπους στο Καλό

Άνοιγέ τους τα μάτια στο Καλό

Κάποιοι δεν ξέρουν το δρόμο

Κάποιοι δεν καταλαβαίνουν πόση ευγνωμοσύνη Σου χρωστάνε

"Εγώ ειμί το φως", είπες.  Φώτισέ τους.  

 

«Εγώ ειμί το Φως του κόσμου· ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ΄ έξει το Φως της ζωής» (Ιωάν. η΄ 12).










Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020

Δεξαμενή από μέλι

 


Χτες ήταν η επέτειος του γάμου που είχα κάνει κάποτε. Κοίτα που τελικά δεν το ξεχνάω. Θυμάμαι βέβαια την ημέρα, ξεχνάω ωστόσο τη χρονιά. Η χρονιά είναι συγκεχυμένη στο μυαλό μου. '83; '84;  Δεν με νοιάζει κιόλας. Τι τριάντα, τι σαράντα, τι πενήντα, τι θα πει αν είναι λίγα ή πολλά. 

Για δεύτερο γάμο δεν το βλέπω. Ωστόσο θα ήθελα να ξυπνάω μαζί με κάποιον, κι ύστερα να φεύγει για τη δουλειά του. Και να μένω μόνη στο σπίτι και να τον περιμένω να γυρίσει. Αυτό πολύ θα ήθελα να το ζήσω. 

"Τι όμορφο να σ' αγαπώ και να σε καρτεράω

να σου γλυκαίνω τον καημό, να σε παρηγοράω..."

Αρχέτυπο. 

Ο άντρας στο κυνήγι, η γυναίκα στη σπηλιά να προσέχει τα παιδιά τους. 

Όχι, αυτό δεν το έχω ζήσει ποτέ. Να περιμένω τον άντρα να γυρίσει. 

Όλο έτρεχα στο κυνήγι κι εγώ, όλο δούλευα. 

Θλιβερή ανάμνηση ένας χαλασμένος γάμος. Όπως και να το κάνεις είναι ένα γκρέμισμα. 



Δεξαμενή από μέλι



Κι ύστερα τι θα τα κάνω τόσα φιλιά; 

πολλαπλασιάζονται κι εγώ θέλω να θυμώσω

πλέω σε δεξαμενή από μέλι

τόση γλύκα, Θεέ μου, τόση γλύκα δεν την αντέχω 

τόση γλύκα που από το πρωί γίνεται η μέρα γαλάζια

και τα λουλούδια μοσχοβολούν

τόσο μέλι λιγώνει

τόσα ζαχαρένια λόγια

φοβάμαι για την υγεία μου πια

αφού άγνωστες ουσίες με ποτίζουν

αμφισβητώ την καθαρότητα

ακόμα κι αν η ποιότητα μοιάζει καλή

τι λέω; από καλή καλύτερη

αλλά εγώ θέλω να θυμώσω

θέλω να οργιστώ

να ζηλέψω 

να βρίσω

να ισορροπήσω

καραδοκεί το ζάχαρο βλέπετε.










Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2020

Τα πρωινά φιλιά



Καφές φτηνός, σήμερα...

Αραιός και νερόβραστος. Υποφέρω αλλά τον πίνω. "Το φτηνό το κρέας το τρώνε οι σκύλοι", έλεγε ο παππούς μου. Σήμερα -και μέχρι να τελειώσει αυτό το πακέτο του καφέ-, θα τρώω φτηνό κρέας. Φτηνό καφέ και άγευστο. Σαν σκύλος. 

Έχω δύο σκύλους. Δεν ξέρω αν τους αγαπώ. Είναι φορές που δεν τους αγκαλιάζω. Είναι φορές που νευριάζω μαζί τους. Πώς θα μπορούσα να καταλάβω αν τους αγαπώ; Πώς μπορείς να καταλάβεις την αγάπη και το εάν μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτήν; Μπορώ να ζήσω χωρίς τα σκυλιά μου; Μπορώ. Θα έμεναν στην καρδιά μου με αγάπη αλλά θα μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτά. 

