Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2016

Μιλάμε για τη βροχή

 
Μανέ

 
Σχέδιο με βροχή
«Ένας γέρος σταμάτησε στη γωνιά καθώς πήρε να βρέχει.
Θλιβερός, ετοιμόρροπος γέρος σα φτιαγμένος από ένα σωρό
τσαλακωμένα χαρτιά που άρχισαν κιόλας να μουσκεύουν κάτω απ τη βροχή,
Θε μου, τα χαρτιά λιώνουν – μια ομπρέλα, λοιπόν, ηλίθιοι,
δε βλέπετε,
αυτός ο άνθρωπος θα διαλυθεί. Χαρτιά από παλιά ερωτικά γράμματα,
λευκώματα, παιδικές επιστολές στο Θεό,
χαρτιά από εξισώσεις, κατασχέσεις, δικογραφίες δολοφόνων,
αποδείξεις από πανάρχαια χρέη και ξεθωριασμένα χειρόγραφα
λησμονημένων ποιητών.
Και πάντα η βροχή ήρεμη, σιωπηλή
τυλίγοντας τον κόσμο σ ένα γκρίζο, κουρελιασμένο πανί
σαν ένα χέρι που τόκοψαν και παν να το θάψουν.
ήρεμη, ταπεινή βροχή, γεμάτη συχώρεση.
(Τάσος Λειβαδίτης) 
 


 


 Το χώμα κάτω απ’ τη βροχή
(αποσπάσματα)
... Τούτη η αργή, ασταμάτητη βροχή, καλόδεχτη, βοηθάει,
μαλακώνει το χώμα, πλένει μητρικά τα φύλλα της συνοικιακής
τριανταφυλλιάς απ’ τη σκόνη,
νοτίζει τις φτωχές στέγες- όλα τα δείχνει ταπεινά και φτωχά,
τους αφαιρεί την έπαρση και τη σκληρότητα, φτωχαίνει ακόμα
και τη λύπη,
γίνεται η λύπη μαλακιά, πονετική- δεν επιμένει
σ’ αυτή την τυφλή αρνητική περηφάνεια της, μπορεί να σκύψει,
να κλάψει ή να χαμογελάσει, σαν ένα νέο κορίτσι
που ‘κλαιγε στο παράθυρο κι είδε έξαφνα στα τζάμια το γλυκύ της πρόσωπο
τόσο νεανικό, τόσο όμορφο- ωραίο ακόμη κι όταν κλαίει-
κ’ ίσως ακόμη πιο ωραίο, τόσο που χαμογελάει.
*
Τώρα κοιτάζεις έξω απ’ το παράθυρο-
είναι ένα σύννεφο που ξέφυγε απ’ το γκρίζο και κάθεται μονάχο
σε μια κίτρινη στέγη
κ’ η πενιχρή βροχή, ελεητική στη φτώχεια της, συνεχίζεται ατέλειωτη
μες στη γλυκιά, μισοφώτιστη ορφάνια του κόσμου, – η βροχή
να τραβάει ως το βάθος ανάβοντας ασημένια μανουάλια,
μπακιρένια μανουάλια που μακραίνουν και μικραίνουν,
θαμπόφωτα, σταχτιά μανουάλια μιας υπαίθριας εκκλησίας
σε κάποιους βωβούς εσπερινούς που δεν έχει καθόλου εκκλησίασμα
εξόν από κάτι γριές, το νεωκόρο της ενορίας και το μονόφθαλμο ψάλτη,
και πίσω απ’ τα σβηστά και τα ελάχιστα αναμμένα μανουάλια
θαμποφαίνεται το Άγιον Πάθος, ο Ελκόμενος ολόσωμος, η Σταύρωση.
*
Τούτη η βροχή
μιλάει με τα λόγια της, ήσυχα λόγια, όχι για μένα και για σένα-
δεν έχουν στόχο τα λόγια της – γι αυτό μας μιλάνε-
δεν αφορούν εμάς, δε θέλουν να μας συμβουλέψουν,
να μας παινέψουν, να μας κατηγορήσουν, να μας παρηγορήσουν,
δε μας αναγκάζουν σ’ οποιαδήποτε στάση
σ’ άμυνα, ή σ’ επίθεση, ή σε απολογία-
Ήσυχα λόγια της βροχής, μπορεί και να θυμίσουν
το μοσκοβόλημα της γης- όχι της γης όταν σκάβουν ένα λάκκο-
της γης που βρέχεται κι απορροφά κ’ υπομένει και πρααίνεται
και λουλουδίζει μια μέρα αναπάντεχα –
μια μυρωδιά καρτερίας, απαλή και μεγάλη
που διαστέλλει τα μάτια μας μες στ’ όνειρο σα να τα κλείνει…
(Γ. Ρίτσος)
φωτό από Β. Κ.

Έπεφτε μια κίτρινη παλιά βροχή…
 Άρχισε μια σιγανή βροχή αργά προς το βράδυ.
Στις πολιτείες ο ουρανός φαίνεται μιαν απέραντη λασπωμένη πεδιάδα
Κι η βροχή είναι μια καλοσύνη, όσο να πεις, δε μοιάζει διόλου με το θάνατο
Μπορείς να βαδίζεις κάποτε χωρίς κανένα σκοπό ή με σκοπό —σου είναι αδιάφορο—
Μιαν εποχή μακρινή και νεκρή σα μια βίαια σκισμένη πολυτέλεια.
Εγώ συλλογίζομαι πώς και γιατί άραγε μια βροχή μπορεί να σου θυμίζει τόσα πράγματα—
Χωρίς αμφιβολία είναι τόσο ανόητο να τα στοχάζεσαι όλα αυτά μια τέτοιαν ώρα—
Συλλογίζομαι όμως στις ζεστές χειμωνιάτικες κάμαρες μιαν αλλιώτικη μυρουδιά
Ύστερα από τις 6 με τα κλειστά παραθυρόφυλλα και τ’ αναμμένο φως
Ή μια γωνιά δίπλα στο τζάμι σ’ ένα μεγάλο καφενείο με τις αδιάφορες φωνές.
Τα συλλογίζεσαι όλα αυτά με τον πιο απλούστερο τρόπο ολωσδιόλου παιδιάστικα
Μπορείς να λησμονείς το κάθε τι, τί τάχα να γυρεύεις εδώ μια τέτοιαν ώρα
Εσύ, ο διπλανός σου, όλος αυτός ο κόσμος που πορεύεται δίπλα σου μες στο σκοτάδι
Αυτή η ανήσυχη σιωπή που πληγώνει περισσότερο κι απ’ το πιο κοφτερό λεπίδι
Να λησμονείς για μιαν ελάχιστη στιγμή πως ίσως δεν τέλειωσε ούτε και απόψε για σένανε το κάθε τι
Τόσο π’ αν τρίξει κάτι αναπάντεχα είναι να σου ξυπνήσει την ακριβήν υπόθεση μιας επιστροφής
Τη χειμωνιάτικη ζεστή κάμαρα, το καφενείο με τις πολύχρωμες φωνές.
…Έτσι βρέχει λοιπόν μια κίτρινη βροχή χωρίς τέλος.
Μια κίτρινη παλιά βροχή, τη νύχτα, σα μαστίγιο.
(Μ. Αναγνωστάκης)

Βροχή
Με αποφάγια λέξεων
των ποιητών
και δανεισμένες φωτογραφίες
(γενικά, όλα δανεισμένα)
σε μια γεωγραφική θέση
όχι πολύ κοντά στον κόσμο,
όχι πολύ κοντά στη θάλασσα
όχι πολύ κοντά στο Θεό
γενικά
όχι πολύ κοντά σε οτιδήποτε,
ακόμα και στη ζωή
αφήνεις τη βροχή που λιμνάζει στην ταράτσα
να νερώνει το αίμα σου
μη βρίσκοντας τρόπο να διαφύγει.
(Ευτυχία Κοσμαδοπούλου)

Ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται 
Μπορεί να πει κανείς ότι παραθέτω την ποιητική φτώχια μου στο πλάι των μεγάλων. Το τολμώ, με την αποκοτιά ενός άμυαλου, που δεν τον νοιάζει αν εκτεθεί, ακόμα και αν κριθεί και κατηγορηθεί. Εδώ που βρέθηκα, -πραγματικά πολύ μακριά από οτιδήποτε-, με μπόλικο βάρος ζωής πίσω μου, αυθαιρετώ και το φχαριστιέμαι. Αμήν.
Ε.Κ.



