Πέμπτη 26 Μαΐου 2022

Το μεγάλο διάλειμμα

 




Μεγάλο το διάλειμμα. Από εκεί που έγραφα τουλάχιστον μια σελίδα τη μέρα, καιρό τώρα δεν πάει τίποτα. Τίποτα. Χαζολόγημα. Ούτε καν διάβασμα. Τι απαίσια στροφή! Γιατί μου απαγόρεψα τα ταξίδια; Το ταξίδι του γραψίματος, το ταξίδι του διαβάσματος; Γιατί μόλις πιάνω μολύβι ή βιβλίο το πετάω στην άκρη και λέω αργότερα (αορίστως αργότερα, δεν καθορίζω στη σκέψη μου καμμιά ημερομηνία) ή δεν είμαι σε φάση; Πού πήγε η εποχή που δεν έκανα βήμα χωρίς να έχω μαζί μου υπολογιστή για γράψιμο; Τι φάση, γαμώτο; Αδυνατώ ακόμα και να διορθώσω τα ήδη γραμμένα μπας και τα στείλω σε εκδοτικό. 

Η αλήθεια είναι ότι έχω προσπαθήσει να ρίξω ευθύνες σε τρίτα πρόσωπα και καταστάσεις, ωστόσο μάταια. Όλα τα πρωινά είναι δικά μου όπως τότε που έγραφα μανιωδώς. Κανείς δεν με ενοχλεί από τις επτά που ξυπνάω ίσαμε τις έντεκα. Όχι, δεν υπάρχει δικαιολογία. 

Μονάχα η απογοήτευση μέσα μου. 

Μπορεί και να περνώ ένα είδος κατάθλιψης. Βλέπω φίλους (όχι με εξαιρετικό ενδιαφέρον κάθε φορά, ομολογώ), δεν νοιάζομαι να κρατώ καθαρό το σπίτι, (ποιος με επισκέπτεται, άλλωστε;) Βάφω τα μαλλιά μου μόνο όταν η ρίζα κοντεύει τον ένα πόντο γκρι, δεν γράφω, δεν διαβάζω, βαριέμαι τα μαθήματα φωτογραφίας, δεν μου αρέσει να μετακινούμαι ούτε στα εκατό μέτρα, δεν μου αρέσει να τηλεφωνώ κι ας παραπονιούνται οι φίλοι, (ακόμα και στα παιδιά μου τηλεφωνώ σπανίως), ξεχνώ γενέθλια, ονομαστικές εορτές, με κουράζουν οι άσκοπες συζητήσεις.

Φυσικά δεν αφήνω να φαίνεται. Η "περσόνα", περσόνα. Αστειεύομαι, τσακώνομαι, κουτσομπολεύω, βοηθάω. 

Σκατά. 

(Η λέξη "σκατά" για μένα ήταν πάντα η κακή λέξη που όμως τα έλεγε όλα. Ο μπαμπάς μου είχε μια μικρή γαλάζια Αγία Γραφή. Την έχω ακόμα. Σε μια σελίδα της, με γράμματα της πρώτης δημοτικού, έχω γράψει "Σκατά". Ποιος ξέρει τι περνούσα και τότε!)

Καλημέρα με ένα Μάη που τελειώνει χωρίς γιορτή. 

(Τουλάχιστον τελειώνει με κοντομάνικο! Κινδυνέψαμε να τον τελειώσουμε φέτος με φούτερ!)

............................................................................

Το πεθαμένο πουλί μέσα μου

το αποκεφαλισμένο

το σκοτωμένο από κυνηγό

το ανυπεράσπιστο

εκεί που πετούσε νομίζοντας ότι πηγαίνει κάπου

το ανέμελο

εκεί το βρήκε το βέλος

η σφαίρα

το σκάγι του κακού


έπεσε 

το μικρό πουλί 

το σκοτωμένο μέσα μου. 



Παρασκευή 20 Μαΐου 2022

Πίσω στο χρόνο



 Καμιά φορά θέλω να γυρίσω πίσω στο χρόνο. Να μπω στο σπίτι της μάνας μου και να τη βρω εκεί. Να βλέπει τηλεόραση, να στριφώνει το παντελόνι της Μιμίας και το πουκάμισο του αδελφού μου. Η Μιμία να τριγυρνάει σαν το χαρούμενο πουλί μέσα έξω και να φλυαρεί ή να λαγοκοιμάται όρθια στον καναπέ και να ξυπνάει όταν από τον ύπνο γέρνει απότομα το κεφάλι της. 

