Βγήκαμε χτες για φωτογράφιση με την ομάδα της Ραφήνας. Από τις 5:30 μέχρι τις 8:00 φωτογραφίζαμε σκουριασμένα παρατημένα αυτοκίνητα, ακόμα και μέσα στο σκοτάδι, σε κάτι χωράφια σχεδόν απάτητα.
Ξέρεις πώς είναι η εξωτερική φωτογράφιση: Περπατάς σε δύσβατα, πέτρες, βράχια, χορτάρια,χωματόδρομους, κάθεσαι ανακούρκουδα, γονατίζεις, σηκώνεσαι, γονατίζεις και σηκώνεσαι αμέτρητες φορές γιατί εκείνη την ώρα δεν σκέφτεσαι. Έχεις το θέμα στο σκόπευτρο και μονάχα το θέμα σε νοιάζει. Να έχεις καλό κάδρο. Εντωμεταξύ η μηχανή μου με το φακό μαζί, ζυγίζει τουλάχιστον ενάμιση κιλό. Ενάμιση κιλό βαράκι στο ένα χέρι. Γύρισα λιώμα. Όσο φωτογραφίζεις δεν το ελέγχεις. Μετά σέρνεσαι. Ξύπνησα σήμερα με πόνο σε όλους τους μυς και πόνο στον δεξί ώμο. Ξύπνησα όμως σπίτι μου. Φυσικά και έχω να περάσω αντισκωριακό το υπόλοιπο ταβάνι σήμερα στο δώμα. Αλλά μπορώ και να το καθυστερήσω όσες μέρες θέλω, ίσαμε να περάσει ο ώμος.
Και κοίτα. Σκέφτομαι τους εργάτες που έρχονται και δουλεύουν για μας. Ο συγκεκριμένος που έχω τώρα ανέβασε την πρώτη μέρα σακιά με κόλλες, σακιά με άμμο, σακιά με τσιμέντα, πολλά κιβώτια πλακάκια, τα εργαλεία του. Τα ανέβασε έναν όροφο στον ώμο. Αφού τα έβγαλε από το αυτοκίνητό του κι αφού πριν τα είχε φορτώσει από τη μάντρα στο αυτοκίνητο. Για να ανέβει τον όροφο, πέρασε φορτωμένος με τα σακιά από μια στενή στριφτή σιδερένια σκάλα στην οποία και ξεφόρτωτος νάσαι πρέεπι να κάνεις ελιγμό στο κορμί για να χωρέσεις στη στροφή της. Ύστερα τον παρακολουθούσα να γονατίζει χίλιες φορές, να σηκώνεται, να ξαναγονατίζει για να κόψει τα πλακάκια, να φτιάξει κόλλες, να τα κολλήσει, να ξαναγονατίσει για να ξανακόψει.
Το σώμα του; Τον κοιτούσα χτες που πριόνιζε ένα κομμάτι αλφαμπλόκ. Τα χέρια του πριόνιζαν και τα πόδια του έτρεμαν. Έτρεμαν. Και επείδή έχω κάνει τέτοιες δουλειές, καταλάβαινα την κούρασή του. Την ανομολόγητη. Γιατί έχει δύο μικρά παιδιά. Γιατί η δουλειά του είναι αυτή η απίστευτη η ανομολόγητη καθημερινή υποχρεωτική κούραση.
Respect.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου