Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2017







Έρχεται η μέρα, λοιπόν... Τη βλέπεις που βηματίζει έξω από το παράθυρο, χτυπάει το παντζούρι, χώνεται στις γρίλιες, φτάνει στο προσκεφάλι σου. Σε ξαφνιάζει λες και δεν την περίμενες. Σε ξαφνιάζει για το πόσο γρήγορα ήρθε. Κάθε πρωί, ξαφνιασμένος ανοίγεις τα μάτια, γιατί το σκοτάδι -το ξέρουμε άλλωστε- δεν έχει ανάγκη τα μάτια.
Το σκοτάδι είναι μαλωμένο με τον ύπνο. Πάει καιρός που ο ύπνος αρνιέται το σμίξιμο. Λέω πως φταίει που το σκοτάδι κρύβει τόσο καλά από τον ύπνο πως έχει την ανάγκη του. Βλέπεις, σε αντίθεση με το φως, το σκοτάδι δείχνει αυτοδύναμο: περπατάει τυφλό στα προαιώνια ταξίδια κι είναι αστείο που ποτέ δεν σκοντάφτει. Είναι αστείο, αν και είναι ολοφάνερο πως τα φαινόμενα απατούν: το σκοτάδι αποζητάει τον ύπνο. Αλλά, ας είναι.
Ξέρω γι' αυτό: Ξέρω πως το σκοτάδι απλώνεται ακόμα και μέσα στο σώμα. Στο μυαλό, επίσης. Απλώνεται. Γνωρίζω κόσμο που μέσα του είναι ολοσκότεινος. Δεν βλέπεις να μπεις. Είναι τόσο δυνατό το σκοτάδι!
Ωστόσο, έχω σκεφτεί πολύ. Στο φινάλε νομίζω πως κατέχω το μυστικό του: αιώνες παλεύει να καταλάβει το χώρο της καρδιάς. Μονάχα εκεί δεν βρίσκει πέρασμα. Έστω μια μικρή, τοσοδούλικη τρυπούλα να εισχωρήσει. Πασχίζει αιώνια. Κούραση αιώνια.
Γι' αυτό το λόγο το σκοτάδι είναι γεμάτο θλίψη. Γι' αυτό το λόγο το σκάει τόσο βιαστικά το πρωί. Γι' αυτό το λόγο παλεύει κάθε μέρα με τη μέρα. Αιώνια κούραση.
(Μη σας ξεφύγει:)
το σκοτάδι, γι' αυτό το λόγο, τα βράδια, κλαίει.