Τα πρωινά να παίζει το ραδιόφωνο αδιάκοπα και τα απογεύματα να παίζει η τηλεόραση, σχεδόν στη διαπασών γιατί η Μιμία δεν ακούει καλά.  

Θέλω να μαλώσω με τη μάνα μου ξανά και ξανά  ανακαλύπτοντας πως αγόρασε με τηλεφωνική παραγγελία καινούργιες κατσαρόλες ή φουρνάκι ή κάτι αστεία μηχανήματα που τυλίγουν ντολμαδάκια ή κολαγόνα για τα κόκαλά της που (στα 85) διακυρήσσει πως είναι αδύναμα.  Θέλω η Μιμία να μου δείχνει τα καλύματα του καναπέ που αλλάζει κάθε βδομάδα μαζί με τα σεντόνια. Μετά να καθίσω στο τραπέζι και να φάω από τη φασολάδα της κι εκείνη στην απέναντι καρέκλα και να με κοιτάζει ευτυχισμένη που μου αρέσει το φαγητό της. 

Να πάω ακόμα πιο πίσω και να έχω τα παιδιά μου μικρά να κουρνιάζουν στην αγκαλιά μου σα να είμαι όλος ο κόσμος τους. 

Να πάω σπίτι και να δω τον παππού μου να βγαίνει από το δωμάτιό του με τη σκελέα και το στήθος γυμνό και να ξύνει ελαφριά ελαφριά τα πλευρά του, την ίδια κίνηση που κάνω κι εγώ όταν σηκώνομαι από τον ύπνο μου. 

Καμιά φορά παρακαλάω να δω ένα όνειρο που να μπορώ να πάω στο σπίτι. Και να είναι όλοι τους εκεί. Κι ύστερα ας ξυπνήσω. 

 


Δευτέρα 16 Μαΐου 2022

Τα σοβατεπί

 Δουλειά και σήμερα. Η παλάμη δεν κλείνει. Κάπου την κακοποίησα, ούτε και κατάλαβα πώς και πού. Ε, και; 

Χτες Κυριακή και προχτές Σάββατο, αραλίκι. Ταβερνάκι με τις φίλες, γέλια, καυγάδες. Η ζωή είναι αυτή. Ακατάπαυτα αλλάζει. Συμμετέχουμε; Συμμετέχουμε πολύ; Λίγο; Εμείς αλλάζουμε μαζί της; Εμείς συμβάλλουμε στις αλλαγές της; 

Δευτέρα. Ο Α. τηλέφωνο στις 8παρά δέκα. Ρώτησε μήπως έχω ένα βιβλίο που έχει εξαντληθεί. 

Καλή βδομάδα!

Καλή βδομάδα!

Κλείνουμε το τηλέφωνο. Σιωπή. 

Ακούγεται η σιωπή; Ακούγεται. Μένει ένα βουητό στα αυτιά που καταλαβαίνεις πως είναι ο ήχος από το αίμα που κυκλοφορεί στις φλέβες σου. Ένας ήχος κυματιστός και συνεχόμενος. 