Συγκρίνω την αγάπη που έχω στα σκυλιά με την αγάπη κάποιων ανθρώπων που θεωρώ ότι αγαπώ. Μπορώ να ζήσω χωρίς κάποιους ανθρώπους; Χωρίς ή μακριά τους; Έρχεται μόνο του το ερώτημα. Η αγάπη δεν είναι καθόλου δεσμευτική. Μπορείς να ζήσεις μακριά από ό, τι αγαπάς, αρκεί να ξέρεις ότι είναι καλά, ή ότι είναι σε καλά χέρια, όπως τα δικά σου. Αυτό και για τα σκυλιά και για τους ανθρώπους. Η αγάπη είναι κάτι ήσυχο. 

Ο έρωτας είναι διαφορετικός. Στον έρωτα νιώθεις ότι δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς το συναισθηματικό σου αντικείμενο. Νιώθεις ότι αν το αποχωριστείς θα σου κοπεί η ανάσα, ότι η ζωή σταματάει πάνω του, ούτε καν περνάει από το μυαλό σου ότι μπορεί να βρεθεί σε καλύτερα χέρια από τα δικά σου, κι ότι μακριά από σένα θα περνάει καλά.  

Ο έρωτας είναι κάτι ανήσυχο. 

Αν ωστόσο αγάπη και έρωτας μπορούσαν να τεθούν σε κλίμακα, ενώ η δύναμη και των δύο θα ανέβαινε στο ίδιο ύψος, στην πραγματική ζωή, ο έρωτας, ως πιο θορυβώδης, δίνει εντύπωση υπέρτερης δύναμης. Αυτό συμβαίνει επειδή στον έρωτα όλοι μα όλοι νιώθουν ανασφαλείς. Το αντίθετο από την αγάπη που σε κάνει να νιώθεις ασφάλεια. 

(Εντάξει, δεν ανακάλυψα και την Αμερική αλλά και το ότι βάζει κάποιος τη σκέψη του σε τάξη κι αυτό είναι μια θετική ενέργεια για το Σύμπαν... Οι δονήσεις που εκπέμπουμε προς τα έξω είναι καλό να είναι τακτικές και θετικές. Τι;  Όχι; ) 





 









Μαζεύω τα πρωινά φιλιά σε φακελάκια. 

Όλα μαζί χορταίνουν την πείνα μου. 

Ήσυχη και καλή μέρα. 

Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2020

Τα κάλαντα

 



Παραμονή Χριστουγέννων. 

Εφτάμιση το πρωί το κουδούνι χτυπάει ακόμα κι εδώ στο ασκηταριό. Τρία τσιγγανάκια με μάσκες χρωματιστές. 

-Να τα πούμε; 

-Βρε, είναι πολύ πρωί, βρε, ο κόσμος κοιμάται! Γκρίνιαξα. Να τα πείτε. 

-Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά... άρχισαν να λένε και τα τρία. Λάθος κάλαντα, λένε, είπα μέσα μου. Ο Μίδας γαύγιζε τόσο δυνατά που σκέπαζε τις φωνές τους. 

Μετάνιωσα που κρατούσα δίευρο για τρία παιδιά. Ο μικρός το πήρε στη χουφτίτσα του και το κοίταξε. Την πραγματική αρχιμηνιά που θα έρθουν, θα τους δώσω περισσότερα. Και χωρίς να γκρινιάξω. 





"Ουκ επ' άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος"

Fly me 

Το "καλημέρα μωρό μου" μόλις ξυπνάς 

Εκείνο το "τι κάνεις καρδιά μου;"

Εκείνο το "μωρό μου όμορφο" με θαυμαστικό.

Εκείνο το "μου έλειψες"

Κάνουν τα πόδια μου σηκώνονται πάνω από το έδαφος.

Πού και πού πετάω. 



Στο όνειρό μου κάποιος μου χάιδευε τα γυμνά πόδια. Είδα πως σε κάποιο σημείο δεν ήταν τόσο καθαρά. Ντράπηκα. Πήγα στο μπάνιο. Ανέβασα ένα ένα στο νιπτήρα και τα σαπούνισα όμορφα. Τα σκούπισα. Τώρα μοσχοβολάνε, είπα. Ξαναπήγα και του έδωσα τα πόδια μου να τα χαϊδέψει. 

Καλημέρα μας 

Ας πετάξουμε μέρα που είναι.

Η Ρενάτα είπε πως οι ουρανοί αυτές τις μέρες είναι ανοιχτοί. Ζητείστε ό, τι θέλετε. 







Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2020

Το μεγάλο μας καφενείο



Μέρα τη μέρα σου γράφω. Ένα προσωπικό ημερολόγιο που εδώ μέσα χάνει τη μυστικότητά του χωρίς όμως να χάνει τα βαθιά του μυστικά. Και πόσο βαθιά είναι τα μυστικά μου, φιλαράκι; Ξέβαθα μάλλον. Αλλά ποιον να πειράξει αυτό; Εκθέτουμε πια τον εαυτό μας στα midia, έχουμε προφίλ στο instagram, στο facebook, στο twitter, στο tik-tok, βάζουμε φωτογραφίες μας παντού, κάποιοι δημοσιοποιούν ακόμα και τι τρώνε, τι μαγειρεύουν, πότε κάποιος δικός τους πεθαίνει, πότε μπαίνουν για εγχείρηση, πότε αλλάζουν γκόμενα,πόσο κλαίνε όταν τελειώνει μια σχέση. Φωτογραφίζουν τους μυς τους, τις γυναίκες τους, τα αυτοκίνητα και τις μηχανές τους, τους σκύλους τους, δημοσιοποιούν ακόμα και τα φετίχ τους: είμαι ποδολάγνος δηλώνει ο άλλος,  ανεβάζουν ποιηματάκια, φιλοσοφίες δικές τους, αστεία άλλων, τα midia είναι πια μία μεγάλη γειτονιά με πολλούς γείτονες. Παλιά στις γειτονιές τα απογεύματα βγαίναν οι νοικοκυρές σε καρεκλίτσες στο πεζοδρόμιο ή στις αυλές και κουτσομπολεύανε. Τα ίδια κι άντρες στα καφενεία. Καφεδάκι, πρέφα και λίγο κουτσομπολιό. Τώρα στο κουτσομπολιό των midia, το μόνο που έχει αλλάξει είναι οι ηλικίες. Μετακινήθηκε ηλικιακά. Κουτσομπολεύουν οι πιο νεαρές ηλικίες αν και ξεπέφτει ανάμεσά τους και κανείς μεγαλύτερος που τον έχει φάει η μοναξιά και θέλει να κουβεντιάσει για να τον συμπονέσει κάποιος ας είναι και άγνωστος. Ας μην τον έχει δει και ποτέ. 

Είμαστε ένα μεγάλο καφενείο πια, και είμαστε οι γειτόνισσες που βγαίνουν με το πλεκτό τους στις καρεκλίτσες. Που δεν χρειάζεται να είμαστε χτενισμένοι και πλυμένοι γιατί κανένας δεν μπορεί να μυρίσει τη φωτογραφία μας. Δεν χρειάζεται να περιποιηθούμε τον εαυτό μας παρά μονάχα τη στιγμή που φωτογραφιζόμαστε για να ανεβάσουμε τη φωτογραφία μας στο facebook. Ενώ δεν είμαστε αυτό. Αυτό που βλέπει ο άλλος - ο εαυτός που εμείς θέλουμε να δει ο άλλος- καμιά σχέση δεν έχει με το ότι το πρωί που ξυπνάς μπορεί να μυρίζει το στόμα σου τσιγαρίλα, ότι μέχρι να πας στο μπάνιο για την πρώτη ούρηση κουτσαίνει το δεξί σου πόδι. 

Και τα κορμιά στεγνώνουν λίγο λίγο. Γιατί τον χρόνο που περνάμε μόνος στο σπίτι του ο καθένας ασχολούμενος με την midia-κή εικόνα του, ίσως θα ήταν καλύτερα να στρώσει τη χωρίστρα και να βγει στο αληθινό καφενείο και στην αληθινή γειτονιά. Αυτό το χέρι που θα άγγιζε, αυτή η πλάτη που θα χτυπούσε συντροφικά, μια αγκαλιά σε κάποιον που έχει να δει μέρες, αυτό θα έκανε καλό στο κορμί του. Και στην ψυχή του, βεβαίως, βεβαίως. 






Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2020

Ηλίας

 Την επόμενη μέρα που μπήκα στην τάξη του μου έδωσε ένα σημείωμα. Ένα μικρό χαρτάκι γραμμένο με στυλό και πολύ μικρά ορθογραφημένα γράμματα. 

"Από την πρώτη στιγμή που σε είδα σε έχω ερωτευτεί".

Ντράπηκα μόλις το διάβασα. Χαμογέλασα. Εκείνος περίμενε την αντίδρασή μου. Με κοιτούσε με αγωνία στα μάτια. 

"Ηλία μου, τι είναι αυτά; Δευτέρα Γυμνασίου πηγαίνεις ακόμα!" τον μάλωσα στοργικά. "Βγες σε παρακαλώ στο διάλλειμμα". 

Γύρισε την παχουλούτσικη πλάτη και τα ξανθά του μαλλιά και έφυγε χωρίς να μιλήσει. Δεν ξαναείπε τίποτα γι' αυτό. Μονάχα τον ένιωθα να με παρακολουθεί με τα μάτια σε ό, τι έκανα. Προσπαθούσε να είναι καλός μαθητής και συμμετείχε σε όλα τα προγράμματα που ξεκινούσα στο σχολείο. Πάντα όμως εκεί πίσω, μαζί, κοντά. 

Έφυγα από το σχολείο, τα χρόνια πέρασαν. 

Με βρήκε πέρυσι στο internet. 

Χάρηκα που τον άκουσα. 

"Πόσων ετών είσαι τώρα, Ηλία;" αστειεύτηκα μαζί του μια μέρα.

"Τριάντα εφτά!" απάντησε περήφανος. "Και είμαι ακόμα ερωτευμένος μαζί σου. Ποτέ δεν σε έχω ξεχάσει. Θέλω να βρεθούμε". 

Τον ξαναμάλωσα. Μου μίλησε για ένα καφέ που θα άνοιγε, πως πραγματικά ήθελε να πάω να τον βρω ή να έρθει εκείνος, μου έστειλε φωτογραφίες του καφέ, της αδελφής του, δικές του. Γινόταν όλο και πιο επίμονος, και πιο προκλητικός. Καθόλου μυαλό, ο άτιμος.

Μια μέρα που είχε ξεπεράσει τα όρια κι εγώ δεν του απαντούσα, έγραψε μόνος του: 

"Ωχ! Πηγαίνουμε για μπλοκ".    

Τον μπλοκάρισα την ίδια μέρα. 

Χτες βράδυ για κάποιο λόγο, ο ύπνος δεν ήθελε να έρθει. Άναβα φως, κοιτούσα κινητό για να νυστάξω, το έσβηνα, στριφογύριζα, προσπαθούσα, και ξανά το φως και ξανά το κινητό μπας και έρθει ο ρημάδης.

Και πέφτω σε μιαν ανάρτηση που είχε κάνει το Ολγάκι. Με την Όλγα υπηρετήσαμε στην Ιτιά μαζί. Ήταν η φιλενάδα μου, η συντροφιά μου. Ήξερε για τον Ηλία, τον έβλεπε που βρισκόταν τριγύρω από τα πόδια μου άλλωστε, ήξερε για το σημείωμα. 

Η ανάρτηση άρχιζε κάπως έτσι: "Έκλαψα για σένα Ηλία..." και την είχε προσθέσει στη σελίδα του "Ηλίας Λέκκος". Βγάζω το όνομα στη φόρα, τι σημασία έχει πια. 

Δεν πίστεψα στα μάτια μου. Μπήκα στη σελίδα του Ηλία. Κεριά, συλληπητήρια, σύντομα πένθιμα σημειώματα, πόνος. 

Ο Ηλίας έφυγε. Πριν προλάβω να τον δω στο καφέ του. Πριν δει ότι του έλεγα αλήθεια ότι παραμεγάλωσα. Πριν με κεράσει τον καφέ που μου υποσχέθηκε. 

Ο Ηλίας έφυγε κι εγώ δεν μπορω να βρω το γαμημένο σημείωμά του. 




Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2020

ὥσπερ τὸ διαλελυμένον σχῆμα δεινότητα ποιεῖ

 

"ὥσπερ τὸ διαλελυμένον σχῆμα δεινότητα ποιεῖ"

                                                                                    Δημητρίου ρήτορος

Ξυπνώ. Ντύνομαι. Βγαίνω στην κουζίνα. (Βγαίνω ή μπαίνω; Ίσως το σωστό ρήμα να είναι "μπαίνω", ωστόσο μπορώ το ίδιο λογικά να χρησιμοποιήσω τον όρο  "βγαίνω" επειδή "βγαίνω" από την κρεβατοκάμαρα). (Συλλογισμός φιλοσοφικός, παρόμοιος με του Ρολάν Μπαρτ. Αγαπώ Ρολάν, pardonnez moi).
Ετοιμάζω καφέ. (Μπορώ να ξεφύγω αν θέλεις. Μπορώ να ξεφύγω και να με κοιτάς από κάτω. Όταν με πληγώνεις, σου φεύγω. Λίγο λίγο. Επειδή το να χρησιμοποιείς τα φτερά σου μετά από χρόνια ακινησίας είναι κοπιαστικό και η απόφαση ακόμα πιο κοπιαστικό να την πάρεις. Αλλά μπορώ).
Ο Δημήτρης χτες μελέτησε τους πλανήτες μου. Είδε λέει πως οι πλανήτες, μου έχουν χαρίσει πολλά δωράκια. Χάρηκα. (Αγαπώ δωράκια πλανητών. Εδώ μπαίνει ο καυγάς μου με το χρόνο. Δεν δουλεύω πια, ωστόσο, η μέρα ολόκληρη, νομίζω ότι δεν μου φτάνει).
Πέφτει η ματιά μου στο ρολόι του τοίχου. Πέντε. Τι κάνω εγώ ξύπνια, στις πέντε το πρωί; (Πραγματικά νομίζω ότι η μέρα δεν φτάνει). 
Έχω project. Σήμερα θέλω να επεξεργαστώ μια ιδέα για μια φωτογραφία και έπειτα έχω να παρακολουθήσω το σεμινάριο για τις σχέσεις (χτες επιτέλους πέρασα το δεύτερο τεστ αν και πήρα μόνο 80% (κι αυτό με μεγάλη δυσκολία, ενώ στο πρώτο τεστ είχα πάει σαφώς καλύτερα και το πήρα με την πρώτη), και μετά από το σεμινάριο να φτιάξω την καταραμένη τρύπα στον τοίχο και μετά να μαγειρέψω και μετά να διαβάσω και μετά να κάνω μια μικρή έρευνα για το επόμενο μεγαλεπήβολο σχέδιο που ετοιμάζω και thanks God που ο Δημήτρης με τους πλανήτες μου είπε ότι μπορεί και να πάει καλά). (Κοροϊδεύεις αλλά χτες απόκτησα προσωπικό αστρολόγο. Βήμα τώρα χωρίς αυτόν!)
Με τον καφέ μπαίνω στο γραφείο. Το σχέδιο για την επεξεργασία της φωτογραφίας πάει πίσω γιατί με το που με φωτίζει η οθόνη του υπολογιστή νιώθω την ακατανίκητη παρόρμηση να γράψω. (Σχεδόν ανεξέλεγκτη η παρόρμηση, σχεδόν ανεξέλεγκτα τα γραφόμενα, ωστόσο νιώθω ευτυχής). 
Μ' αυτά και μ' αυτά η ώρα έχει πάει 6:32. (Δεν μου φτάνει η μέρα, όχι). 

Είμαι ένα διαλελυμένο σχήμα, Δημήτρη με τους πλανήτες σου... Και ποιώ ό,τι μπορώ...
Συγχωράτε με.



Υ.Γ. 
"Τρέχει, τρέχει, τρέχει το νερό 
τρέχει το νερό, το νερό στ' αυλάκι
σ' άλλον έδωσες φιλάκι."




 


 



 

Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2020

Να μην υπεισέλθω σε λεπτομέρειες

 

Να σε βασανίζει πρώτα μια ανάρτηση που εκ των υστέρων τη βρήκες άκρως επιθετική και λες να προλάβω να την κατεβάσω κι ύστερα να σε βασανίζει ενα όνειρο και μετά να ξυπνάς για δουλειά και για να διορθώσεις όλα αυτά που θεωρείς κακώς κείμενα και με το που κατεβαίνεις από το κρεβάτι να πατάς σε νερά;;;;;

Τι καλύτερο!  Όχι πες μου!

Να μην υπεισέλθω σε λεπτομέρειες. Λίμνη η κρεβατοκάμαρα.

Πριν πιω καφέ σφουγγαρίζω...





 

 




























 




Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2020

Μα ω πεπρωμένο ανήκεστο




Ορθογώνια και φωτισμένη εμπρός σου. Καρτερεί. Καρτέρι. Καρτέρι. Λέω πολλές φορές τη λέξη. Επαναλαμβάνω. Καρτέρι. Την επαναλαμβάνω τόσες φορές, που χάνει το νόημά της. Την κομματιάζω. Τη σπάζω στα δύο στα τρία, τη συλλαβίζω. Της ξανα-επιτρέπω να αποκτήσει το νόημά της: Καρτέρι. Αυτοί που μας στήνουν καρτέρι. Εμείς που στήνουμε καρτέρι σε άλλους. Ποιοι στήνουν καρτέρι; Αυτοί που δεν έχουν καλό σκοπό.  Διαφορετικά θα έβγαιναν μπροστά. Ούτε καρτέρι ούτε τίποτα. Καρτέρι στήνει αυτός που περιμένει να δει κάτι που ο άλλος δεν θέλει να μαρτυρήσει. Άλλη λέξη γι' αυτόν που στήνει καρτέρι: παρακολουθεί. Καρτέρι στήνει το ζώο που περιμένει το θήραμα να περάσει για να το φάει. Καρτέρι στήνει ο δολοφόνος στο θύμα του. Καρτέρι είναι στην ουσία λέξη κακή, δεν προμηνύει κάτι καλό, αντίθετα έχει χρησιμοποιηθεί ως κακή έννοια, πλειστάκις: του είχε στήσει καρτέρι ο θάνατος. 

Μα ω πεπρωμένο ανήκεστο!


Ήρθε καιρός να κάνω μάθημα πάλι. Μάθημα. Μα ένα μάθημα που αξέχαστο πρέπει να μείνει. Θα επιμείνω στη σελίδα "μην κομματιάζεις την καρδιά του άλλου". Ρώτησέ τον από την αρχή: "Θέλεις να κομματιάσω την καρδιά σου;" Μπορεί να πει: "Ναι. Ελεύθερα. Κάνε ό, τι τραβάει η ψυχή σου". Να, που σου δίνει την άδεια. Εκεί, αλώνισε καταπώς νομίζεις σωστό. Τώρα, το να εισχωρήσεις μέσα στον άλλο και να τον καλοπιάνεις ίσαμε να αρχίσεις να κομματιάζεις την καρδιά του, αυτό θεωρείται ανόσιο. Ανόσιο. Μπούλινγκ; Άτιμο; Ύπουλο; Κακούργημα; Δολοφονία; Ανήκεστος βλάβη μετά δόλου; 

Ανήκεστος; 

