Οχτώ μήνες κι εννιά μέρες. Οχτώ μήνες, εννιά μέρες και μια φωτογραφία. Μια φωτογραφία και το χρονικό του προδότη. Το χρονικό του προδότη είναι μελό. Είναι μελό όπως το ληγμένο παγωτό στο σπίτι του Φώτη.
Κατεβαίναμε στον Άδη τότε. Κι ύστερα αναρριχόμασταν στον Παράδεισο. Έχεις επισκεφτεί ποτέ τον Παράδεισο, φίλε; Υπάρχει αέρας εκεί αλλά είναι σαν να μην υπάρχει. Οι άγγελοι παιχνιδιάρηδες γελούν, κοροϊδεύουν κι αγαπούν. Το ήξερες, φίλε; Οι άγγελοι αγαπούν. Μαζεύονται γύρω σου και παίζουν. Κάνουν λογοπαίγνια, σε αγγίζουν, σε περιποιούνται, λένε αστεία. Κι έπειτα γελούν όλοι μαζί. Καλοπροαίρετα, καθαρά, αγαπησιάρηκα, γελούν μαζί σου. Γελούν με την αφέλειά σου να πιστέψεις τα αστεία τους.
Χτες φάγαμε και οι τρεις ληγμένο παγωτό.
Η δεξιά παλάμη μου πονούσε όλη τη νύχτα.
Σήμερα δεν κάνω τίποτα. Ακόμα και ο Δημιουργός την έβδομη μέρα πήρε το ρεπό του.
Είδα τη φωτογραφία σου και σε αγκάλιασα με τη σκέψη. Ξανά.
Κάποτε, όποτε είχα προβλήματα αισθηματικού τύπου, ξεσπούσα στα μαλλιά μου. Τα έκοβα, τους άλλαζα χρώμα, να γίνω άλλη από αυτή που ήμουνα, να γίνω κάποια καινούργια που δεν την ξέρει κανείς, που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε υπάρξει. Τώρα βάφω τοίχους κι αφήνω τα μαλλιά μου ήσυχα.
Έχω μακριά μαλλιά τώρα. Που δεν έχεις δει.
Σε λίγο θα έχω ένα σπίτι που ποτέ δεν έχεις μπει. Το αμάξι λέω να μην το αλλάξω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου