Παρασκευή 28 Ιουνίου 2019

Η μυρωδιά του έρωτα







Ξέρω πως είσαι ρομαντικός και ξέρω ότι οι κακόηχες λέξεις σε πληγώνουν, αλλά.
Αλλά εγώ αγαπώ όλες τις λέξεις. Τις κόβω, τις ράβω, τις χρησιμοποιώ σαν όπλα εναντίον σου, τις τρώγω, τις αφομοιώνω, τις αποβάλλω.

Μυρωδια ξένου ανθρώπου στον χώρο (μου).
Λένε πως οι γέροι αποκτούν βαριά μυρωδιά και έχουν δίκιο. (Έχω λοιπόν κοντά μου μια παρουσία γεροντική που η μυρωδιά της με ξενίζει). Δεν έχει σημασία αν ο άνθρωπος αυτός είναι μάνα μου, πατέρας, θείος, θεία ή αδελφός.
Αυτό που κάνει δύσκολο το πράγμα είναι η διαπίστωση ότι οι τοίχοι κρατάνε τις οσμές. Οι τοίχοι θυμούνται. Γι' αυτό οι τοίχοι με νικούν.

Καταβάλλομαι πόντο πόντο.

***********************

Η μυρωδιά του έρωτα. Αυτό είναι άλλο. Αυτό παρακαλάς να κρατηθεί σε τοίχους, σε υφάσματα, σε μαξιλάρια, αν ήταν δυνατό να χαραχτεί στη μύτη σου, "μυρωδιά-παντοτινό-τατουάζ".
Κρατάς άπλυτες μπλούζες, πετσέτες που σκούπισε κάποτε τον ιδρώτα του, κάποιος στον ηλεκτρικό μυρίζει ίδια με κείνον, κλείνεις τα μάτια, ανασαίνεις βαθιά, βρίσκεσαι δίπλα του.
Η μυρωδιά του έρωτα είναι χρονομηχανή. Η μυρωδιά του έρωτα χαράζει τη μνήμη.



**************************************************************************




Στην αυλή τριγυρνούν δύο σκύλοι κι ένας αρουραίος. Ο ένας σκύλος, καιρό τώρα, επιτρέπει στον αρουραίο να τρωγωπίνει ελεύθερα. Μοιράζεται το φαγητό του, το νερό, το χώρο του, κάνει τα στραβά μάτια. Ο άλλος σκύλος ψάχνει απειλητικά να τον ανακαλύψει, και το πετυχαίνει. Ο αρουραίος αλλάζει απεγνωσμένα κρυψώνες, έχει αρχίσει να πεινάει, να διψάει, δεν του αρέσει καθόλου το καινούργιο καθεστώς. Μισεί τον σκύλο που τον ξεβολεύει. Η ζωή του αναστατώθηκε, όπου και να κρυφτεί μια μουσούδα τον κυνηγάει να τον εξοντώσει.

Μέσα μου έχω δυο σκύλους κι έναν αρουραίο που παλεύει για επιβίωση.















Παρασκευή 21 Ιουνίου 2019

Αποστράγγιση




Αποστράγγισμα.
Αποσύνδεση (η) ουσ.[<αποσυνδέω] διάλυση των συνδεδεμένων μεταξύ τους, αποχωρισμός. *(Αντίθ. σύνδεση).
Απελευθερία.
Απουσιάζω.
Αποτμήσεως γενομένης
Απομονωτισμός.

Την καρδιά, μωρό μου...
Την καρδιά πάσχισε να κρατήσεις.
Αυτή είναι η δύσκολη.










Πέμπτη 13 Ιουνίου 2019

Παλίρροια






Πάρε το κορμί σου και περπάτησέ το. 
Πες του να έχει μάτια ανοιχτά. 
Μυαλά ανοιχτά. 
Φιλί παλίρροια.


Ένα ποτήρι νερό.
Ζεστός καφές. Πρωινή δροσιά.
Στο όνειρο ξεχάστηκες λέει, να διαβάζεις κάτι. Όρθια, με μια καρέκλα πίσω σου, σίγουρη πως θα την καθίσεις όταν κουραστείς. Τα πόδια στην παλίρροια. Ξυπόλητη.
Τελειώνεις το διάβασμα, σηκώνεις τα μάτια λες και ξύπνησες. Ο Γεροντάκος απέναντι σε κοιτάζει. Κάθεται ανάμεσα σε πολύ κόσμο. Ομάδες φωτογραφίας, εκδρομείς. Είναι καθιστός όπως και οι όλοι άλλοι, ωστόσο ξεχωρίζει. Ξεχάστηκα, του δικαιολογείσαι. Σε κοιτάζει σα να λέει τόσο πολύ; Αισθάνεσαι το νερό της θάλασσας στα γυμνά σου πόδια. Ψ'αχνεις για την καρέκλα σου γιατί, όρθια, έχεις κουραστεί. Η καρέκλα που φύλαγες για σένα λείπει. Κάποια την έχει πάρει, κάθεται δίπλα σου και γελάει. Την κλέφτα, λες από μέσα σου. Θυμώνεις. Φεύγεις. Παίρνεις άλλη καρέκλα και προχωράς λίγο μπροστύτερα από τους άλλους. Δεν θέλεις να βλέπεις. Γυρίζεις πλάτη και ακουμπάς την καρέκλα πάνω σε επίπεδο βράχο. Κοιτάζεις για ώρα τα γυμνά σου πόδια στην παλίρροια. Ανάμεσα στα πόδια μια μικρή χαραμάδα που ξέρεις ότι φτάνει στα έγκατα της γης ρουφάει το νερό μέσα της.







Ένα τσιγάρο ρε παιδιά!

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2019

Αποσύρομαι







Αποσύρομαι

Έχω ένα blog λέει, και κάθομαι και γράφω. Εγώ έχω μισή ώρα καιρό και κάθομαι και γράφω.
Πρωινό Τετάρτης με τα δέντρα στον κήπο να μυρίζουνε απελπιστικά. με τα αεροπλάνα να περνούν πάνω από την ταράτσα μου αλλάζοντας τόπο. Οι μέλισσες κι οι ρίγανες κι οι πεταλούδες και τα ζουζούνια και τα αμπελόφυλλα και τα μηνύματα από κάθε λογής άντρες και γυναίκες, καλημέρες, καλησπέρες, καλό απόγευμα, καλό Σ/Κ, λόγια όπως 'ψυχή μου' και ποιηματάκια, και ένας ψυχικός αχταρμάς  που δεν έχει τέλος, εγώ φταίω, λέω, εγώ που άνοιξα τα σύνορα, όπως ο Τσίπρας ένα πράγμα, να τώρα που το πληρώνω, όπως κι ο Τσίπρας δηλαδή. Πρωινός καφές στον υπολογιστή κι ύστερα στο μπαλκόνι, πρωινό αναρή αλμυρό, χυμός ρόδι, αναστεναγμοί, ξύδι πίνω, πάρε Θεέ μου τούτο το βάρος απ' την ψυχή μου λέω, και να οι μέλισσες που τραγουδάνε γύρω μου, αχ! καινούργιος αναστεναγμός, περνάω κατάθλιψη σκέφτομαι, αχ! βογγάω πάλι και σκοτώνω ένα μυγάκι που μου κάθισε στη γάμπα. Πάρε Θεέ μου αυτή τη στενοχώρια. Κοίτα ο ουρανός, κοίτα τα λουλούδια, κοίτα το καλοκαιράκι! Καινούργιο αχ! εξωτερικεύεται εκ των έσω. Απτόητη η ευωδιά της φύσης, απτόητη η καρδιά να κλαψουρίζει. Θέλω να με αφήσετε ήσυχη αν μπορείτε. Θέλω να περάσω την κατάθλιψή μου μόνη μου, αν μου επιτρέπετε, να μη με σώσει κανείς. Να μη μου πει ανέκδοτο κανείς. Αν μου επιτρέπετε, δεν επιθυμώ να γελάσω, κατανοείτε;
Θέλω να μείνω μέσα στην καντήφλα και στη μαυρίλα και να πίνω ξύδι και να μη γελάω και να μη σας μιλάω ούτε να μου μιλάτε. Να μη μου ζητάτε τίποτα, δεν έχω πια τίποτα να δώσω, τίποτα, χάρη σας κάνω, κομμάτια μου κόβω, ματωμένα είναι, αφήστε με ολόκληρη τουλάχιστον, μη ζητάτε να ακρωτηριάζομαι.
Μισή ώρα ακόμα έχω.
Κλείνω facebook, απενεργοποιώ messenger, πετάω φωτογραφίες, κάνω πως πέθανα.
Διατηρώ το δικαίωμα να μην σηκώσω τηλέφωνα, να μην απαντήσω σε μηνύματα, να μην παρακολουθήσω στις ιστορίες σας και κυρίως να μην ερωτοτροπήσω εις βάρος μου. Λυπάμαι αγόρια για την ανεπάρκεια. Τη δική μου και τη δική σας.





Παρασκευή 7 Ιουνίου 2019

Της εποχής

Της εποχής




Κλεμμένα τσιγάρα
Περιουσίες ανεπίδοτες
Σκέψεις ανεπίδοτες επίσης
Τηλέφωνα
Φίλοι
Προτάσεις
Έλα
Έλα μου λένε
Δικαιολογούμαι
Βιβλία ανέκδοτα
Βιβλία αδιάβαστα
Δουλειές μισοτελειωμένες
Υγρασία
Μούχλα
Η ομίχλη μπαίνει από παντού στο σπίτι
Κι ο ήλιος κι αυτός από παντού
Οι εποχές αλλάζουν, το βλέπεις
Αυτόματο πότισμα
Αυτόματη ζωή
Έλα
Έλα λέω κι εγώ
Δεν πείθω
Κι αυτό το συνεχές κλάμα μέσα μου
Κι αυτό το αδιάκοπο παράπονο
Πώς να κάνω να το καταλάβεις
Ψελλίζοντας μονάχα μια δισύλλαβη λέξη
Έλα.




Μπορώ να παίξω
Αλλά δεν υπάρχει λόγος να το μάθετε από τώρα