Φωτό: Efikay.com

Αγοράζεις ένα γιαπί. Δε μιλάω για το δάνειο που φορτώνεσαι για 25 ολόκληρα χρόνια. Μιλάω για το κουράγιο που πρέπει να έχεις. Γιατί αντιμετωπίζεις εργάτες που κλέβουν τα δικά σου εργαλεία, φτυάρια και κασμάδες, πένσες και κατσαβίδια. Μιλάω για "μαστόρους" "ειδήμονες" που τους λες τι θέλεις και αυτοί ή δεν ξέρουν να το κάνουν ή κάνουν αυτό που νομίζουν εκείνοι σωστό. Μιλάω για κακοτεχνίες για τις οποίες έχεις πληρωσει υλικά και μεροκάματα και πρέπει να ξηλωθούν και να φτιαχτούν εξαρχής. Μιλάω για πολλή προσωπική εργασία. Βαψίματα, επιδιορθώσεις, λεπτομέρειες που δεν φαίνονται αλλά κάνουν ζημιά, εργατικά που δεν δύνασαι να πληρώσεις και αναγκαστικά τα κάνεις μόνη σου, (πρόσεξε: μόνη σου, (γένος θηλυκόν), καρφώματα, σκαψίματα, σοβατίσματα, χτισίματα, ταβανώματα. Μιλάω για καλέμι και σκεπάρνι. (Γειά σου ρε Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών που με εκπαίδευσες με τη γλυπτική να σκάβω με ακρίβεια χιλιοστού!) Μιλάω για προσωρινούς προβληματισμούς και στεναχώριες, (του στυλ: τέλειωσε το τελευταίο μου 20ρικο, συνεπώς δεν έχω για να βάλω βενζίνη ή έκανα τόσα χιλιόμετρα για να βρω ένα κομμάτι ξύλου που χρειάζομαι για να προχωρήσει η δουλειά μου και δεν υπήρχε στο μαγαζί), αλλά μιλάω και για την περηφάνια όποτε τα καταφέρνω να ξεπεράσω επιτυχώς κάποια δυσκολία. Μιλάω για ποντίκια τεράστια που κάνουν φωλιά στο λέβητα, που τρώνε κουρτίνες και στρώματα, αλλά εσύ πρέπει να εξολοθρεύσεις, (με πόνο ψυχής γιατί ψυχούλα έχουν κι αυτά, να γεννήσουν τα μωρά τους θέλουν, να φάνε θέλουν, να ζήσουν θέλουν) για ολόκληρες οικογένειες από σαμιαμίδια που γεννοβολάνε τα αυγά τους ακατάπαυστα και τα κυνηγάς μέσα στο σπίτι και τα πιάνεις και τα πετάς στον κήπο, μιλάω για ώρες μελέτης, γειά σου ρε ίντερνετ, γειά σας ρε μαστόρια που ανεβάζετε οδηγίες σε βίντεο! Μιλάω για πιασμένα πόδια, μέση κόμπο, χέρια χτυπημένα, σημαδεμένα, πετραδάκια που καταπίνεις στο σκάψιμο, πετραδάκια στα εσώρουχα, πετραδάκια στα σκονισμένα μαλλιά. 

Μιλάμε για κόπο. Μιλάμε για αγάπη. Μιλάμε για σεβντά. 

Με αγαπάω. 

Εφτά πόντους πρέπει να κόψω όλα τα πλακάκια για τα σοβατεπί.



Αλληλούια. 👆😎

Κυριακή 8 Μαΐου 2022

Οι μικρές έγνοιες ενός μεσήλικα

 






Παρουσίαση χτες του βιβλίου του Δημήτρη Φαρή, "Σώζοντας την Τζέιν Άλντεν". Πήγε καλά. Αν και έχασα το αρχικό κείμενο με κάποια βλακεία που έκανα στον υπολογιστή, και χτύπησα το κεφάλι μου στον τοίχο μερικές φορές, αναγκάστηκα με υπομονή να το ξαναγράψω. Πήγε καλά. Το καταλαβαίνεις πως πάει καλά όταν ακόμα και τα γκαρσόνια τη στιγμή που διαβάζεις, μένουν ακίνητα. Όταν σιωπούν όλοι και κρέμονται από τη φωνή σου. Έπειτα, όταν τελειώνει η παρουσίαση, δεν είναι το χειροκρότημα αυτό με το οποίο αξιολογείς αλλά τα πρόσωπα που έρχονται και σε πλησιάζουν και σου λένε "θέλουμε να γίνεις φίλη μας", όπως μου είπε μια ψυχολόγος   συγγραφέας τη στιγμή που με πλησίασε μαζί με την δεκατετράχρονη κορούλα της. Και σου λένε "τι ωραία που διαβάζετε". Και σου λένε  "θα ήθελα να παρουσιάσετε και το δικό μου βιβλίο". Κι έπειτα εκεί που κάθεσαι σε κοιτάζουν. Πώς πίνεις το κρασί σου, πώς τρως, με τι γελάς. Κι έπειτα σου προτείνουν κεράσματα και ταβέρνες και σε καλούν στο σπίτι τους και ζητούν να σε βάλουν στη ζωή τους. Η δε προηγούμενη συγγραφέας που είχα παρουσιάζει το βιβλίο της, μου έφερε το καινούργιο βιβλίο της υπογεγραμμένο. 

