Παρασκευή 27 Μαΐου 2016


Το Αποστακτήριο του Λόγου και της Τέχνης
Η Ελένη Παπακώστα σχολιάζει τις "Σημαδεμένες" της Ευτυχίας Κοσμαδοπούλου



Ευτυχία Κοσμαδοπούλου

«Οι Σημαδεμένες»

Εκδόσεις Γαβριηλίδης
Η εικοσιπεντάχρονη Ζωή ζει στην Αθήνα. Είναι μια κοπέλα ήσυχη, συγκρατημένη, που εκείνη τη χρονική περίοδο «δεν ήθελε τίποτα να ταράξει τη ζωή της», παρά την απασχολούσε η επαγγελματική της αποκατάσταση. Η Ζωή συναντά τυχαία σ’ ένα ταξίδι της το Νίκο και κάπου εκεί αρχίζει η μεγάλη περιπέτεια της ζωής της… Μια σχέση με ένοχα μυστικά και μεγάλα ερωτηματικά, που θα οδηγήσει την ηρωίδα σε ακραίες καταστάσεις… Όταν τελικά η ηρωίδα καταφεύγει στη Σύρο, τόπο καταγωγής της μητέρας της, για να δραπετεύσει από τα φαντάσματα του παρελθόντος, θα γνωρίσει την Αναστασία και θα ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή της… Αντικείμενο της μελέτης της, η ζωή και η θέση των γυναικών στην κοινωνία, το πώς οι ίδιες συμπεριφέρονται και το πώς αντιμετωπίζονται από τους άλλους. Σε ποιες αλήθειες θα την οδηγήσει αυτή η έρευνα και πόσο θα επηρεάσουν τη ζωή της; Ποια θαμμένα μυστικά θα αποκαλυφθούν και πόσο αφορούν την ίδια;
Πρωταγωνίστριες του μυθιστορήματος αυτού είναι οι γυναίκες. Γυναίκες «Σημαδεμένες», κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ενδοοικογενειακή βία, σεξουαλική κακοποίηση και ψυχικά τραύματα που δύσκολα επουλώνονται. Απιστία, κατάθλιψη κι εγκατάλειψη, συμπληρώνουν το πάζλ της δυστυχίας τους. Άραγε η εκδίκηση μπορεί να εξαγνίσει το κακό ή είναι ένα δρόμος που οδηγεί σε δύσβατα μονοπάτια;
Υπάρχουν και γυναίκες ωστόσο, που καταμαρτυρούν την άλλη όψη του νομίσματος. Γυναίκες – θύτες, που με θεμιτά και αθέμιτα μέσα και άκρως ισοπεδωτικές συμπεριφορές, προσπαθούν να πετύχουν τον σκοπό τους.
Η συγγραφέας διεισδύει με χειρουργικό τρόπο μέσα σε σημαντικά κοινωνικά ζητήματα και τα εξετάζει σε βάθος. Εξωσυζυγικές σχέσεις, μεγάλωμα παιδιών σε μονογονεϊκές  οικογένειες, ομοφυλοφιλία, υπογονιμότητα. Δίνει ωστόσο βαρύτητα και σε δευτερεύοντα θέματα όπως η συμβίωση συντρόφων με διαφορά ηλικίας, το ερωτικό πάθος που τυφλώνει και δεν αφήνει το άτομο να δει καθαρά και να κρίνει σωστά, η παθολογική ερωτική ζήλια που οδηγεί πολλές φορές σε ακραίες συμπεριφορές, ο ανταγωνισμός μεταξύ των γυναικών.

Με ανυπέρβλητη επιδεξιότητα η Ευτυχία Κοσμαδοπούλου, πετυχαίνει να εναλλάσσει τα συναισθήματα του αναγνώστη, καθώς όσο περισσότερο διεισδύει στο βιβλίο, τόσο κατακλύζεται από οργή, ικανοποίηση, λύπη, οίκτο, χαρά, απογοήτευση, πόνο, αγαλλίαση. Συμπάσχει με τους ήρωες και ακολουθεί κάθε βήμα τους, χωρίς να μένει παγερά αδιάφορος  απέναντι σε κτηνώδεις συμπεριφορές.

Η συγγραφέας, με τη συνεχή χρήση των παρομοιώσεων και των αντιθέσεων καταφέρνει να κάνει την αφήγηση της πιο ζωντανή, δημιουργώντας εικόνες στο μυαλό του αναγνώστη. Τολμά να μιλήσει για πράγματα και καταστάσεις που άλλοι συγγραφείς θα απέφευγαν να αναφερθούν, χωρίς να ωραιοποιεί το παραμικρό, λέγοντας τα πράγματα με το όνομά τους. Θετική εντύπωση μου έκανε επίσης ο ευρηματικός και πρωτότυπος τίτλος κάθε κεφαλαίου, που αποτελείται από ένα γνωμικό.

Θεωρώ πραγματική τύχη και ευλογία που βρέθηκαν στα χέρια μου οι «Σημαδεμένες», καθώς είναι ένα μυθιστόρημα που μιλάει κατευθείαν στην καρδιά μας και τονίζει ιδιαίτερα τη σημασία της αγάπης…

Παπακώστα Ελένη  

Πτυχιούχος Τμήματος Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Α.Π.Θ.


Last Updated on Friday, 27 May 2016 16:01   
Αποστολή από την Αλληλογραφία των Windows

Πέμπτη 26 Μαΐου 2016

Μα τι γυρεύουν οι ψυχές μας ταξιδεύοντας 

(Μυθιστόρημα, Η’, Γιώργος Σεφέρης)

στριμωγμένες με γυναίκες κίτρινες και μωρά που κλαίνε
χωρίς να μπορούν να ξεχαστούν ούτε με τα χελιδονόψαρα
ούτε με τ’ άστρα που δηλώνουν στην άκρη τα κατάρτια.
Τριμμένες από τους δίσκους των φωνογράφων
δεμένες άθελα μ’ ανύπαρχτα προσκυνήματα
μουρμουρίζοντας σπασμένες σκέψεις από ξένες γλώσσες.
Μα τι γυρεύουν οι ψυχές μας ταξιδεύοντας
πάνω στα σαπισμένα θαλάσσια ξύλα
από λιμάνι σε λιμάνι;
Μετακινώντας τσακισμένες πέτρες, ανασαίνοντας
τη δροσιά του πεύκου πιο δύσκολα κάθε μέρα,
κολυμπώντας στα νερά τούτης της θάλασσας
κι εκείνης της θάλασσας,
χωρίς αφή
χωρίς ανθρώπους
μέσα σε μια πατρίδα που δεν είναι πια δική μας
ούτε δική σας.
Το ξέραμε πως ήταν ωραία τα νησιά
κάπου εδώ τριγύρω που ψηλαφούμε
λίγο πιο χαμηλά ή λίγο πιο ψηλά
ένα ελάχιστο διάστημα.















Μα τι γυρεύω
επιτέλους 
χορδή ακούρδιστη στο ρυθμό του κόσμου
τι γυρεύω
σε αυτοκινητόδρομους που διασχίζουν ερήμους φιλιών
επιτέλους
τι είναι αυτό που περιμένω να ενσαρκωθεί
αυτό που διεκδικούνε  εραστές χιλιάδες
κι είναι τόσο παράξενο 
μυριάδες σώματα
να ποθούν το ίδιο
ας βρεθεί κάποιος 
επιτέλους 
να πει
τι είναι; 
Ε.Κ.

Σάββατο 21 Μαΐου 2016


Δημήτρης Πέτρου, Ποιήματα

πηγή: http://www.poiein.gr/archives/10307
Κατηγορία: Νέοι Ποιητές, καταχώρηση από: Σπύρος Αραβανής

Τσιγάρα το ένα πίσω απ’ τ’ άλλο
Απασφαλισμένες χειροβομβίδες
Ανάβουν και σβήνουν στο σκοτάδι
Σήματα μορς-τρεις βαθιές ,τρεις κοφτές-
Τσακίζονται στο τασάκι και στοιβάζονται
Σαν τα σ’ αγαπώ που δεν πρόλαβες ν’ ακούσεις.


Εμπλουτισμένη με μέταλλα και ιχνοστοιχεία
Και με όλα τα συμπλέγματα των βιταμινών
-ά ,μπέ- είναι πλέον η ζωή μας
γεμάτη συμπλέγματα μέχρι τον λαιμό
ενισχυμένη με αναβράζουσες ελπίδες παυσιπονίας
που λειώνουν στην πρώτη βροχή του φθινόπωρου των αναχωρήσεων
τόσο ισχυρά ανοσοποιημένη ,τόσο δυνατή
με ενέσεις μη πυρετογόνων δειλινών
για να είμαστε υγιείς ,ψυχικά και σωματικά
ευθυτενείς και γελαστοί ,τόσο γελαστοί
που σχεδόν ξεχάσαμε τον θάνατο
τόσο υγιείς που σχεδόν μας ξέχασε κι αυτός
πορευόμαστε
ως την υστάτη στιγμή
προς την ανίατη αθανασία του αύριο
προς την παχύσαρκη ελαφρότητα του κενού
χτυπώντας ο ένας τον άλλον στην πλάτη χλιαρά
πορευόμαστε
θανάσιμα υγιείς προς τη μη ζωή.



