Τρίτη 4 Απριλίου 2017






Μάνα, συγγνώμη, αλλά δεν θέλω να σου μοιάσω. 
Δεν θέλω να γίνω γυναίκα σπιτικιά. Ούτε να μείνω μονάχη για πάντα. Δεν θέλω να γίνω μια γριά που καπνίζει και βήχει. Δεν θέλω να συμβουλεύω τα παιδιά μου να μείνουν δυστυχισμένα σε γάμους που δυσφορούν. Ούτε θέλω να τα κρατήσω κοντά μου επειδή μου χρωστούν για τις θυσίες μου. Γιατί δεν είναι θυσία, μάνα, το μεγάλωμα των παιδιών. Είναι αγάπης επιλογές. Δεν θέλω να σου μοιάσω μάνα. Θέλω τα παιδιά μου να είναι ελεύθερα. Να έχουν φτερά κι εγώ να χαίρομαι που τα ανοίγουν για να φύγουν από μένα. Αυτή είναι η φύση, μάνα.  Συγγνώμη που βλέπω το κορμί σου να γερνάει κι εγώ λαχταράω να φύγω όσο πιο μακρυά γίνεται. Κι ας μην μπορώ να παλέψω τη σύγκρουση με τον εαυτό και τις ενοχές μου. Όμως, μάνα, είναι φορές που πνίγομαι με την αγάπη σου. Κι εγώ δεν θέλω να σου μοιάσω. Γιατί η αγάπη δεν πνίγει, μάνα. 
Μάνα, με πονάς.
Κι εγώ δεν θέλω να πνίξω, ούτε να πονέσω κανέναν. Δεν είναι στο αίμα μου, μάνα. Γι' αυτό φοβάμαι που σε βλέπω ανήμπορη, μάνα.
Μάνα, συγγνώμη, αλλά δεν θέλω να σου μοιάσω...


Ντίνος Χριστιανόπουλος 
Τύψεις όσο περνούν οι μέρες και μακραίνει η ηλικία της σεμνότητας, 
αισθάνομαι τις ανεπαίσθητες ραγισματιές εντός μου 
από νύχτα σε νύχτα να πληθαίνουν: 
δρόμοι που πήρα με χαμηλωμένα μάτια 
φώτα που πέσαν πάνω μου ανελέητα 
λόγια πιο πρόστυχα κι απ' τις χειρονομίες - μα πιο πολύ, 
η όψη της μητέρας μου όταν γυρνώ αργά το βράδυ 
και τη βρίσκω μ' ένα βιβλίο στο χέρι 
να προσμένει βουβή, ξενυχτισμένη και χλομή. 

Δευτέρα 3 Απριλίου 2017

Πάνος Σταθόγιαννης
ΤΟ ΣΟΥΡΟΥΠΟ (λαϊκόν ασμάτιον)
Στο Άμστερνταμ δοκίμαζες μονόπετρα,
στη Σμύρνη έπινες ρακή, στη Γένοβα μαρτίνι,
χιλιόμετρα που φέρνανε χιλιόμετρα 
– το σούρουπο μετριέται με βενζίνη.
Δεν πήγες παρακεί απ’ τη φενάκη σου,
δυο ζόρικα φθινόπωρα, μια άνοιξη ζημιάρα,
δεν είναι αυτός καπνός απ’ την Ιθάκη σου
– το σούρουπο μετριέται με τσιγάρα.
Πώς σμίξανε τα ήμερα με τ’ άγρια,
μπλοκάρανε καλώδια, πιέστηκαν σκανδάλες,
γυαλίζανε στα μάτια σου τα δάκρυα
– το σούρουπο μετριέται με ψιχάλες.
Στην πόρτα σου θεριεύουν αγριόχορτα,
καταραμένοι εραστές και ψεύτικοι μεσσίες,
πυργάκια στήνεις από τραπουλόχαρτα
– το σούρουπο μετριέται μ’ απουσίες.
Έτσι....ολόκληρο.... από τον Πάνο. Επειδή ταιριάζει.

Σάββατο 1 Απριλίου 2017



Η μάχη δεν γίνεται για να το δεχτεί ο εκδότης.
Η μάχη δεν γίνεται για να βγει χρήμα από αυτό.
Η μάχη γίνεται με κείνα τα αλλοπρόσαλλα μικρά μαύρα στοιχεία που ταιριάζεις πάνω στο λευκό χαρτί για να φτιάξεις λέξεις. 
Μετά ανακαλύπτεις: 
Για μια φορά ακόμη, έχεις εκτεθεί. 
Ανεπανόρθωτα. 

Μιλῶ... (Γιώργος Σαραντάρης) 

Μιλῶ γιατὶ ὑπάρχει ἕνας οὐρανὸς ποὺ μὲ ἀκούει 
Μιλῶ γιατὶ μιλοῦν τὰ μάτια σου
Καὶ δὲν ὑπάρχει θάλασσα δὲν ὑπάρχει χώρα
Ὅπου τὰ μάτια σου δὲ μιλοῦν
Τὰ μάτια σου μιλοῦν ἐγὼ χορεύω 
Λίγη δροσιὰ μιλοῦν κι ἐγὼ χορεύω 
Λίγη χλόη πατοῦν τὰ πόδια μου
Ὁ ἄνεμος φυσᾶ πού μᾶς ἀκούει


....Ανοιξιές....

Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017



Τα χαρούμενα γενέθλια της 27/3/2017

...Ξέρεις πώς είναι...
Οι φίλοι του κυβερνοχώρου... "Χρόνια Πολλά" για τα γενέθλιά σου... Ακόμα και το Google σου έστειλε αναμμένα κεράκια... Συγκινήθηκες, χαζό... Απάντησες σε όλους. Προσωπικά. Δυο - τρεις κουβέντες με τον καθένα. Σύντομο  breafing για τις ζωές σας. Των περισσότερων από αυτούς, άδειες. Άδειες από τι; Από τι άδειες;
Άδειες σαν τη δική σου. Είναι η δική σου ζωή άδεια; Από τι άδεια;
Τι θα έκανε μια ζωή να μοιάζει γεμάτη; Και γιατί ισχυρίζεσαι ότι ο χρόνος δεν φτάνει; Γιατί όλοι ισχυρίζονται ότι ο χρόνος δεν φτάνει αφού υπάρχει τόσο κενό;
Το βασικό ζωτικό όργανο: Η καρδιά. Φταίει. Γεμίζει κι αδειάζει. Κι όταν αδειάσει, στεγνώνει το σώμα όλο. Και το μυαλό όλο. Και ο χρόνος σταματά. Ή τρέχει ανεξέλεγκτα.
Κι εσύ που πήρες τόσα "Χρόνια Πολλά" στα φετινά γενέθλιά σου, το βράδυ θα κοιμηθείς μόνος. Θα γύρεις στο ίδιο μαξιλάρι που έπεσες χτες. Θα σκεπαστείς το ίδιο σκέπασμα εγκατάλειψης. Θα δεις λίγη τηλεόραση για να ξεχάσεις το κρύο σεντόνι. Θα σβήσεις το φως μόλις γλαρώσουν τα μάτια. Κάπου στη μέση της νύχτας θα ξυπνήσεις. Η καρδιά σου θα κλαίει σιγανά. Μεταξωτή καρδιά. Σιγανά, μην την ακούσεις και δεν μπορέσει να σε ξαναπάρει ο ύπνος. Γιατί η νύχτα των γενεθλίων σου, - όπως και κάθε νύχτα-  είναι μεγάλη...


Παρασκευή 24 Μαρτίου 2017

ΩΔΗ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ (ΙΙ) 
Βιβλίο, ωραίο, 
βιβλίο έλασσον δάσος, 
φύλλο το φύλλο, 
μυρίζει το χαρτί σου στοιχείο, 
είσαι πρωινό και νυχτιάτικο, 
δημητριακό, 
ωκεάνιο, 
μες στις παλιές σελίδες σου αρκουδοκυνηγοί, 
φωτιές πλάι στο Μισισίπι, 
μονόξυλα στα νησιά, 
αργότερα δρόμοι και δρόμοι, 
αποκαλύψεις, 
λαοί επαναστατημένοι,
 ο Ρεμπό σα λαβωμένο αιμόφυρτο ψάρι, 
να σπαρταράει στο βούρκο, 
και η ομορφιά της αδερφοσύνης
 −πέτρα την πέτρα− 
να υψώνει το ανθρώπινο κάστρο, 
πόνοι που υφαίνουν τη σταθερότητα, 
πράξεις αλληλέγγυες, 
βιβλίο κρυμμένο από τσέπη σε τσέπη, 
λάμπα παράνομη, 
κόκκινο αστέρι. 
Εμείς οι διαβάτες ποιητές 
εξερευνούμε τον κόσμο, 
μας δέχτηκε η ζωή σε κάθε θύρα, 
πήραμε μέρος στον επίγειο αγώνα. 
Ποια ήταν η νίκη μας; 
Ένα βιβλίο, 
ένα βιβλίο γεμάτο, 
με ανθρώπινες επαφές, 
με πουκάμισα, 
ένα βιβλίο χωρίς μοναξιά 
με ανθρώπους κι εργαλεία, 
ένα βιβλίο είναι η νίκη. 
Ζει και πέφτει όπως όλοι οι καρποί 
και δεν έχει μόνο φως, 
και δεν έχει μόνο σκιά, 
σβήνει ξεφυλλίζεται, 
χάνεται, 
ανάμεσα στους δρόμους 
και κατρακυλάει στη γη. 
Βιβλίο της αυριανής ποίησης, 
Έχε ξανά χιόνι και μούσκλια στις σελίδες σου, 
έτσι που τα βήματα ή τα μάτια 
να χαράζουν αχνάρια: 
ας περιγράψουμε ξανά τον κόσμο, 
της πηγής, 
μες απ' τη βλάστηση, 
τους ψηλούς δρυμούς, 
τους πολικούς πλανήτες, 
και τον άνθρωπο στις στράτες, 
στις καινούργιες στράτες, 
να προχωρεί στη σέλβα, 
στο νερό, 
στον ουρανό, 
στη γυμνή θαλάσσια μοναξιά, 
τον άνθρωπο να ανακαλύπτει τα έσχατα μυστικά, 
τον άνθρωπο που ξαναγυρίζει μ' ένα βιβλίο, 
τον κυνηγό που γυρίζει μ' ένα βιβλίο, 
τον αγρότη που οργώνει μ' ένα βιβλίο. 

Νερούδα Δανάη  
Προσωπικό αρχείο Γιώργου Δαρδανού - Μεταγραφή: Εύη Μαλλιαρού 
Πηγή: www.lifo.gr

Πέμπτη 16 Μαρτίου 2017

Σιγαλά, σιγαλά να δρασκελάς το μούσκαρι και τον ασφόδελο, σεβαστικά να πατάς, να μην πληγώσεις την ανεμώνη και την αγριομαργαρίτα, το φιδόχορτο, τ' ανθισμένα σινάπια, τις άγριες ορχιδέες, τις ανθισμένες ρόκες. Αργά να μυρίζεις. Πλατιά να κοιτάς. Και πάντα να προσεύχεσαι στις άγιες μέλισσες. Αμήν.