 

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2016

 

Μιλάμε για τα πουλιά


Τα πουλιά στη βροχή

Τα πουλιά στη βροχή κρύβονται
Αντέχουν την πείνα τους
Ποιος άλλωστε πεινάει οταν κρυώνει;
Τα πουλιά το χειμώνα μένουν χωρίς πατρίδα
Κρατούν στα πόδια τους την άκρη της νύχτας
Και την αθλιότητα του Κόσμου
Οι στεναγμοί τους πνίγονται στο γλιστερό ορίζοντα
ή στα πούσια του πεύκου που έχουν κουρνιάσει
Κι ύστερα, με λίγο ήλιο, ανασταίνονται,
Ορθώνονται και κελαρύζουν τις φωνές τους στη λάσπη
Τα πουλιά γνωρίζουν καλά
Από ευγνωμοσύνη.
(Ευτυχία Κοσμαδοπούλου)

«Αν ένα πουλί μπορούσε να πει με ακρίβεια τι τραγουδάει,
Γιατί τραγουδάει, και τι είναι αυτό που το κάνει να τραγουδάει,
δε θα τραγούδαγε»
(Πωλ Βαλερύ)
  
 Χρονοδιάγραμμα

Συχνά, θυμάμαι, οι μεγάλοι, όταν ήμουν παιδί, μιλούσαν για
το μέλλον μου. Αυτό γινόταν συνήθως στο τραπέζι. Αλλά εγώ
ούτε τους πρόσεχα, ακούγοντας ένα πουλί έξω στο δέντρο.
Ίσως γι΄ αυτό το μέλλον μου άργησε τόσο πολύ: ήταν τόσο
αναρίθμητα τα πουλιά και τα δέντρα.
(Τάσος Λειβαδίτης)



Το πληγωμένο πουλί

Ούτε πού θυμάμαι πότε και πώς
κράτησα στη χούφτα μου ένα πληγωμένο πουλί
πού είχε αφεθεί στο έλεός μου
και με κοίταζε επίμονα σαν κάπου να μ’ είχε ξαναδεί,
και με κοίταζε περίλυπα
χωρίς μια τόση δα κίνηση φτερούγας,
χωρίς μια τόση δα κίνηση ποδιού.
Ούτε που θυμάμαι.
Μπορεί, μάλιστα, ποτέ να μην έγινε αυτό
κι όμως το βλέμμα του μ’ ακολουθεί χρόνια τώρα,
μπορεί να μην έγινε
κι όμως το νιώθω χρόνια τώρα στη χούφτα μου
να μη χάνει ευκαιρία να με κοιτάξει
να καραδοκεί μόλις ανοίξω τη χούφτα
να με κοιτάξει.
(Kώστας Μόντης)

 


Μπλε πουλί

Υπάρχει ένα μπλε πουλί στην καρδιά μου
πού θέλει να βγει
αλλά ρίχνω πάνω του ουίσκι και εισπνέει
τον καπνό του τσιγάρου μου.
Οι πόρνες, οι μπάρμαν
και οι υπάλληλοι των παντοπωλείων
δεν ξέρουν ότι
αυτό
είναι εκεί.Υπάρχει ένα μπλε πουλί στην καρδιά μου
πού θέλει να βγει
αλλά είμαι πάρα πολύ σκληρός για εκείνο
Του λέω, μείνε εκεί μέσα, δεν πρόκειται ν’ αφήσω
κανένα να σε δει.Υπάρχει ένα μπλε πουλί στην καρδιά μου
πού θέλει να βγει
αλλά ρίχνω πάνω του ουίσκι και εισπνέει
τον καπνό του τσιγάρου μου.
Οι πόρνες, οι μπάρμαν
και οι υπάλληλοι των παντοπωλείων
δεν ξέρουν ότι
αυτό
είναι εκεί.Υπάρχει ένα μπλε πουλί στην καρδιά μου
πού θέλει να βγει
αλλά είμαι πάρα πολύ σκληρός για εκείνο,
του λέω,
μείνε εκεί,
θες να με μπλέξεις;
Θες να καταστρέψεις
τις δουλειές μου;
Θες να χαλάσεις τις πωλήσεις των βιβλίων μου
στην Ευρώπη;Υπάρχει ένα μπλε πουλί στην καρδιά μου
πού θέλει να βγει έξω,
αλλά είμαι πολύ έξυπνος, το άφησα να βγει μερικές φορές
αλλά μόνο τη νύχτα
όταν όλοι κοιμούνται.
Του λέω, το ξέρω πως είσαι εκεί
γι’ αυτό μην είσαι
λυπημένο.Αργότερα το ξανάβαλα μέσα,
αλλ’ εκείνο τραγουδάει λιγάκι
εκεί πέρα, δεν θα το αφήσω ακόμη να πεθάνει
και κοιμόμαστε μαζί έτσι απλά
με τη
μυστική συμφωνία μας
και είναι αρκετά συμπαθητικό
να κάνετε έναν άνθρωπο
να κλάψει, όμως εγώ
δεν κλαίω, εσείς;
(Τσαρλς Μπουκόφσκι)
(από την ποιητική συλλογή «Last Night of the Earth Poems», μεταφρασμένο ποίημα από το Νίκο Παναγόπουλο, πηγή, Μυστικός Δείπνος )




