Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2020

Ο καφές


 Στα είκοσί μου το έσκαγα από τη μάνα μου. Η μάνα ήξερε πως το πρωί θα φύγω για τη Σχολή κι εγώ αντί να πάρω το λεωφορείο για το Πολυτεχνείο, πήγαινα στα λεωφορεία για τα ΚΤΕΛ. Κούμπωνα μια ντραμαμίνη, -από μικρή ζαλίζομαι στις μεγάλες διαδρομές- και πήγαινα Κοζάνη, όπου σπούδαζε ο καλός μου (και μετέπειτα σύζυγός μου). 

Η μάνα ανησυχούσε; Δεν ανησυχούσε; Δεν το έχω ξεκαθαρισμένο στο μυαλό μου. Την έπαιρνα λοιπόν τηλέφωνο μόλις έφτανα, (εφτά; οχτώ ώρες ταξίδι) και της έλεγα είμαι Κοζάνη και δεν θα έρθω το βράδυ.  Ίσως θύμωνε, ίσως φώναζε. Εγώ ήμουν σε ήλικία που δεν άκουγα. Αγριοκάτσικο με φωνάζει ακόμα ο αδελφός μου. Στο τέλος η μάνα σήκωνε τα χέρια ψηλά. 

Εκεί στην Κοζάνη, λοιπόν, ο καλός μου είχε ένα συμφοιτητή το Βασίλη Μπιλίρη. Ο Βασίλης 21 ετών κάπου από την Πελοπόννησο. Κάναμε πολλή παρέα στην Κοζάνη. Όταν πήγαινα μαγειρεύαμε και οι τρεις, μαλώναμε, βγάζαμε αστείες φωτογραφίες. Ακόμα τις έχω. Φοιτηταριό. Ο καφές που πίναμε, από πάντα, ελληνικός. Ο Μπιλίρης ερχότανε από το πρωί, αράζαμε, φτιάχναμε μεγάλες κούπες καφέ και λέγαμε βλακείες. 

Τον καφέ τον έφτιαχνα εγώ. Μια μέρα ο καφές δεν του φάνηκε του Μπιλίρη τόσο καλός όσο έπρεπε. Ρουφάει λοιπόν μια γουλιά, πλαταγίζει τη γλώσσα, σηκώνει τα μάτια και με κοιτάει με καχύποπτο βλέμμα. 

"Γύρισε μωρή ο καφές;" 

Εννούσε αν έβρασε όσο έπρεπε, αν γύρισε το καϊμάκι. 

"Γύρισε", απάντησα εγώ. 

Εξακολούθησε να με κοιτάζει για λίγα δευτερόλεπτα  εξεταστικά, προσπαθώντας να καταλάβει αν του έλεγα  αλήθεια. Ύστερα άναψε τσιγάρο και συνέχισε να πίνει.

Ένα Σαββατοκύριακο που πήγα (πάλι σκαστή) Κοζάνη, ο Μπιλίρης δεν ήταν εκεί. Γκρεμίστηκε λέει με το αυτοκίνητο κάπου στο χωριό του. Στα 21. 

Έχουν περάσει άπειρα χρόνια από τότε. Όμως ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ μα ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ που φτιάχνω τον καφέ μου και περιμένω να φουσκώσει, ακούω τον Μπιλίρη από πάνω μου:

"Γύρισε, μωρή ο καφές;" 



Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2020

Αγαπίτσες

 



Αγαπίτσες...

Έλα να κάνουμε αγαπίτσες... Η καινούργια μου λέξη στο λεξικό μου. 

Χμ...

Κάποτε , μικρή, είχα διαβάσει ότι η ζωή του ανθρώπου σε αυτή τη γη αποτελείται από 50% ευτυχία και 50% δυστυχία. Ισορροπία παντού. Όταν αυτό το 50% της δυστυχίας ή της ευτυχίας μοιράζεται, δεν το καταλαβαίνεις. Όταν το 50% σου της δυστυχίας το ζήσεις μαζεμένο, ε, τότε,  φυσικά και θα το έχεις νιώσει στο τσουρουφλισμένο πετσί σου.   

Βέβαια, μπορεί και να μην είναι έτσι τα πράγματα. Βέβαια, υπάρχει πιθανότητα ένας άνθρωπος -πολλοί άνθρωποι - να ζουν ευτυχισμένοι μια ζωή και μακάρι να συνεχίζουν έτσι μέχρι την τελευταία τους ανάσα. Και το αντίθετο:  υπάρχει πιθανότητα η ευτυχία να μην πατήσει ποτέ το ευγενικό, χαριτωμένο, ανάλαφρο, καλογραμμένο της ποδι στη ζωή κάποιων ανθρώπων. Το γιατί είναι δικό της θέμα, σχεδόν ανεξήγητο. Σχεδόν. Γιατί οι ψυχολόγοι δίνουν την εξήγησή τους. Είναι θέμα -λένε- των επιλογών που κάνει  ο καθένας μας. Οι δε πνευματιστές είναι θέμα - λένε-  το προηγούμενο επιβεβαρυμένο κάρμα. Ελεύθεροι να δώσουν κάθε εξήγηση. Εμείς μένουμε στο γεγονός ότι, είτε το ένα είτε το άλλο,  απλά συμβαίνει.  

Κάποιος φίλος, μου εκμυστηρεύτηκε κάποτε ότι ήταν δυστυχισμένος από τη ρουτίνα που ζούσε μέσα στο σπίτι του και με ρώτησε με ποιον τρόπο την αντιμετωπίζω εγώ. Μου πήρε λίγο χρόνο να καταλάβω τι εννοούσε. Ρουτίνα; Χμ... Τι είναι η ρουτίνα; Είχα στη ζωή μου ρουτίνα; Πραγματικά αναρωτιόμουν για μερικά δευτερόλεπτα. Συμπέρανα πως δεν είχα ιδέα τι είναι η ρουτίνα, δεν είχα ποτέ. Ακόμα και τα χρόνια που ζούσα, ας πούμε, την εργασιακή ρουτίνα μου, βαρεμάρα δεν είχα νιώσει. 

Ένα καινούργιο μάθημα, ένα διαφορετικό project, η ανάληψη καινούργιων ευθυνών (αυτό ποτέ δεν το φοβήθηκα), κάτι να γράψω, κάτι να προτείνω σε άλλους, κάτι να δημιουργήσω. Δεν κάθησα ποτέ στα αυγά μου για να με πνίξει η ρουτίνα. Κάθε μέρα οι ώρες μου ήταν γεμάτες με δραστηριότητες, ίσως όχι όλες ευχάριστες, ωστόσο το βράδυ έπεφτα στο κρεβάτι με κάτι καινούργιο στο μυαλό, είχα φροντίσει μέσα στη μέρα να έχω να περιμένω κάτι για την αυριανή μου. Είναι σκηνοθετικό κόλπο αυτό. Εμείς σκηνοθετούμε τη ζωή μας. Όπως στα σήριαλ στην τηλεόραση που σταματούν στο πιο ενδιαφέρον σημείο ώστε να περιμέμεις με αγωνία το επόμενο επεισόδιο.

Για να επανέλθω. Στα χρόνια που πέρασα, υπήρξαν μέρες δυστυχισμένες. Μπορώ να τις μετρήσω για πολλές. Μέρες άτυχες, μέρες ίδιες, μέρες δύσκολες. Δεν ξέρω αν κατέλαβαν το 50% δυστυχίας μου ή λιγότερο ή περισσότερο και δεν είναι δικό μου θέμα να μετρήσω, είναι κάποιου από πάνω. Ωστόσο εκ του τέλους κρίνονται τα αποτελέσματα. 

Προς το παρόν ζω το 50% των ήσυχων, χαρούμενων και θα τολμήσω να πω ευτυχισμένων ημερών μου και δεν αφήνω να μου το χαλάσει κανένας αυτό. 

Και λέω "τολμώ" γιατί πολλές φορές - με το μικρότατο μυαλό μας-  δεν εκφράζουμε την ευτυχία μας, φοβούμενοι μην τη ματιάσουν.  Ωστόσο το Σύμπαν έχει αυτιά και ακούει. Και όταν μας δίνει κάτι καλό οφείλουμε να του απευθύνουμε τις ευχαριστίες μας. Είναι σημαντικό αυτό. Ενώ είμαστε συνηθισμένοι να ζητάμε πράγματα από το Σύμπαν (που ονομάζουμε Θεό), ξεχνάμε να ευχαριστήσουμε όταν αυτό που ζητήσαμε, μας δόθηκε. 

Εγώ σήμερα Ευχαριστώ που με βοήθησε να προσθέσω μια καινούργια λέξη στις λέξεις που ήξερα: "Αγαπίτσες".

Καλημέρα Σύμπαν και καλημέρα άνθρωποι.