Δευτέρα 9 Μαΐου 2016

TA XAI-KOY TOY MAH







































I
Τα στοιχειά που με καλεί η Φύση να παλέψω:
τον αέρα, τη βροχή κι εσένα.

II
Ανικανοποίητη μέλισσα
στέκεται ακόμα και στο μπουμπούκι.

III
Τόσα λουλούδια στον κήπο μου
τόσες μέλισσες να τρυγάνε.

IV
Να φυτέψεις έναν σπόρο δεν φτάνει:
Πρέπει να τον ποτίζεις ώσπου να σκάσει στον ήλιο.

V
Ο Θεός κατοικεί λίγο πιο κάτω από το σπίτι μου:
Ακούω τη φωνή του τις Κυριακές.

VI
Με είδε το πουλί κι έφυγε τρομαγμένο.
Κι εγώ παρακαλούσα να μείνει λίγο ακόμα στο δέντρο μου.

VII
Χρωματιστά παραγινωμένα φρούτα στο καλάθι.
Σαν τη ζωή μου.

Ε.Κ.

ΕΥΤΥΧΊΑ ΕΊΝΑΙ

Ευτυχία είναι η ακτίνα φωτός που σε λούζει ακόμα κι όταν γύρω είναι σκοτάδι. 

Δεν μπορώ παρά να είμαι ευτυχισμένη. 
Τιμώ το δώρο κι ευχαριστώ.













Κυριακή 8 Μαΐου 2016

 boardwalk-empire-final-shot.jpg

ΝΑ ΜΑΘΕΙΣ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙΣ


Από την ασφάλεια τρύπιων αγκαλιών.

Από χειραψίες που σε στοιχειώνουν.

Από την ανάμνηση μιας κάλπικης ευτυχίας.

Να φεύγεις !

Αθόρυβα, σιωπηλά, χωρίς κραυγές, μακρόσυρτους αποχαιρετισμούς.

Να μην παίρνεις τίποτα μαζί, ούτε ενθύμια, ούτε ζακέτες για το δρόμο.

Να τρέχεις μακριά από δήθεν καταφύγια κι ας έχει έξω και χαλάζι.

Να μάθεις να κοιτάς βαθιά στα μάτια όταν λες αντίο κι όχι κάτω ή το άπειρο.

Να εννοείς τις λέξεις σου, μην τις εξευτελίζεις, σε παρακαλώ.

Να μάθεις να κοιτάς την κλεψύδρα, να βλέπεις πως ο χρόνος σου τελείωσε.

Όχι αγκαλιές, γράμματα, αφιερώσεις, κάποτε θα ξανασυναντηθούμε αγάπη μου (όλα τα βράδια και τα τραγούδια δεν θα είναι ποτέ δικά σας).

Αποδέξου το.

Να αποχωρίζεσαι τραγούδια που αγάπησες, μέρη που περπάτησες.

Δεν έχεις τόση περιορισμένη φαντασία όσο νομίζεις.

Μπορείς να φτιάξεις ιστορίες ολοκαίνουριες, με ουρανό κι αλάτι.

Να θυμίζουν λίγο φθινόπωρο, πολύ καλοκαίρι κι εκείνη την απέραντη Άνοιξη.

Να φεύγεις από εκεί που δε σου δίνουν αυτά που χρειάζεσαι.

Από το δυσανάλογο, το μέτριο και το λίγο.

Να απαιτείς αυτό που δίνεις να το παίρνεις πίσω -δεν τους το χρωστάς.

Να μάθεις να σέβεσαι την αγάπη σου, το χρόνο σου και την καρδιά σου.

Μην πιστεύεις αυτά που λένε -η αγάπη δεν είναι ανεξάντλητη, τελειώνει.

Η καρδιά χαλάει, θα τη χτυπάς μια μέρα και δεν θα δουλεύει.

Να καταλάβεις πως οι δεύτερες ευκαιρίες είναι για τους δειλούς

-οι τρίτες για τους γελοίους.

Μην τρέμεις την αντιστοιχία λέξεων-εννοιών, να ονομάζεις σχέση τη σχέση, την κοροϊδία κοροϊδία.

Να μαλώνεις τον εαυτό σου καμιά φορά που κάθεται και κλαψουρίζει

-σαν μωρό κι εσύ κάθεσαι και του δίνεις γλειφιτζούρι μη και σου στεναχωρηθεί το βυζανιάρικο.

Να μάθεις να ψάχνεις για αγάπες που θυμίζουν Καζαμπλάνκα

- όχι συμβάσεις ορισμένου χρόνου

Και να μάθεις να φεύγεις από εκεί που ποτέ πραγματικά δεν υπήρξες.

Να φεύγεις κι ας μοιάζει να σου ξεριζώνουν το παιδί από τη μήτρα.

Να φεύγεις από όσα νόμισες γι’ αληθινά, μήπως φτάσεις κάποτε σ’ αυτά.



Του Μάη οχτώ
Αφιερωμένο στον Βασίλη, στην Εύη και στον Κυριάκο

Σάββατο 7 Μαΐου 2016




ΑΝΆΜΕΣΑ ΣΤΑ ΚΟΛΛΗΜΈΝΑ ΚΟΡΜΙΆ ΤΊΠΟΤΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΊ ΝΑ ΧΩΡΈΣΕΙ

«Κόλλα πάνω μου…»
Άλλαξε πλευρό και κόλλησε το γυμνό κορμί της στην πλάτη του. Πέρασε το χέρι της κάτω από το μπράτσο του και το άφησε να κρέμεται νυσταγμένο πάνω στο φαρδύ του στήθος. Άνοιξε για μια στιγμή τα μάτια, απέσυρε για λίγο το χέρι της μαλακά, τράβηξε το σεντόνι που είχε φύγει, ξαναέχωσε το χέρι της στην προηγούμενη θέση.
Το σώμα της ήταν κολλημένο πάνω στο δικό του. Εκείνος, καθώς ήταν ξαπλωμένος στο πλάι είχε λυγισμένα τα πόδια του. Εκείνη είχε χώσει το κορμί της στις εσοχές που έφτιαχνε το δικό του κορμί. Κολλημένοι. Η ζέστη που έβγαινε από το σώμα του τάιζε τις αισθήσεις της βάλσαμο. Έκλεισε τα μάτια. Κράτησε για μια στιγμή την αναπνοή της. Ο ύπνος είχε βαρύνει τη δική του. Κοιμόταν με ένα ελαφρύ ροχαλητό, σαν άνθρωπος που βρίσκεται μέσα σε νερό και κάθε λίγο πετάγεται πάνω να πάρει ανάσα.
Στον ύπνο του της έσφιξε το χέρι. Σαν να τσεκάρει αν είναι ακόμα εκεί. Της άρεσε αυτή η κίνηση που επαναλαμβανόταν κάθε λίγο. Εδώ είμαι. Χαμογέλασε με κλειστά μάτια. Είχε την αίσθηση πως το δέρμα της φόρτιζε ενέργεια από το δικό του. Το δέρμα του ένα ποτάμι που κυλούσε γλυκά και εισχωρούσε από τους ανοιχτούς του πόρους στους δικούς της. Αόρατο βάλσαμο που την έκανε να αγαπάει τον εαυτό της και τους ανθρώπους. Η ζεστασιά του κορμιού του την έκανε συμπονετική, τη γέμιζε θεϊκή αγάπη, την εναρμόνιζε με το Σύμπαν. Ό, τι είχε διπλά φυλακισμένο ξεχυνόταν και σκόρπιζε, διαλυόταν κι εξατμιζόταν, ατμός που ξεψυχούσε και χανόταν πάνω από τα άσπρα σεντόνια: Οσμές και γεύσεις του παρελθόντος, ιστορίες ζωής, αποτυχημένα συμβάντα, αιώνιοι θυμοί, ραγισμένα κομμάτια ατυχών αποφάσεων, λανθασμένες επιλογές, ζωή χωρίς ανάπαυση, πέθαιναν μέσα στον ιερό ποταμό της ζεστασιάς και της επαφής των γυμνών κορμιών τους. Ξαναβαφτίζονταν και οι δύο σε καινούργια θρησκεία.
Εδώ είμαι.
Μην ανησυχείς, δεν ανησυχώ.
Ανάμεσα στα κολλημένα κορμιά τίποτα δεν μπορεί να χωρέσει.

Μάης
 

Πέμπτη 5 Μαΐου 2016




Θανάσης Κωσταβάρας 

«Μόνο με και για την Αγάπη σου» 

Μόνο με την Αγάπη σου μπορώ να επιζήσω. 
Να μη χαθώ μέσα στο μαύρο δάσος. 
Ν’ αψηφήσω τον άγριο σκύλο που μ’ ακολουθεί σα να ’ναι ο ίσκιος μου. 
Μόνο με την Αγάπη σου. 
Να χτίσω ένα άλλο πρόσωπο. 
Να γίνω πάλι ένα μικρό αγόρι. 
Αθώο σαν το τρεχούμενο νερό. 
Και να γνωρίζω τον κόσμο μ’ ένα καινούργιο θάμπωμα. 
Μόνο με την Αγάπη σου μπορώ να λέω τραγούδια από άλλους, άγνωστους τόπους. 
Να γίνομαι ένας γρύλος άγρυπνος∙ και να κεντώ τ’ όνομα σου, με στίχους αέρινους. 
Να μιλώ μόνο για σένα. 
Να σε καλημερίζω μ’ έναν φοβισμένο κορυδαλλό κρυμμένον στο στήθος μου∙ 
και να μου αποκρίνεσαι μ’ ένα ξεχασμένο μου ποίημα. 
Μόνο για την Αγάπη σου. 
Μπορώ να περνάω την κάθε μου μέρα 
απαγγέλλοντας τους πικρούς στεναγμούς 
και αγιογραφώντας τους αίνους 
απ’ το μέγα θαύμα του Έρωτα. 
Να σου λέω τέλος καληνύχτα 
και να με παίρνεις μαζί σου, στον ύπνο σου. 
Για να με σεργιανίσεις μεθυσμένον 
στα μαγεμένα σου όνειρα. 
Μόνο με και για την Αγάπη σου 
μπορώ να γίνομαι όλο και πιο ανθρώπινος. 
Να φαίνομαι όλο και λιγότερο λυπημένος.



Πηγή : Andro.gr [ http://www.andro.gr/empneusi/top-5-love-poets/ ]

Τρίτη 26 Απριλίου 2016

Έχετε ακούσει την παροιμία που λέει "...Θέλει να κρυφτεί και η χαρά δεν την αφήνει;"
Οι Σημαδεμένες βγήκαν στο φως. 


Εγώ είμαι ο Οδυσσέας; 
Γυρίζω σπίτι, Τηλέμαχε.
Με φτέρνες οργωμένες από διαδικασίες ερώτων
περιουσίες ανεπίδοτες,
κληρονομικά τραύματα
και μία εκ γενετής μελαγχολία
δίχως ταυτότητα πια
έρχομαι Τηλέμαχε, 
άνοιξε την πόρτα της πίσω αυλής 
για να χωρέσω.
Ε.Κ.

Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

Θέλει να πιστεύει

Τρέχα γύρευε!



ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ - Ο κήπος με τις αυταπάτες

«Τι είναι λοιπόν αυτό που μας κάνει να παίζουμε διαφορετικό ρόλο σε κάθε πράξη ενός και του αυτού έργου; Γιατί εννοούμε να δοκιμαζόμαστε πάλι και πάλι;»

«Αχ αγάπη, πώς καταφέρνεις ν΄ αποχωρίζεσαι απ΄ το στοιχείο του έρωτα! Πως τ΄ αφήνεις να φτάνει σε μιαν ύστατη έκρηξη και να εξαντλείται, τη στιγμή που εσύ ατάραχη συντηρείσαι και ανεβαίνεις όπως το λάδι πάνω απ΄ το νερό, για να κρατήσεις αναμμένη την φλόγα μιας ατελεύτητης ημέρας.» 

«Στη διάρκεια ενός σιγαρέτου που είναι η ζωή μας και όπου χαιρόμαστε και αυτοκαταστρεφόμαστε όπως άλλωστε και στους έρωτες , τις απόπειρες δημιουργίας και οπουδήποτε αλλού το μόνο φωτάκι που δεν σβήνει ακόμη κι αν ο χρόνος μας το πατά χάμω είναι το κάλλος . Η απειροελάχιστη στιγμή όπου γευτήκαμε το κάλλος και την ενσωματώσαμε μια για πάντα μες στην ιδιωτική μας αιωνιότητα»

Όπου ανθεί ο μέσος όρος παύω να υπάρχω. Μου είναι αδύνατον να ευδοκιμήσω μέσα στην μάζα της εκάστοτε πλειοψηφίας. Οι ωραίες μειοψηφίες είναι το κάτι άλλο.
Ή τις κάνω σμαράγδι να φωτίζουν την νύχτα μου, ή τις τρώω με σοκολάτα και σαντιγύ. Γι΄ αυτό και καμιά ολιγαρχία που εκτιμώ δεν έρχεται στα πράγματα. Όμως γι΄ αυτό ακριβώς την επιλέγω.
Για να μην έρχομαι ποτέ στα πράγματα.


Και σκληρή σωστή πέτρα μπορεί να γίνεται κάποτε η μοναξιά σου. Και άλλες φορές πάλι σκέτο πούπουλο. Είναι που την βρίσκεις να διαμορφώνεται άλλοτε μέσα στην μεγάλη σύναξη των ανθρώπων κι άλλοτε πάλι στην ερημία των πάρκων, την ώρα που κι οι πάπιες ακόμη δεν σου δίνουν σημασία κι αποσύρονται στην χλόη να κοιμηθούν. Τότε είναι που νιώθεις την απελπισία να σου βγαίνει από το στόμα έξω, χωρίς ίσως την δύναμη που μπορεί να έχει ένα δηλητηριώδες φάρμακο, αλλά και χωρίς τουλάχιστον τις θεραπευτικές του ιδιότητες. Περνάς ένα διάστημα ταινίας βωβού κινηματογράφου. Και ξαφνικά, τα γράμματα που δεν είχες αρχίσει να τα μιλάς, βάλνονται να σχηματίζουν με τρόπο απροσδόκητο ορισμένα ερωτηματικά. Μήπως η απελπισία δεν είναι στο βάθος παρά μια άπω ελπίς; Οπόταν και η μοναξιά συμβαίνει να είναι η μόνη αξία που έχει τη δύναμη να την αποκαλύψει;

«Είμαι του ολίγου και του ακριβούς. Δεν υπήρξα ποτέ του τρίτου προσώπου. Τρέφομαι από το δυσ και το ευ που κατά περίσταση προσφέρω.


Χλόη Κουτσουμπέλη 
Κάποια ποιήματα 

Αλχημεία 
Πρώτα την ύλη, αρχέγονη.
Φωτιά, νερό, αέρα, χώμα.
Ύστερα κορμί, όχι όμως οποιοδήποτε.
Προσοχή στον πόνο.
Ένα κουταλάκι την ημέρα αρκεί.
Αλάτι ας έχει άφθονο,
αλυκή από χρόνο νεκρό.
Πολύ πικρό, δεν πρέπει νάναι
ούτε όμως και πολύ ζαχαρωμένο
από σιρόπι ψευδαισθήσεων.
Καλύτερα γλυκόπικρο,
σαν επαφή που έμεινε ανέπαφη,
σαν όνειρο που έπαψε να ονειρεύεται,
σαν ένα κορμί που αστραπιαία
συνάντησες σε ξέστρωτο κρεβάτι,
ενώ το μόνο που ήθελες
ήταν το χάδι στα μαλλιά.
Ύστερα το καίμε
σε δυνατή φωτιά,
ενώ συγχρόνως προσποιούμαστε πως ζούμε
(στο μεταξύ η ψυχή είναι ακόμα ζωντανή
και σπαρταράει στο βραστό νερό)
και κάπου σ’ ένα σύμπαν μακρινό
ένα μικρό παιδί
κοιτάζει έξω από το τζάμι τις νιφάδες
που το χωρίζουν απ’ τον κόσμο.
Και τότε ξαφνικά και μαγικά,

η σάρκα μετατρέπεται σε ποίημα.




Το σκιάχτρο 
Είμαι ένα σκιάχτρο που φοβάται,
διώχνω τους εφιάλτες
και τους έλκω,
το βράδυ χαϊδεύω τα σκοτάδια
το πρωί κουνώ τα χέρια στα πουλιά.
Είμαι ένα σκιάχτρο που φοβίζει,
στην έρημο μιας σχέσης με ανθρώπους.
Με τα χέρια μου- τσουκνίδες
ξεσκίζω το πρόσωπό μου
και τους άλλους.
Μα κάτω από τα άχυρα
και την σκισμένη μπλούζα
ένα κοράκι κρύβω,
στιλπνό,
μαύρο,
μόνο,
το πιο έρημο κοράκι,

την καρδιά μου.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ: Ανθολογία Ποιημάτων από το 2ο τόμο της συγκεντρωτικής έκδοσης 2001-2013

ΤΟ ΑΓΩΝΙΣΜΑ ΤΗΣ ΜΟΝΟΜΑΧΙΑΣ

Στο αγώνισμα της μονομαχίας
δεν έχει σημασία η παιδική σου ηλικία,
αν ο μπαμπάς τραγούδαγε στο μπάνιο,
αν η μαμά άνοιγε τρύπες στον τοίχο με τρυπάνι,
αν σε κλείδωναν στο υπόγειο μιας ψυχρής ματιάς.
Το θέμα είναι η προσεκτική επιλογή.
Αυτή είναι ο καθρέφτης που ραγίζει.
Γιατί δεν τυχαίνει,
εμείς είμαστε αυτοί
που ρίχνουμε το γάντι στο πρόσωπο του άλλου,
εμείς που σφραγίζουμε
με βουλοκέρι τον πάπυρο
που καταφθάνει με μαύρη άμαξα την νύχτα.
Έρωτας, γράφει επάνω,
την τάδε ώρα κάτω από τα κυπαρίσσια.

Στο αγώνισμα της μονομαχίας
αυτό που έχει σημασία
είναι ο αντίπαλος με το κοντάρι
Γιατί συστηματικά κάτω απ’ την πανοπλία
τον ίδιο ιππότη διαλέγουμε συνέχεια
ηθελημένα γυμνωνόμαστε μαζί του στο σκοτάδι
εσκεμμένα του γεμίζουμε με βέλη τη φαρέτρα.
Στο αγώνισμα της μονομαχίας
το παν είναι η δική μας εξολόθρευση.

Αφού αυτήν έχουμε μεθοδεύσει

ΠΟΤΑΜΙΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ανθολογία ποιημάτων από το ΑΡΧΑΙΟ ΣΑΞΟΦΩΝΟ
ΤΟ ΚΕΝΟ
Διαλέγεις έναν άνδρα κατά προτίμηση μεσόκοπο
σε κάποια ουρά
με μια επιταγή χωρίς αντίκρισμα στο χέρι
ή ενώ ψωνίζεις κιμά
αν και το αίμα στην λευκή ποδιά
ενός χασάπη συνήθως απωθεί.
Προσωπικά επιλέγω τα ταχυδρομεία.
Οι άνθρωποι κρατούν νούμερα στο χέρι
και παραλαμβάνουν ή στέλνουν
χωρίς επίγνωση της ματαιότητας.
(Διαλέγω πάντα άνδρες που το νούμερό τους τελειώνει σε μηδέν).
Τυλίγεις το ανδρικό κορμί
σε μια κόλλα από χαρτί
αφού το φιμώσεις με μελάνι
κοιμάσαι μαζί του μία δυο φορές
σε ένα φτηνό ξενοδοχείο
το κρεβάτι τρίζει αφόρητα
η βρύση στάζει
η μούχλα τρώει τους τοίχους.
Κι εκεί γύρω στις πέντε το πρωί
μες στο αμνιακό υγρό της ποίησης
όλα θα ζωντανέψουν ξαφνικά
ο πόνος της αποκοπής
ο ομφάλιος λώρος σκουλήκι
η μητέρα χωρίς φύλο
ο πατέρας με τα πλαστικά γάντια
η μυρωδιά του αιθέρα
το διπλό άλμα του ακροβάτη.
Τότε και μόνο τότε
μπορείς να γράψεις για το τίποτα.




