Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2020

Το όνειρο

 


Έτυχε να 'χω την εξώπορτα ανοιχτή. Ένα ξανθό αγόρι σταμάτησε απέξω. Οδηγεί μια μηχανή μεγάλου κυβισμού. Κοντά του είχε δυο αγόρια ακόμα, φίλους του, πεζούς. Είχα κι εγώ μια φίλη που στεκόταν δίπλα μου. Η Νίκη; 

Κοιταχτήκαμε. Ρώτησα με το βλέμμα τι θέλει. Νόμιζα πως κάτι έφερνε με courier. Εκείνος οδήγησε με τη μηχανή του μέσα στην αυλή. 

-Τι θέλεις; ρώτησα. 

Μου μιλάει στον πληθυντικό.

-Θέλω να σας αφήσω τη μηχανή μου, να μου τη φυλάξετε για λίγο καιρό. Ποιο είναι το καλύτερο μέρος για να την κρύψω; 

Κοιτάζει γύρω ψάχνοντας. Οι δύο φίλοι του κάνουν γύρο στον κήπο για να βρουν το σωστό μέρος. 

Του δείχνω ένα σημείο μπροστά, κάτω από τους θάμνους. 

-Εδώ είναι το καλύτερο. Εδώ έβαζα κι εγώ τη δική μου. Οι θάμνοι θα την κρύβουν από το δρόμο.  

Κοιτάζει εκεί που του δείχνω. Μοιάζει να με πιστεύει. Βάζει τη μηχανή εκεί. Οι φίλοι του κι η φίλη μου μας κοιτάζουν. Απλώνει το χέρι και μου δίνει μια αρμαθιά κλειδιά. 

-Αυτά είναι τα κλειδιά του σπιτιού μου και της μηχανής μου. Πάρτα. Σε εμπιστεύομαι. 

Μου μιλάει στον ενικό τώρα. Εγώ ακόμα δεν τον έχω εμπιστευτεί. Γιατί το κάνει; Γιατί εμένα; Κάτι κρύβεται από πίσω; Ωστόσο παίρνω τα κλειδιά. 

-Εγώ δεν θα σου δώσω κλειδιά, να ξέρεις, του λέω. Ούτε καν της εξώπορτας. Αν θελήσεις να την πάρεις, θα με πάρεις τηλέφωνο. Δείχνει να συμφωνεί. 

-Οι σοβάδες είναι γεροί, εδώ ε; ρωτάει. 

Απαντάω καχύποπτα. 

-Γιατί; Θα μου τρυπήσεις τον τοίχο; 

Φοβάμαι μη με κλέψει. Γελάει. Παρατηρώ ότι λάμπει. Ξανθά μαλλιά, ανοιχτόχρωμα μάτια. Μαρέσει. 

-Όχι, βέβαια! απαντάει. Έτσι ρώτησα. 

Από μέσα μου χαίρομαι που με εμπιστεύεται. Και χαίρομαι που θα φυλάξω τη μηχανή του. Και ήδη μέσα μου, με κάποιον τρόπο, ξέρω ότι με τον καιρό θα τον εμπιστευτώ κι εγώ. Και αυτό μαρέσει.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου