Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

Ο Τσέζαρε Παβέζε (ιταλικάCesare Pavese9 Σεπτεμβρίου 1908 - 27 Αυγούστου 1950) ήταν Ιταλός ποιητής, μυθιστοριογράφος, κριτικός λογοτεχνίας και μεταφραστής που συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ού αιώνα στη χώρα του.Εντούτοις, ερωτική απογοήτευση (από την Constance Dowling) και πολιτική απομυθοποίηση, τον οδήγησαν στην αυτοκτονία, από υπερβολική δόση βαρβιτουρικών, στις 27 Αυγούστου 1950.

 https://el.wikipedia.org.
Αποτέλεσμα εικόνας για τσεζαρε παβεζε ποιηση


Είσαι σαν κάποια γη

Είσαι σαν κάποια γη
που κανένας ποτέ δεν ονόμασε.
Δεν περιμένεις τίποτα
μόνο τη λέξη
που θ’ αναβλύσει απ’ το βάθος
σαν καρπός στα κλαριά.
Ένας άνεμος σε προλαβαίνει.
Στεγνά και μαραμένα πράγματα
σε κατακλύζανε και φεύγουν με τον άνεμο.
Μέλη και λόγια αρχαία. Τρέμεις
μέσα στο καλοκαίρι.

Τσεζάρε Παβέζε

Αποτέλεσμα εικόνας για τσεζαρε παβεζε ποιηση

ΑΝΟΧΗ

Βρέχει αθόρυβα στο λειβάδι της θάλασσας.
Κανείς δεν διαβαίνει τους βρώμικους δρόμους.
Μια γυναίκα μόνη κατέβηκε απ’ το τραίνο:
Μέσα από το παλτό της φάνηκε το ανοιχτόχρωμο μεσοφόρι
και τα πόδια της χάνονται στο σκοτάδι της πόρτας.

Ένα χωριό θα ’λεγες βυθισμένο. Το βράδυ
στάζει κρύο πάνω σ’ όλα τα κατώφλια και τα σπίτια
αφήνουν γαλανό καπνό μέσα απ’ τους ίσκιους. Κοκκινωπά
ανάβουν τα παράθυρα. Και κάποιο φως ανάβει
μέσα από τα μισόκλειστα παραθυρόφυλλα του σκοτεινού σπιτιού.

Αύριο θα κάνει κρύο κι ο ήλιος θα στέκει πάνω απ’ τη θάλασσα.
Μια γυναίκα με μεσοφόρι σφουγγίζει το στόμα της
στη βρύση, κι ο αφρός κοκκινίζει. Έχει σκληρά ξανθά
μαλλιά, όμοια με τις φλούδες των πορτοκαλλιών
που είναι στο χώμα. Σκυφτή στη βρύση λοξοκυττάει
ένα μαυριδερό μορτάκι που την κόβει μαγεμένο.
Γυναίκες μελαγχολικές διάπλατα ανοίγουν στην πλατεία τα παράθυρα
οι άντρες τους λαγοκοιμούνται ακόμα στο σκοτάδι.

Όταν το βράδυ επιστρέφει ξανάρχεται η βροχή
κροταλίζοντας πάνω σε πλήθος αναμμένων μαγκαλιών. Οι παντρεμένες
αερίζουν τα κάρβουνα, ρίχνουν ματιές στο σκυθρωπό
σπίτι και στην έρημη βρύση. Το σπίτι
έχει τα παραθυρόφυλλα κλειστά, όμως υπάρχει μέσα ένα κρεβάτι,
και πάνω μια ξανθιά κερδίζει τη ζωή.
Απ’ άκρη σ’ άκρη όλο το χωριό τη νύχτα αναπαύεται,
εκτός απ’ την ξανθιά που πλένεται με την αυγή.


Μετάφραση Θανάσης Κουτλής

Από το βιβλίο «Οκτώ Ιταλοί Ποιητές», εκδ. ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ 2000


 
http:http://ppirinas.blogspot.gr/2013/09/blog-post_9.html//pphttp://htthttp://ppirinas.blogspot.gr/2013/09/blog-post_9.htmlp://ppirinas.blogspot.gr/2013/09/blog-post_9.htmlppirinas.blogspot.gr/2013/09/blog-post_9.htmlirinas.blogspot.gr/2013/09/blog-post_9.html

Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016


Αποτέλεσμα εικόνας για κελιά μοναστηρι νυχτα


Πλαγιάσαμε στην αυλή του μοναστηριού αραδαριά. Ήτον καλοκαίρι, θερτής μήνας, πούναι μια χαρά να κοιμάται κανένας όξω. Αλλά πού να βρω ύπνο 'γώ. Όχι γιατ' είχα κοντά μου προσάναμμα. Ο Θεός μάρτυράς μου. Η δασκάλα κοιμόταν πολύ μακριά, στην άκρη άκρη, πίσω από το νιο τ' αντρόγυνο. Αλλά γιατ' όταν έτσι τυχαίνει να ξενυχτίζω στην εξοχή, η όψη, η θέα της ξυπνάει κάποιο αίσθημα κρυφό κι άγνωρο μἐσα μου που δε μπορώ να το λαρώσω. Κι αγρύπναγα ξαπλωμένος από κάτω από το σκέπασμά μου, κοιτάζοντας στον ξάστερο ουρανό το φεγγάρι όπ' αρμένιζε αγάλια αγάλια εκεί απάνου και περίχυνε με το λαμπρό του φως όλη την πλάση κάτου. Οι ίσκιοι των δέντρων της αυλής έπεφταν σαν φαντάσματα γύρω μου κι απάνου στις σκεπές των κελιών. Αεράκι δε φύσαγε ολότελα. Φύλλο δεν εκουνιόταν. Νεκρίλα διάπλατη, σιωπή βαθύτατη βασίλευε. Ούτε λαλίτσα νυχτοπουλιού, ούτε αχός φλογέρας. Ουδέ βάδισμα σκύλου, ούδ' αγωγιάτη σαλαγή, ουδέ κυπρί ζώου δεν αγροικάτο. Ο λογισμός μου πέταγε ελεύθερος, ανέμποδος και γοργός στ' άπειρο τ' αψήλου κ' εδροσολογιέταν μέσα στα μυστικά κάλλια της σεληνοφώτιστης νύχτας. Κάποτε μούρχετο και να σηκωθώ, να πεταχτώ όξω από το μοναστήρι και να χωθώ μέσα στα ρουμάνια του, να μονιάσω σαν το θεριό. Μου φαινόταν πως, έτσι μονάχα, θα νά βρεσκα λαρωμό, πως θα να γλυκοκοιμιόμουν. Κι όσο να σκάσει της χαραγής τ' άστρι στο καταρράχι του βουνού, κ' εγώ δε θυμάμαι πλια πόσα γλυκομιλήματα κρυφά ν' άλλαξα με τη δροσερή και μοσχοβολισμένη εκείνη νύχτα, σα βασίλεψε και το φεγγάρι στερνά και μας αφήκε στα σκοτεινά έτσι ολομόναχους.
Κώστας Κρυστάλλης 1868-1894
Η ΔΑΣΚΑΛΑ
Αποτέλεσμα εικόνας για νυχτα τοπίο

Σάββατο 13 Αυγούστου 2016


Φλεγμονή



Φίλε, σε κόβω.
Για να σε χωνέψω θα πίνω λεμονάδες μέχρι να ξημερώσει.
Σε κόβω, φίλε!
Σβήνω το τηλέφωνό σου από τις επαφές, διαγράφω τις selfies που εσύ ήθελες να τραβήξουμε, γιατί άραγε τις ήθελες τις ρημάδες, αφού είχες βάλει σκοπό να με παρατήσεις στα κρύα του λουτρού; 
Φίλε, πολιτιστικέ σύντροφε, προδότη, είσαι τουλάχιστον ικανοποιημένος που πάτησες την κορφή των Ιμαλαΐων; 
Αλλά έτσι είμαι εγώ: σε κόβω. Εκεί που νομίζεις πως είμαι λιώμα, εκεί που νομίζεις ότι πεθαίνω από έρωτα, εκεί που περιμένεις να βουρκώσει το μάτι, εκεί που την έχεις στημένη να με λυπηθείς, εγώ σε κόβω. Σε κόβω μόλις αρχίζει ο πόνος. Πριν καταντήσεις φλεγμονή και χρόνια πάθηση. Σε κόβω ευκολότερα κι από ότι κόβω το τσιγάρο, φίλε. Εκείνο με δυσκόλεψε περισσότερο. Εκείνο δεν μπορώ να το κόψω. Να! Το ομολογώ. Ούτε τσιγάρο ούτε φαγητό μπορώ να κόψω, πρώην πολιτιστικέ μου σύντροφε. Μα εσένα μπορώ. Σε κόβω μεγάλα κομμάτια. Φέτες. Μπουκιές. Ψίχουλα. Τρίμματα που τα σηκώνει ο αέρας και καθαρίζει η σκέψη μου. Καθαρίζει από αυτό που τη λέρωσε. Δεν ξέρω αν το χαμπάριασες, φίλε, αλλά με λέρωσες. Ευτυχώς: Καθάρισα γρήγορα. Καθάρισα. Η καθαριότης είναι μισή αρχοντιά. Όλοι το λένε. Κι εγώ είμαι αρχόντισσα. Αρχόντισσα, φίλε. Στην κορυφή των Ιμαλαΐων. Η ίδια η κορυφή.    

 

Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016


Κατά τον τρόπο του Ρολάν

Κλείνω το τηλέφωνο: Είναι μια τιμωρία διττή:Νομίζοντας πως τιμωρώ τον άλλο -επειδή από το πρωί περιμένω τηλέφωνό του και θεωρώ πως με ξέχασε, το κλείνω για να τον τιμωρήσω. Στο βάθος είμαι σίγουρος ότι θα πάρει. Τον αφήνω λοιπόν για λίγο να με ψάχνει και να μην μπορεί να με βρει.
Στην πραγματικότητα τιμωρώ την απουσία που δείχνει με την αμέλειά του και η οποία με πονά. Συγχρόνως τιμωρώ τον εαυτό μου: Βασανίζομαι από τύψεις (κάτι σοβαρό μπορεί να του συμβαίνει), από αυτοκριτική (θα μπορούσα να του τηλεφωνήσω εγώ). Επιπλέον βασανίζομαι επειδή αποστερούμαι τη φωνή που με κάνει χαρούμενο. Στην ουσία τιμωρώ τον άλλο, αυτοτιμωρούμενος, βαφτίζοντας αξιοπρέπεια τον εγωισμό:Δεν δίνω την ευκαιρία στον άλλο  να με θεωρήσει δεδομένο. Αμύνομαι προκαταβολικά στον ερωτικό πόνο που θα προκαλέσει ένας πιθανολογούμενος χωρισμός. Έτσι φτιάχνω "μαγιά" από την οποία παρασκευάζεται το αντίδοτο στον επερχόμενο πόνο.
Ε.Κ.










Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016


"Kυρία, θα σε αγγίξω με τον νου μου.
Θα σε αγγίξω και θα σε αγγίξω και θα σε αγγίξω
ώσπου να μου δώσεις
ξαφνικά ένα χαμόγελο, συνεσταλμένα άσεμνο
(κυρία θα σε
αγγίξω με τον νου μου.) Θα σε αγγίξω,
αυτό είναι όλο,
απαλά κι εσύ ολότερα θα γίνεις
με απέραντη ευκολία
το ποίημα που δεν θα γράψω."
Επέτειος 
 Ντίνος Χριστιανόπουλος 
Δεν ξέρω τι της έκανες αυτής της καρδιάς και ξημεροβραδιάζεται με τ' όνομά σου όμως εγώ είμαι αδύνατος άνθρωπος, η σάρκα μου πονάει, θέλει να φάει, το αίμα μου κρυώνει, θέλει να ζεσταθεί... Να φύγεις απ' τη μνήμη μου και την καρδιά μου... 
Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά 
 Νίκος Καζαντζάκης 
Πώς αλλάζει, ανάλογα με το κλίμα, με τη σιωπή, με τη μοναξιά ή τη συντροφιά, η ψυχή του ανθρώπου...
Οι φίλοι
Ευτυχία Κοσμαδοπούλου
Οι φίλοι έμειναν ακίνητοι σαν δέντρα
στο λόφο των ανέμων
η αγάπη μου πότισε τα ακίνητα δέντρα
στο λόφο των ανέμων.