Μέσα στους δρόμους της πόλης
-της κάθε πόλης που σε δέχτηκε-
συντελείται καθημερινά ένα μικρό θαύμα
Κι ας μην είσαι άλλο πια εκεί
Έχουν την ικανότητα η άσφαλτος και τα πεζοδρόμια
ν’ αποτυπώνουν τα βήματα σου
Κι όπου πάτησες αναβλύζει δάκρυ
Ανεπαίσθητες αλλαγές προκάλεσες
-Εν αγνοία σου-
Στην ρυμοτομία και στα πάρκα
Όπως πάντα προκαλούσες σε καθετί που σε γνώριζε
Χωρίς καν μια υποψία υπεροχής
Απλά κι ανακουφιστικά
Όπως το νερό που σκάβει τ’ αυλάκι
Πατάς κι ορίζεις ,κοιτάς και δημιουργούνται
Ωσάν να τ’ άγγιξε το χάδι του Μίδα
Και γίνονται χρυσές οι ακακίες
Κι αστράφτουνε τα λεωφορεία της γραμμής
Μέσα στην ομίχλη του Δεκέμβρη
Και οι ταμπέλες των οδών
μ’ όμορφα καλλιγραφικά γράμματα
γράφουν τ’ όνομα σου.


Σαν να καθαρίζω εκκλησιές
Γράφω λέξεις
Κι είναι ο καφές μου το πρωί
Ξύδι και χολή
Απ’ τις νυχτερινές περιπλανήσεις στον ελαιώνα
*
Παραλλαγή
Αυτό το φεγγάρι δεν μ’ αφήνει να σε ξεχάσω
Σαν το πρόσωπο σου λάμπει
Και στέκεται καλογυαλισμένο
Σαν δίσκος κοπής πάνω απ’ το κεφάλι μου


(Στον ανυπόμονο ποιητή)
Άσε τους νέους να χτίζουν το μέλλον τους πάνω σε τάφειους έρωτες
Κατηγορώ το έχουμε καιρό
Τέτοιες μέρες που είναι να μην σηκώνεις κεφάλι
Να μην αντιμιλάς στο καθιερωμένο
Κάρφωσε σανίδες στα παράθυρα της ψυχής σου
Οχυρώσου πίσω από τις στοίβες των ισχνών λαμπτήρων
Και προπαντός! Μην ξεχνάς να είσαι οπλισμένος
Μ ‘ένα στύλο και μπόλικα βαρέλια εκρηκτικής μελανής
Κρύψου μέσα σου και περίμενε.
Όταν σου χτυπήσουν την πόρτα ,
άναψε τον τελευταίο σου στίχο
και ανατίναξε μ ‘αυτόν το χαρτομάνι του μυαλού σου
να σκορπιστεί σαν κομφετί στα κεφάλια των απορημένων περαστικών
(20 χρόνια σκέφτομαι ποίηση ,τώρα απλά την γράφω)


Υπάρχει πάντα μια ομορφιά που δεν αναπαλαιώνεται. 
Ένα λιβάδι μαργαρίτες στα υψίπεδα 
και στο κέντρο ένας γάιδαρος, 
να τρώει ανέμελος. 
Υπάρχει αυτό που λέμε: εκλεκτικός μηχανισμός. 
Και μια πόλη επαρχιακή, 
να μπαίνεις απόγευμα 
με τα φώτα ξεχασμένα στη μεγάλη σκάλα. 
Ένα αίσθημα μισό. 
Ένα παράθυρο κόντρα στο βορινό άνεμο. 
Υπάρχει αυτή η μέρα, 
που κάποτε θα ξεχαστεί και μια άλλη, 
που θα καίγεται αδιάκοπα στο μακρινό μέλλον. 
Και πίσω από αυτά 
οι μυστικές συνάξεις των φυλακισμένων.



Γεννήθηκε στη Δράμα το 1970 όπου και ζει. 


Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

 
Οκτάβιο Παζ

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ
Άλλαξε τους την πίστη
Άρπαξ’ τες απ’ την ουρά
(ας στριγγλίζουν οι πουτάνες)
Μαστίγωσε τες,
Βάλ’ τους ζάχαρη στο στόμα
Στις αχαλίνωτες,
φούσκωσε τες σαν μπαλόνια, τρύπησε τες,
Ρούφηξε τους αίμα και μεδούλι,
Ξέρανε τες (ευνούχισε τες)
Ποδοπάτησε τες, πετεινέ δανδή,
Στρίψ’ τους το λαρύγγι, μάγειρα,
Ξεπουπούλιασε τες,
Ξεκοίλιασε τες, ταύρε,
Βόδι, σύρε τες στο χώμα,
Καν’ τες, ποιητή,
Κάνε τες να καταπιούν
Όλες τις λέξεις.

             






Γιώργης Παυλόπουλος 
Τα Αντικλείδια

Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιός το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. ∆εν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.
Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
(Τα Αντικλείδια)





Στης Κίρκης

Πλάγιαζα στο σκοτάδι και την περίμενα
ακούγοντας ν’ ανεβαίνει τη σκάλα
μέσ’ στη δροσιά του σπιτιού
σαν ψίθυρος από φιλιά κι ανάσες.
Γύρευα τότε να ξεφύγω
μα η ομορφιά της στάλαζε στα κόκαλά μου
νύχτες που μελετούσα το κενό
πηγαίνοντας από την ηδονή στον Άδη.
Και τα λαγόνια της να φέγγουνε στον ύπνο μου
ματόκλαδα και χείλια που τάσκιζε ο πόθος μου
κι ο γυρισμός στον ύπνο μου μονάχα
λίγος καπνός από μακριά
λουλούδια κι ένα δροσερό σταμνί.
Και το καράβι μου στον κήπο της
δεμένο κι άγρυπνο
σαν ένα μεγάλο μαύρο σκυλί
μου θύμιζε κάποτε τους σύντροφους που χάθηκαν
ή τις παράξενες αφορμές της αγάπης.
(Το κατώγι)

33

Όλοι χωράμε
οι ζωντανοί κι οι νεκροί
σ’ ένα ποίημα.
(Τριαντατρία Χαϊκού)

Γιώργης Παυλόπουλος

Τετάρτη 18 Μαΐου 2016


ΟΡΚΟΣ ΑΝΩΦΕΛΗΣ

Πάει καιρός
που έκρυψες το γέλιο σου
σ' ένα σκουριασμένο λεπίδι
από τη μακρινή Ολλανδία
εγώ στο έδωσα
θυμάσαι;
θυμάσαι που με φίλησες στην άκρη των χειλιών και είπες
ότι τα προαιώνια μάγια
δεν πιάνουνε σε μας
κι εγώ σε πίστεψα
και ξαφνικά τα πουλιά σταμάτησαν τον λόγο τους
λες κι ήθελαν να πουν κάτι
μα εγώ πίστευα εσένα
χίμηξαν πάνω μου
κουρέλιασαν το πουκάμισό μου
μα εγώ πίστεψα εσένα
έφτυναν στάρι και ψίχουλα
στο αχυρένιο στρώμα
μα εγώ είχα ορκιστεί να πιστεύω εσένα.
Ε.Κ.


Κι η μισημένη η Έριδα τον Πόνο γέννησε που βασανίζει, γέννησε και την Λήθη και την Πείνα, 
και τις Πληγές που δάκρυ τις ποτίζει,
τους Πόλεμους, τους Φόβους και τις Μάχες και τ' Αντροσκοτώματα
και τις Φιλονικίες και τ' απατηλά τα Λόγια 

και τις Κρισοδικίες και την
Κακονομία και την Απάτη, 

πούναι συχνά φιλί-κλειδί τα δύο τους,
και τον Όρκο, 

π' αλήθεια αυτός τις πιο πολλές έχει σωριάσει συφορές
του ανθρώπου, 

γιατί αλλοί και τρισαλλοί, 
σ' αυτόν που ψεύτικα
-κι είναι εις γνώση του- 

τον πάρει!". 
(Ησίοδος, Θεογονία). 


Δευτέρα 16 Μαΐου 2016


«Μέχρι να κάνεις το ασυνείδητο συνειδητό, αυτό θα κατευθύνει τη ζωή σου, κι εσύ θα το αποκαλείς πεπρωμένο» Karl Jung
Το τραύμα
Το ψυχολογικό τραύμα είναι ένα είδος βλάβης στον ψυχικό κόσμο που συμβαίνει ως αποτέλεσμα ενός τραυματικού γεγονότος. Όταν το τραύμα οδηγεί στην Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες η βλάβη μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στη χημεία του εγκεφάλου με δημιουργία δυσκολιών του ατόμου στην επαρκή διαχείριση του στρες.
Ένα στρεσογόνο γεγονός μπρορεί να γίνει τραυματικό αν:
Συνέβη απρόσμενα
Δεν ήσουν προετοιμασμένος για αυτό
Ένοιωσες αδύναμος να το εμποδίσεις
Συνέβη επαναλαμβανόμενα
Κάποιος ήταν σκόπιμα σκληρός απέναντί σου
Συνέβη στην παιδική ηλικία

Αυτό που έγινε στην πραγματικότητα , είναι ότι μπήκε σε λειτουργία ένας μηχανισμός αποδυνάμωσης που έρχεται στο προσκήνιο ακόμα και όταν δεν υφίσταται το γεγονός.
Νιώθεις αδύναμος και βιώνεις ένα έντονο αίσθημα κατάρρευσης, και έντονο ψυχολογικό πόνο που είναι υπερβολικά ως αντιδράσεις σε σχέση με το νέο γεγονός που τα προκάλεσε.

Πιθανά γεγονότα που βάζουν μπροστά τον μηχανισμό αποδυνάμωσης:
1)Σωματική κούραση
2)Έλλειψη επαρκούς ύπνου
3)Πείνα, δίψα , ζέστη -ό,τι προκαλεί σωματική δυσφορία
4)Χώροι με πολύ κόσμο
5)Σκέψη που έφερε στο προσκήνιο το τραυματικό γεγονός
6)Κατάσταση άγχους για κάτι που έχεις να αντιμετωπίσεις
7)Συνθήκες που μοιάζουν έστω και λίγο με το τραυματικό γεγονός
8)Ταινίες που περιγράφουν σωματική ή ψυχολογική βία

Μια τέτοια κατάσταση δεν είναι σπάνια, μια και συμβαίνει σε πολλούς ανθρώπους που έχουν ζήσει ένα τραυματικό γεγονός. Συχνά τους συνοδεύει σε όλη τους τη ζωή. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να λειτουργήσουν και να συνεχίσουν κανονικά τη ζωή τους.

Η λύση είναι η εξής:
1) Παρακολουθείς αυτό που σου συμβαίνει και αφιερώνεις λίγο χρόνο στους τωρινούς λόγους που το προκάλεσαν. Γράψε κάπου τους λόγους αυτούς.
2) Έλεγξε το περιεχόμενο των σκέψεων τη στιγμή που αναζωπυρώνεται το τραύμα. Αν σκεφτείς τα ίδια πράγματα μια άλλη ήρεμη στιγμή θα μπορέσεις να αμφισβητήσεις την εγκυρότητά τους. Εκείνη τη στιγμή "μιλάει το τραύμα" και όχι η λογική σου.
3) Βίωσε και ονόμασε τα συναισθήματα που αισθάνεσαι κατά τη διάρκεια της αποδυνάμωσης.
4) Όταν περάσει, σκέψου τρόπους ώστε την επόμενη φορά να διαρκέσει λιγότερο και να μην είναι τόσο έντονο. 
Αν καταφέρεις να στρέψεις την προσοχή σου κάπου αλλού εκείνη τη στιγμή, ο εαυτός σου δεν θα διαθέτει μόνο έναν μηχανισμό αποδυνάμωσης, αλλά και έναν μηχανισμό ελέγχου των συναισθημάτων σου.
Σιγά σιγά η κατάσταση γίνεται όλο και πιο εύκολη, μέχρι να ελαχιστοποιηθεί ή και εξαλειφθεί.
Ειδικά αν μάθεις να αναγνωρίζεις τις πρώτες στιγμές, όταν ξεκινά να εκδηλώνεται, μπορείς μετά μέσα σε δευτερόλεπτα να εμποδίσεις την εκδήλωση των δυσάρεστων συναισθημάτων.
Μην αφήσεις τις δυσάρεστες αναμνήσεις να σου καθορίσουν τη ζωή, ακόμα κι αν ο ίδιος σου ο εαυτός σου λέει πως δεν μπορείς να το αντιμετωπίσεις. Η αλήθεια είναι ότι μόλις δεις πώς λειτουργεί, έχεις κερδίσει τη μισή μάχη.

Πηγή: http://vromodouleia.blogspot.gr/2010/03/blog-post_30.html


The Hurt Child by Margaret Atwood
-from The Door

Το τραυματισμένο παιδί
Το τραυματισμένο παιδί θα σε δαγκώσει.
Το τραυματισμένο παιδί θα γίνει ένα πλάσμα τρομερό
Και θα σε δαγκώσει εκεί που στέκεσαι.
Το τραυματισμένο παιδί θα βγάλει μια πέτσα
Πάνω στην πληγή που εσύ του έδωσες
-ή που δεν έδωσες, γιατί το τραύμα
δεν είναι δώρο,
το δώρο το δέχεσαι ελεύθερα
ενώ το παιδί δεν είχε άλλη επιλογή.

Και θα βγάλει μια πέτσα πάνω στην πληγή,
στο συσσωρευμένο τραύμα, στο τραύμα κειμήλιο
Που ξεσφήνωσες από σένα σαν να ήταν σφαίρα
και το φύτεψες στη σάρκα του 
 πέτσα τομάρι, δέρμα γδαρμένο,
πέτσα καμένη, σουβλερό δόντι ψαριού
- σαν μωρού στραβό δόντι -
Και θα σε δαγκώσει

Και θα σε πιάσει ένα κλάμα άθλιο
-Όπως το συνηθίζεις-
Και θα παλέψεις
βγάζοντας την πάλη έξω απ’ το κουτί
που έχει ετικέτα με τη λέξη  “Μάχες” 
όπου φυλάς μέσα του τόσο προσεκτικά τις μάχες
για επείγουσες ανάγκες 
Και αυτή θα είναι μία από αυτές.

Και το τραυματισμένο παιδί θα χάσει τον αγώνα
Και θα τρικλίζει στα προάστια, και θα προκαλέσει
πανικό στα φαρμακεία, και κοσμοχαλασιά
στα μπάρμπεκιου
και θα λένε «βοήθεια βοήθεια ένα τέρας»
Και θα μπει στις ειδήσεις

Και θα κυνηγηθεί με σκυλιά, 
και θ’ αφήσει τούφες τρίχες πίσω του, γούνα, 
 δέρμα και μωρουδίστικα δόντια και δάκρυα
από την εποχή που κόπηκε
και σπασμένο γυαλί
Και θα κρύβεται σε υπονόμους,
σε αποθήκες εργαλείων, κάτω από θάμνους
γλείφοντας τις πληγές του, την οργή του,
την οργή που εσύ του έδωσες
Και θα σύρει τον εαυτό του σε πηγάδι,
σε λίμνη, σε ρέμα, σε δεξαμενή
Γιατί διψάει
Γιατί είναι ένα τέρας
με οργισμένη δίψα
που μοιάζει να έχει αγκάθια παντού πάνω του.
Και τα σκυλιά και οι κυνηγοί θα το βρουν
να στέκεται στην όχθη
ουρλιάζοντας για τις αδικίες
Και θα το ξεσκίσουν
Και θα φάνε την καρδιά του
Και όλοι θα χειροκροτούν
«Δόξα τω Θεώ τέλειωσε κι αυτό!»

Και το αίμα του θα κυλήσει μέσα στο νερό
Και θα το πίνεις κάθε μέρα.

ένα ποίημα της Margaret Atwood

Το τραύμα είναι ένα θεραπευτικό δώρο. Αρκεί να παλέψουμε να το μετατρέψουμε σε κάτι δημιουργικό. 

Γ. Βασιλειάδης
Ψυχολόγος

Σάββατο 14 Μαΐου 2016







SELF PORTRAIT

Ζώον παμφάγον
γένους θηλυκού
λευκής φυλής
δέρμα σιτόχρουν
βόστρυχοι  παραπλανητικής αποχρώσεως
περιγραφής φύρδην μίγδην
οφθαλμοί χρώματος μαλαχίτου
ανεπαισθήτως υπερμετρωπικοί
μολοντούτο ουτοπιστικώς ελπιδοφόροι
δυνατή όσφρησις
παντός επιστητού
ακόμη και των ασυνειδήτων ρόγχων σας
μέση λεπτή, αμφορική
πύελος ανοιχτή
-γεννάει κατά κόρον-
στο παρελθόν ανθρώπους
επί του παρόντος αποκυήματα
γκρίζο
απολωλός πρόβατον εις το διηνεκές
επικινδύνως
και
αδειαλείπτως
ζην
υπό επήρειαν
ανηκέστων
θαυμάτων.
Ε.Κ.