ΕΚΛΕΚΤΙΚΕΣ ΣΥΓΓΕΝΕΙΕΣ

Όλοι εμείς οι συγγενείς
είχαμε φέρει ντόρτια
στο παιχνίδι με τα πούλια
παγώνει σε μονά φλιτζάνια όμως ο καφές
στο καφενείο χωρίς όνομα
στην οδό Αρίστου Τέλους.
Εκλεκτική συγγένεια λοιπόν σημαίνει
κρύβω άσσους σε μανίκι δίχως χέρι
ενώ σε ειδική αίθουσα υποδοχής
σερβίρεται κονιάκ και κουλουράκι.
Στον προθάλαμο κάποιος χτυπάει νούμερα
στο μπράτσο εραστών που γίναν δήθεν φίλοι.

Γιατί άραγε λαχανιάζουμε άδικα μέσα στους αιώνες
εμείς οι εκλεκτοί εκλεκτικοί
χωρίς γένος χωρίς φύλο
που τρέχουμε γυμνοί μέσα σε γυάλα
που σμίγουμε κρυφά φθηνά και με ντροπή
σε παχιά μαξιλάρια από πούπουλα
κύκνων που ραμφίζουν
για λίγο στην σιωπή
για πάντα στο κενό.

Όλοι εμείς οι συγγενείς
που στο λήμμα αγάπη
διαβάζουμε πάντα λάθος
το συνώνυμο


Η ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΛΑΙΔΗΣ ΚΑΠΑ
Η Λαίδη Κ. δεν παραδίδεται,
δεν παραδίδει,
μόνο αποχωρεί,
την κατάλληλη εκείνη στιγμή,
που το ρολόι της σάλας
χτυπάει το τέλος.

Τότε η Λαίδη Κ. κατεβαίνει
τη δρύινη σκάλα,
το βαρύ της φόρεμα κυλάει στα σκαλοπάτια,
η Λαίδη Κ. φοράει πάντα
μαύρο βελούδο και μαργαριτάρια στο λαιμό,
οποιοσδήποτε μπορεί να την αγγίξει
έτσι καθώς ανάλαφρα γλυστράει μες στη σάλα,
κανείς ποτέ δεν την αγγίζει,
μαύρο βελούδο φοράει η Λαίδη Κ.
μαύρα βελούδινα τα μάτια της
αστράφτουν στο σκοτάδι.
Ποτέ δεν φωνάζει η Λαίδη Κ.,
ποτέ δεν κλαίει,
τα δάκρυα είναι στολίδια,
που τα φοράει γυμνή
στον καθρέφτη της τα βράδια.

Καθώς η Λαίδη Κ. γλιστράει μέσα μες στον χρόνο
αφήνει πίσω ένα άρωμα πικραμύγδαλου και μέντας
το κολιέ της χαλαρώνει και της πέφτει,
τα μαργαριτάρια πέταλα από άγρια τριαντάφυλλα,
σκορπίζονται στη σκάλα,
η Λαίδη Κ. είναι μόνη,
κανείς δεν την ακούει να ουρλιάζει
το βράδυ στο σκοτάδι.

Η Λαίδη Κ. δεν παραδίδεται.
Δεν θα παραδοθεί.
Μόνο την κατάλληλη στιγμή.
Θα λύσει τα μακριά φλογισμένα της μαλλιά
θα πετάξει κρινολίνα και βελούδα,
και ανέγγιχτη έξαφνα
θα γίνει μία μικρή κόκκινη αλεπού
που σαν σπίθα θα χαθεί
για πάντα μες στο δάσος.

Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ: ΤΟ ΘΕΜΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ, ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΣΩΜΑ ΚΙ Ο ΑΠΡΟΣΩΠΟΣ ΧΑΜΟΣ ΤΟΥ:

IV
Όλοι οι ποιητές κουβαλούν
πάνω τους κάτι αιχμηρό.
Είτε μια παλιά καρφίτσα στη γραβάτα,
είτε μανικετόκουμπα ασημένια
που μπήγονται στη σάρκα,
ή κοχύλια μυτερά, ξυράφια,
σπασμένα μπουκάλια από αψέντι,
αλεξανδρινούς κονδυλοφόρους
ή σουγιάδες ναυτικούς
ή μία μόνο λέξη
όπως «λείπεις» ή «μάνα» ή «ποτέ».

Χλόη Κουτσουμπέλη



Σάββατο 23 Απριλίου 2016


ΓΗ ΤΩΝ ΑΠΟΥΣΙΩΝ

Τώρα θὰ κοιτάζεις μία θάλασσα.
Ἡ διάθεση νὰ σὲ ἐντοπίσω
στὴ συστρεφόμενη ἐντός μου γῆ τῶν ἀπουσιῶν
ἔτσι σὲ βρίσκει:
πικρὴ παραθαλάσσια ἀοριστία.

Ἐκεῖ δὲν ἔχει ἀκόμα νυχτώσει
κι ἂς νύχτωσε τόσο ἐδῶ
τῶν τόπων οἱ κρίσιμες ὧρες
σπάνια συμπίπτουν.
Κάτι σὰν φῶς καὶ οὔτε φῶς,
ἡ ὥρα τοῦ ἑαυτοῦ σου ἔχει πέσει.
....................................................................

Τώρα, θὰ σοῦ ἔχουν πεῖ ὅ,τι εἶχαν νὰ σοῦ ποῦν
Οἱ ἀναδιπλώσεις τῶν κυμάτων
καὶ θὰ ἐπιστρέφεις κάπου.
Θὰ παίρνεις κάποιο χωματόδρομο,
μιὰ ἄλλη ἅπλα,
ἀλλοῦ γυμνὴ κι ἀλλοῦ ντυμένη μὲ βλάστηση.

ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ


ΔΙΑΛΟΓΟΣ
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΜΕΝΑ ΚΑΙ ΣΕ ΜΕΝΑ

Σοῦ εἶπα:
- Λύγισα.
Καὶ εἶπες:
- Μὴ θλίβεσαι.
Ἀπογοητεύσου ἥσυχα.
Ἤρεμα δέξου νὰ κοιτᾷς
σταματημένο τὸ ρολόι.
Λογικὰ ἀπελπίσου
πῶς δὲν εἶναι ξεκούρδιστο,
ὅτι ἔτσι δουλεύει ὁ δικός σου χρόνος.
Κι ἂν αἴφνης τύχει
νὰ σαλέψει κάποιος λεπτοδείκτης,
μὴ ριψοκινδυνέψεις νὰ χαρεῖς.
Ἡ κίνηση αὐτὴ δὲν θά ῾ναι χρόνος.
Θά ῾ναι κάποιων ἐλπίδων ψευδορκίες.
Κατέβα σοβαρή,
νηφάλια αὐτοεκθρονίσου
ἀπὸ τὰ χίλια σου παράθυρα..
Γιὰ ἕνα μήπως τ᾿ ἄνοιξες.
Κι αὐτοξεχάσου εὔχαρις.
Ὅ,τι εἶχες νὰ πεῖς,
γιὰ τὰ φθινόπωρα, τὰ κύκνεια,
τὶς μνῆμες, ὑδροροὲς τῶν ἐρώτων,
τὴν ἀλληλοκτονία τῶν ὠρῶν,
τῶν ἀγαλμάτων τὴν φερεγγυότητα,
ὅ,τι εἶχες νὰ πεῖς
γι᾿ ἀνθώπους ποὺ σιγὰ-σιγὰ λυγίζουν,
τὸ εἶπες.
ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ



ΑΠΟΣΤΑΣΗ
Απόσταση δεν είναι τα χιλιόμετρα που γράφονται στον δρόμο
απόσταση είναι τα χιλιόμετρα που γράφει η καρδιά 
μέτρα- δευτερόλεπτα που μετρά σκαντηλωτό ρολόι
όταν η ζωή είναι λίγη
η προσμονή λιγοστεύει
όταν το ποτάμι της αγάπης διασχίζει έρημο 
και σάλιο και σπέρμα δεν σταλάζουν να υγρανθούν οι  διψασμένες όχθες
και η πηγή σφαλίζει μακριά
δεν πολυλογεί.
Η καρδιά ζητιανεύει όσο την παίρνει ο χρόνος.
Ε.Κ.