 Πού είναι τα πουλιά;
(αφιερωμένο στον Μιχάλη Πιερή)

Ατσάραντοι και λιάροι κι’ αητομάχια
συκοφάγοι και κατσουλιέρες και κοτσύφια
τσουτσουλιάνοι και τσαλαπετεινοί και τσόνοι
καλημάνες και καλατζάκια και τσιμιάλια
τσιπιριάνοι και τσικουλήθρες και σπέντζοι
τετεντίτσες και τουρλουμπούκια και κίσσες
καλοκερήθρες και σηκονούρες και ασπροκόλια
μπεκανότα και δοδόνες και κολοτριβιδόνες
ξυλοτρούπιδες και σπίγγοι και τρουποφράχτες
κοκκινονούρες και τρυγονόλιαροι και μυγουσάκια
γαϊταρίθια κα σβουρίτζια κα σγουρδούλια
θεοπούλια και μυγούδια και σπίνοι;
Πού είναι ο κοκκινολαίμης;
Πού είναι τα παπιά;
Κρινέλια και γερμάνια και ψαλίδες
ξυλόκοτες και μπάλιζες και σουγλοκόλια
γερατζούλια και ντελίδες και μαυρόπαπα
ψαροφάγοι και τουρλίδες και ζαγόρνα
λαγοτουρλίδες και τσιλιβίδια και βουτουλάδες;
Πού είναι ο Μολοχτός κι’ ο Πάπουζας;
Η Αβοκέτα κι’ ο Καλαμοκανάς;
Πού είναι οι συκοπούλες οι βουλγάρες κι’ οι σιταρίθρες
τα βατοπούλια τα κουφαηδόνια κι’ οι αερογάμηδες
οι φάσες και οι σπαθομύτες
τα κιρκινέζια κι’ οι χαλκοκουρούνες;
Πού είναι
ο μπούφος ο χουχουλόγιωργας κι’ ο κούκος
ο νυχτοκόρακας ο γκιόνης κι’ ο καράπαπας;
Πού είναι
τα ξεφτέρια τα γεράκια και οι αετοί;
Πού είναι ο Ντρένιος ο Καλογιάννης και ο Μπέτος;
Πού είναι οι Μαυροσκούφηδες;
(Γιώργης Παυλόπουλος)
Η βροχή, μας κάνει ό, τι θέλει

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2016

Ο διαλογισμός της αναπνοής

Καθίστε κάπου άνετα με τα πόδια σταυρωμένα σε στάση οκλαδόν ή ξαπλώστε ανάσκελα με ένα σκληρό μαξιλάρι κάτω από τα γόνατα που θα στηρίζει και θα ανασηκώνει ελαφρά τη λεκάνη. Τοποθετήστε άλλο ένα μαξιλάρι κάτω από το λαιμό για να απελευθερωθούν οι αναπνευστικές οδοί. Το σώμα πρέπει να είναι σε ευθεία και οι βραχίονες – ελαφρά ανοιχτοί – να σχηματίζουν γωνία 45° με τον κορμό.
Αρχίστε να αναπνέετε και να εκπνέετε από τη μύτη.
Νιώστε κάθε αναπνοή καθώς εισχωρεί στο σώμα και φτάνει σε κάθε γωνιά του. Φανταστείτε πως εισπνέετε φως και εκπνέετε τη στενοχώρια, το άγχος, τα προβλήματα και τη μαυρίλα που έχετε μέσα σας. Ακούστε με προσοχή τον ήχο της αναπνοής σας. Αν την ώρα της άσκησης χάσετε την αυτοσυγκέντρωση σας και ο νους περιπλανηθεί αλλού, αναγκάστε τον μαλακά να επιστρέψει στην αναπνοή.
Όταν θα έχετε εξασκηθεί για μία περίπου εβδομάδα, προσπαθήστε να κατευθύνετε την αναπνοή σε περιοχές του σώματος που είναι «κλειστές», όπως η λεκάνη ή η άκρη της σπονδυλικής στήλης και χρειάζονται περισσότερο αέρα.
Στο τέλος της άσκησης, κουνήστε τα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών και στη συνέχεια τεντώστε τις κνήμες και τους βραχίονες. Εάν είστε ξαπλωμένοι, γυρίστε και περιμένετε λίγα λεπτά πριν ανακαθίσετε. Υψώστε το κεφάλι.
 
 

Ο διαλογισμός της αναπνοής ειναι ο θεμέλιος λίθος όλων των τεχνικών διαλογισμού. Επικεντρώνεται σε κάτι που όλοι κάνουμε, αλλά σπάνια συνειδητοποιούμε: την αναπνοή. Δεν χρειάζεται να κάνετε κάτι συγκλονιστικό με την αναπνοή σας. Απλώς, παρατηρήστε την. Με τον καιρό θα μάθετε και να την κατευθύνετε, αλλά τώρα συγκεντρωθείτε σε κάθε εισπνοή και εκπνοή και αφήστε τη σκέψη σας να ακολουθήσει το ρυθμό και το πέρασμα της από κάθε σημείο του σώματός σας.
Είναι από τους πιο εύκολους διαλογισμούς και σας βοηθάει να συγκεντρώνεστε οπουδήποτε και οποτεδήποτε. Μπορείτε να την κάνετε όταν αισθάνεστε κατάπτωση, μελαγχολία, κούραση ή άγχος.
Αρχίστε με 10 λεπτά, αυξήστε σε 15 και, τέλος, καταλήξτε σε 20 λεπτά. Μπορείτε να κάνετε αυτή την άσκηση οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, και όσο μπορείτε πιο τακτικά.
Με τον καιρό, θα παρατηρήσετε πώς η αναπνοή σας αλλάζει όσο περισσότερο συνειδητοποιείτε τη λειτουργία της, και πώς αυτό, με τη σειρά του, επηρεάζει την ικανότητα σας να συνειδητοποιείτε καλύτερα τα πράγματα.
Πριν συλλογιστείτε, διαλογιστείτε


Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2016

Η ομορφιά του περιττού

 
 

Η ομορφιά του περιττού

 
Άγγελοι φύλακες σ' ανοιχτά παράθυρα
Τελικά το περιττό είναι όμορφο. Το περιττό το αγαπάμε κι ας διατυμπανίζουμε πως προτιμούμε τη μινιμαλιστική διακόσμηση. Αν οι άνθρωποι προτιμούσαν το μινιμαλισμό, οι μεγάλες πρωτεύουσες με τους περίτεχνους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς, δεν θα είχαν τόση επισκεψιμότητα, αφού δεν θα συγκέντρωναν κανένα ενδιαφέρον.
 
 
Φανταστείτε το Παρίσι, το Άμστερνταμ, τη Μαδρίτη, τη Ρώμη, με σύγχρονα κτίρια. Η προσωπικότητα κάθε πόλης στηρίζεται στο περιττό.  Ένα ρόπτρο, άγγελοι έξω από παράθυρα, περίτεχνα κάγκελα, ένα μικρός εξώστης που δεν χωράει παρά μόνο μια γλάστρα, ένα σκαλισμένο ξύλο, ένα γλυπτό. Ποια είναι η χρήση τους; Περιττά. Κι όμως. Η ομορφιά είναι εκεί. Το μάτι περιδιαβαίνει κι αγαλλιάζει. Η ψυχή ευφραίνεται.
 


Το μικρό "άχρηστο" μπαλκόνι
Το περιττό στα κτήρια είναι το περιττό στο ντύσιμό τους. Είναι το (περιττό) μαντήλι και το σκουλαρίκι τους, είναι το (περιττό) κραγιόν και το βάψιμο της βλεφαρίδας, είναι το (περιττό) φιλί εκεί που δεν το περίμενες, το  ξαφνικό μήνυμα που λαβαίνεις (περιττό) αφού μόλις τώρα μιλήσατε, είναι κάτι που στην ουσία δεν χρειάζεται, μα που είναι απαραίτητο τελικά για την ψυχή.

Ποιος είναι αυτός που ρεμβάζει ολομόναχος το Παρίσι;

Το περιττό μας εκπλήσσει. Ας εγκαταλείψουμε τις μινιμαλιστικές τσιγγουνιές. Ας  φτιάξουμε  πράγματα που δεν έχουν ουσιαστική χρήση, ας κάνουμε κινήσεις που ακόμα κι αν δεν γινόντουσαν, εμείς θα ζούσαμε, θα δουλεύαμε, θα αντέχαμε την καθημερινότητά μας. Γιατί το περιττό τελικά είναι η "τέχνη" του ευ ζην. 
( Περιττό)  Σκάλισμα σε είσοδο 

 










 

Τίτλος: το περιττό στην τέχνη του ανθρωπίνου βίου

 

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2016


Κάθε απόγεμα ονειρευότανε την άνοιξη
 
Φυσάει ένας τρελός νοτιάς
Κόβω μανταρίνια
Δαγκώνω κι ευχαριστώ το Θεό
Ο ορίζοντας πέφτει για ύπνο
Την ίδια ώρα που οι αισθήσεις των πουλιών ξυπνούν
Και πεινασμένα βουτούν στη θάλασσα
Ψάχνοντας γι' απομεινάρια
Ωστόσο εγώ, υπόσχομαι στη σάρκα μου
Μια γέννα ακόμη.
17 του Γεννάρη και Κυριακή












Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2016

Ε, εντάξει...
Ε, εντάξει...
Ήρθε η ώρα να κλείσουν κινητά, σταθερά, παράθυρα και πόρτες. Αν έπαιρνα έστω και ένα ευρώ από τον καθένα που στηρίζω ψυχολογικά, θα ήμουνα πλούσια. Εν τούτοις, παραμένω φτωχή. Πλην όμως υπερήφανη. Επίσης παραμένω φορτωμένη από βάρη που δεν είναι δικά μου. Επίσης δεν έχω χρόνο να ασχοληθώ με τα πραγματικά δικά μου βάρη. Μου κάνουν ένα κεφάλι κουδούνι, έχω μάθει να ψυχανεμίζομαι ακόμα και την παραμικρή κρυφή τους σκέψη, εντοπίζω ακόμα και την ελάχιστη αλλαγή στη φωνητικές δονήσεις τους,  ωστόσο, παραμένω ψύχραιμη στο κλάμα της καρδιάς τους για τον χρόνο που έχασαν, για τις ευκαιρίες που τους δόθηκαν και δεν τόλμησαν να τις αδράξουν, για τα χρόνια που πέρασαν παραδομένοι στην ασφαλή τους ρουτίνα.  Είναι η ηλικία που προφανώς τους κάνει να πισωγυρίζουν μετανιωμένοι, απογοητευμένοι, φορτωμένοι ενοχές για τη νιότη που έχασαν δηλώνοντας αναρμοδιότητα για την ίδια τους τη ζωή, κοιτώντας την υπόστασή τους από απόσταση, μπλεγμένοι μέσα σε πυκνά δάση υποχρεώσεων, θυσιασμένων ωρών σε ανούσιες δραστηριότητες, κοιμισμένοι σε υποτονικές σχέσεις. Ε, εντάξει...
Ο χρόνος είναι σχετικός, είπε ο Αϊνστάιν, αλλά αυτοί το πήραν πολύ στα σοβαρά. Ο χρόνος είναι κάτι που γλιστράει, κάτι που μασκαρεύει το φθαρτό μας σώμα, κάτι που κουβαριάζει το μυαλό και αλλιώνει τις αισθήσεις. Αναπόφευκτα. Κάποιο πρωινό ξυπνάς και βλέπεις πως είναι αργά και δυστυχώς ο άτιμος ο χρόνος, -ό, τι κι αν διαδίδει ο μεγάλος Αϊνστάιν-, δεν γυρίζει πίσω.
Μάλλον κάτι άλλο θα εννούσε και το παρεξηγήσατε.
Ε, εντάξει...
Αφιερωμένο με αγάπη, αλλά...

 


 
"Τανγκό μες στον καθρέφτη"
- Μα πώς τα προλαβαίνετε, τόσα;
- Δεν μπορείς να φανταστείς, νεαρέ, πόσα βρίσκεις να κάνεις όταν δεν έχεις πια έρωτα,  αποκρίθηκε.
Μάρω Βαμβουνάκη