"Έχετε", μου είπε κάποια γυναίκα, "ραδιοφωνική φωνή. Ακούγεται ευχάριστα και ο άλλος καταλαβαίνει τις λέξεις που λέτε".  Έτσι. Μου αρέσει αυτό. Με γυρίζει πίσω. Πόσο πίσω;

Το καλοκαίρι της χρονιάς που θα έδινα εξετάσεις για να μπω στο Γυμνάσιο. Καλοκαίρι ήταν; Αρχές φθινόπωρου; Δε θυμάμαι. Θυμάμαι μόνο πως έκανε ζέστη, θυμάμαι φορούσα κοντομάνικο. Μας έβαλαν όλα τα κορίτσια -θηλέων γαρ- σε μια μεγάλη αίθουσα και μας κάθισαν σε θρανία. Για κάποιο λόγο -από τότε- κάθισα μπροστά. Επειδή μου άρεσε να αντιμετωπίζω καταμέτωπο τους φόβους μου, όπως κάνω ακόμα; Επειδή δεν ήθελα να βλέπω τον φόβο των υπόλοιπων κοριτσιών και τρομάξω περισσότερο; Για να ζω από πιο κοντά τα γεγονότα; Πάντως όχι για να με προσέξουν, αυτό δεν με ένοιαζε. Ούτε τότε ούτε τώρα. Επειδή όταν θέλω να με προσέξουν έχω απλούστερους τρόπους να το κάνω. (Γελώ)

Οι εισαγωγικές εξετάσεις λοιπόν εμπεριείχαν το διάβασμα ενός κειμένου, που σου όριζαν εκείνη τη στιγμή. Τρεις καθηγητές επάνω στην έδρα κι εμείς καμιά εξηνταριά δωδεκάχρονα μόλις είχαμε αφήσει το Δημοτικό. Ήρθε η σειρά μου να διαβάσω. Όταν τέλειωσα μια καθηγήτρια με ρωτάει: "Με τι βαθμό προβιβάστηκες από την Έκτη;" "Με 10", απαντώ. Γυρίζει στους άλλους καθηγητές και λέει αυτό που θυμάμαι ακόμα και χαίρομαι: "Είδες πώς φαίνονται τα 10ρια;" 

Αυτή η κουβέντα, κάθε που διαβάζω σε κοινό, με συνοδεύει ακόμα.  

Κατά τα άλλα, έχω μήνες να γράψω κάτι αξιόλογο. Αυτό το πάρε δώσε με τους εκδότες με έχει κουράσει και απογοητεύσει. Τα πρωινά δουλεύω οικοδομή. Κολλάω πλακάκια στο μελλοντικό μου σπίτι των 45 τετραγωνικών. Τα κολλάω γελοία και κάθε ένα που κολλάω σκέφτομαι τον πλακά που μου κόλλησε τα πλακάκια του μπάνιου. "Είναι χάλια", θα πει. "Σκοντάφτεις", θα πει. "Θα σπάσουν" θα πει. "Τα έχεις κόψει στραβα", θα πει όταν θα έρθει για τα ντουλάπια. Είναι Γερμανός και δεν κρύβει λόγια. Είναι σκληρό καρύδι και καλός στη δουλειά του και σε ό, τι πει θα έχει δίκιο, ο Λουτς. Και όταν θα τον κοιτάζω που θα τα κοιτάζει μετά βδελυγμίας ,θα έχει δίκιο. Ωστόσο εγώ τοποθετώντας τα φτηνά μου πλακάκια θα ξέρω πού σκοντάφτω. Και αν κάποιο σπάσει θα το ξεκολλήσω και θα το ξανακολλήσω από την αρχή. Όσο για τα στραβοκομμένα; Και σιγά μη με νοιάζει, δεν θα με ματιάζουνε κιόλας! Γλύτωσα όμως τουλάχιστον ένα χιλιάρικο - που δεν το είχα- κι εκεί όλα μου φαίνονται ίσια και όμορφα και δικά μου! 

Σήμερα λέω να μη δουλέψω οικοδομή. Νιώθω το σώμα μου κουρασμένο. Θα χαζέψω στην πολυθρόνα όλη μέρα. Φαγητό έχω από χτες. Δεν θα χρειαστεί ούτε καν να μαγειρέψω. 

Αυτές ήτο οι έγνοιες ενός οικοδόμου το πρωί και ενός πνευματικού ανθρώπου τις νύχτες. 

Σύντροφοι, Αλληλούια!

Τρίτη 3 Μαΐου 2022

Κάποιος που



Ένας άνθρωπος που αγαπάει
κλέβει άγριες μαργαρίτες
μυρίζει φύλλα άγριου δυόσμου
αποτυπώνει το πέταγμα της μέλισσας
αποθηκεύει στη μνήμη 
τους ήχους των πουλιών
του νερού 
ακόμα και του δυνατού αέρα
που μαδά τ' αθώα άνθη λεμονιάς 
ένας άνθρωπος που κάποτε αγαπούσε
δαγκώνει χλωρά μύγδαλα
και μαζεύει με χέρια που πονάνε
μικρά σαλιγκάρια
ένας άνθρωπος που τριγυρίζει άσκοπα
στα μεθυσμένα από χρώματα χωράφια
όταν κοιμάται
ονειρεύεται και πάλι
την αγάπη. 




 


Πέμπτη 21 Απριλίου 2022

Οι τοξικοί



 Έτσι δα. Για να μιλήσω. 

Δέχτηκα επίθεση χτες. Εντάξει, τις επιθέσεις τις αντιμετωπίζεις, περνάει. Αυτό που κρύβεται πίσω από την επίθεση όμως, αυτό είναι που πειράζει. Αυτό που κρύβεται είναι ύπουλο, είναι χειρότερο. Διότι τόσο ο επιτιθέμενος όσο και αυτός που δέχεται την επίθεση, είναι χαμένοι. Ο πρώτος επειδή φορτώνει καιρό μέσα του και ο δεύτερος επειδή δέχεται πυρά που πληγώνουν. 

Στην περίπτωσή μας το μέλλον είναι προβλέψιμο: ο επιτιθέμενος θα συνεχίσει να τρέφει μέσα του αυτό που τρέφει. Ο δε δεχόμενος την επίθεση δεν μπορεί παρά να συνεχίσει να είναι αυτό που είναι. Μπορεί ακόμα και να συνηθίσει στις επιθέσεις. Ωστόσο δεν απομακρύνεται από την τοξικότητα των άλλων. Γιατί; Επειδή ο άνθρωπος είναι ζώο συντροφικό και επειδή μερικές φορές η μοναξιά δεν υποφέρεται. Επειδή αν κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε τέτοιες συμπεριφορές κόβαμε κι από έναν, στο τέλος θα απόμενε ένα ασκηταριό στα βράχια, να ζωγραφίζουμε τις πέτρες. 

   

Κυριακή 17 Απριλίου 2022

Ληγμένο παγωτό

 


Οχτώ μήνες κι εννιά μέρες. Οχτώ μήνες, εννιά μέρες και μια φωτογραφία. Μια φωτογραφία και το χρονικό του προδότη. Το χρονικό του προδότη είναι μελό. Είναι μελό όπως το ληγμένο παγωτό στο σπίτι του Φώτη. 

Κατεβαίναμε στον Άδη τότε. Κι ύστερα αναρριχόμασταν στον Παράδεισο. Έχεις επισκεφτεί ποτέ τον Παράδεισο, φίλε; Υπάρχει αέρας εκεί αλλά είναι σαν να μην υπάρχει. Οι άγγελοι παιχνιδιάρηδες γελούν, κοροϊδεύουν κι αγαπούν. Το ήξερες, φίλε; Οι άγγελοι αγαπούν. Μαζεύονται γύρω σου και παίζουν. Κάνουν λογοπαίγνια, σε αγγίζουν, σε περιποιούνται, λένε αστεία. Κι έπειτα γελούν όλοι μαζί. Καλοπροαίρετα, καθαρά, αγαπησιάρηκα, γελούν μαζί σου. Γελούν με την αφέλειά σου να πιστέψεις τα αστεία τους. 

Χτες φάγαμε και οι τρεις ληγμένο παγωτό.

Η δεξιά παλάμη μου πονούσε όλη τη νύχτα. 

Σήμερα δεν κάνω τίποτα. Ακόμα και ο Δημιουργός την έβδομη μέρα πήρε το ρεπό του. 

Είδα τη φωτογραφία σου και σε αγκάλιασα με τη σκέψη. Ξανά.

Κάποτε, όποτε είχα προβλήματα αισθηματικού τύπου, ξεσπούσα στα μαλλιά μου. Τα έκοβα, τους άλλαζα χρώμα, να γίνω άλλη από αυτή που ήμουνα, να γίνω κάποια καινούργια που δεν την ξέρει κανείς, που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε υπάρξει. Τώρα βάφω τοίχους κι αφήνω τα μαλλιά μου ήσυχα. 

Έχω μακριά μαλλιά τώρα. Που δεν έχεις δει.  

Σε λίγο θα έχω ένα σπίτι που ποτέ δεν έχεις μπει. Το αμάξι λέω να μην το αλλάξω.