ανήκεστος -ος / -η -ο [aníkestos] Ε17 : (λόγ.) μόνο στην έκφραση ~ / ανήκεστη βλάβη, που δεν μπορεί να θεραπευτεί, ανεπανόρθωτη.
[Λεξικό Γεωργακά]
ανήκεστος, -η, -ο [anícestos] (L) 
  • incurable, irreparable (synL ανίατος, αθεράπευτος, ant L θεραπεύσιμος): 
    • οι γιατροί γνωμάτευσαν ανήκεστη βλάβη | 
    • αποφυλακίστηκε λόγω ανηκέστου βλάβης της υγείας του | 
    • μας παρηγορεί και μας στηρίζει για να αντέχουμε ευκολότερα στις ανήκεστες θλίψεις της υλικής καιρικότητας (Tsatsos) | 
    • poem μα ω πεπρωμένο ανήκεστο (Athanas) 

Κανένα εμπόδιο δεν εστάθη στον έρωτά μας ως εδώ! 

Τριαντάφυλλο χωρίς αγκάθι, γλυκιά φωτιά χωρίς σποδό. 

Τόσο ατρικύμιστη ευτυχία! τόσο ασυννέφιαστη χαρά! 

Ξύπνα μια μέρα με αθυμία και πίκρανέ με μια φορά. 

Θέλω ένα νέφος να περάσει στον ουρανό μας το γλαυκό. 

Τρέμω η γαλήνη μην ξεσπάσει σε πιο χειρότερο κακό...

Γεώργιος Αθάνας

(Θυμάμαι ακόμα και ποίημά του από το Δημοτικό)


Σκόρπια όλα.

Σκόρπια όλα. 

Κι ούτε μια βροχή σήμερα. 

(Τι μου έστειλες, μάτια μου; Τώρα έχω ίντερνετ).

Ω ανήκεστο πεπρωμένο!

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2020

Οι δράκοι μέσα μας

 





Ευτυχώς που υπάρχει αυτή η γωνιά εδωνά για να αδειάζεις την καθημερινή σου φρίκη. Το ερώτημα των τελευταίων ημερών που παραμένει αναπάντητο είναι αν την  καθημερινή σου φρίκη στη μεταδίδουν οι άλλοι με τα λόγια και τις πράξεις τους ή αν τη δημιουργείς εσύ ο ίδιος στον εαυτό σου. 

Συνηθισμένος στη δραματουργία μοιάζει να μην έχει νόημα η ζωή χωρίς αυτήν. Χωρίς δηλαδή να τρέχουνε δράματα γύρω σου, η ζωή σού φαίνεται βαρετή. Έχεις ανάγκη το δράμα, τις δυνατές καταστάσεις που από παιδί γνωρίζεις καλά, είναι το σενάριό σου, μόνο μέσα σε αυτό νιώθεις οικεία. Τι σημασία έχει αν αφού το συνειδητοποίησες έπρεπε συγχρόνως να αρχίσεις να το ελέγχεις; Τι σημασία έχει που το βρίσκεις υπερβολικό ακόμα κι εσύ ο ίδιος; Τι σημασία έχει αν αναγνωρίζεις την ταλαιπώρια που τραβάς κάθε φορά που επιδιώκεις το δράμα; Το δράμα δεν γίνεται να μην είναι εκεί. 

Διότι ό, τι δεν περιέχει δράμα, δεν είναι ενδιαφέρον. 

Δυσλειτουργικά παιδικά χρόνια, λένε οι ψυχολόγοι. Δεν αποβάλλονται, λένε. Ζούμε με αυτά. Ώσπου να πεθάνουμε, λένε, ζούμε με το παιδάκι μέσα μας. Τρομαγμένο είναι; Χαμένο είναι; Μόνο του είναι; Μοναχικό; Έχει κάποτε φοβηθεί να είναι ο εαυτός του; Μ' αυτό ζούμε. Βρείτε το παιδί που τρέμει μέσα σας. Το παιδάκι που ακόμα ζει με άγχος εγκατάλειψης, το παιδάκι που τρομάζει τις φωνές του πατέρα προς τη μάνα, το παιδάκι που νιώθει αβοήθητο, το παιδάκι που νιώθει υπέυθυνο για όλους και όλα και το παιδάκι που κάνει τα πάντα για να σκοτώσει αυτούς τους δράκους. 

Εγώ είμαι. Εσύ είσαι. Όλοι είμαστε. Και ο καθένας πορεύεται μόνος του. Πολεμάει μόνος του. 

Οι δράκοι μας; Ανίκητοι. Τεράστιοι για να τους θάψουμε βαθιά μέσα μας, δεν μπορούμε να προσποιηθούμε πως δεν υπάρχουν, στο κάτω κάτω οι ίδιοι δεν μας αφήνουν να τους ξεχάσουμε.

Θα πεθάνουν μόνο μαζί μας. 

Το μόνο παρήγορο είναι ότι ξέρουμε πως είναι εκεί. Κι αυτό βοηθάει πού και πού να φυλαγόμαστε από την καυτερή τους ανάσα. 



Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2020

Το όνειρο

 


Έτυχε να 'χω την εξώπορτα ανοιχτή. Ένα ξανθό αγόρι σταμάτησε απέξω. Οδηγεί μια μηχανή μεγάλου κυβισμού. Κοντά του είχε δυο αγόρια ακόμα, φίλους του, πεζούς. Είχα κι εγώ μια φίλη που στεκόταν δίπλα μου. Η Νίκη; 

Κοιταχτήκαμε. Ρώτησα με το βλέμμα τι θέλει. Νόμιζα πως κάτι έφερνε με courier. Εκείνος οδήγησε με τη μηχανή του μέσα στην αυλή. 

-Τι θέλεις; ρώτησα. 

Μου μιλάει στον πληθυντικό.

-Θέλω να σας αφήσω τη μηχανή μου, να μου τη φυλάξετε για λίγο καιρό. Ποιο είναι το καλύτερο μέρος για να την κρύψω; 

Κοιτάζει γύρω ψάχνοντας. Οι δύο φίλοι του κάνουν γύρο στον κήπο για να βρουν το σωστό μέρος. 

Του δείχνω ένα σημείο μπροστά, κάτω από τους θάμνους. 

-Εδώ είναι το καλύτερο. Εδώ έβαζα κι εγώ τη δική μου. Οι θάμνοι θα την κρύβουν από το δρόμο.  

Κοιτάζει εκεί που του δείχνω. Μοιάζει να με πιστεύει. Βάζει τη μηχανή εκεί. Οι φίλοι του κι η φίλη μου μας κοιτάζουν. Απλώνει το χέρι και μου δίνει μια αρμαθιά κλειδιά. 

-Αυτά είναι τα κλειδιά του σπιτιού μου και της μηχανής μου. Πάρτα. Σε εμπιστεύομαι. 

Μου μιλάει στον ενικό τώρα. Εγώ ακόμα δεν τον έχω εμπιστευτεί. Γιατί το κάνει; Γιατί εμένα; Κάτι κρύβεται από πίσω; Ωστόσο παίρνω τα κλειδιά. 

-Εγώ δεν θα σου δώσω κλειδιά, να ξέρεις, του λέω. Ούτε καν της εξώπορτας. Αν θελήσεις να την πάρεις, θα με πάρεις τηλέφωνο. Δείχνει να συμφωνεί. 

-Οι σοβάδες είναι γεροί, εδώ ε; ρωτάει. 

Απαντάω καχύποπτα. 

-Γιατί; Θα μου τρυπήσεις τον τοίχο; 

Φοβάμαι μη με κλέψει. Γελάει. Παρατηρώ ότι λάμπει. Ξανθά μαλλιά, ανοιχτόχρωμα μάτια. Μαρέσει. 

-Όχι, βέβαια! απαντάει. Έτσι ρώτησα. 

Από μέσα μου χαίρομαι που με εμπιστεύεται. Και χαίρομαι που θα φυλάξω τη μηχανή του. Και ήδη μέσα μου, με κάποιον τρόπο, ξέρω ότι με τον καιρό θα τον εμπιστευτώ κι εγώ. Και αυτό μαρέσει.