Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

Θέλει να πιστεύει

Τρέχα γύρευε!



ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ - Ο κήπος με τις αυταπάτες

«Τι είναι λοιπόν αυτό που μας κάνει να παίζουμε διαφορετικό ρόλο σε κάθε πράξη ενός και του αυτού έργου; Γιατί εννοούμε να δοκιμαζόμαστε πάλι και πάλι;»

«Αχ αγάπη, πώς καταφέρνεις ν΄ αποχωρίζεσαι απ΄ το στοιχείο του έρωτα! Πως τ΄ αφήνεις να φτάνει σε μιαν ύστατη έκρηξη και να εξαντλείται, τη στιγμή που εσύ ατάραχη συντηρείσαι και ανεβαίνεις όπως το λάδι πάνω απ΄ το νερό, για να κρατήσεις αναμμένη την φλόγα μιας ατελεύτητης ημέρας.» 

«Στη διάρκεια ενός σιγαρέτου που είναι η ζωή μας και όπου χαιρόμαστε και αυτοκαταστρεφόμαστε όπως άλλωστε και στους έρωτες , τις απόπειρες δημιουργίας και οπουδήποτε αλλού το μόνο φωτάκι που δεν σβήνει ακόμη κι αν ο χρόνος μας το πατά χάμω είναι το κάλλος . Η απειροελάχιστη στιγμή όπου γευτήκαμε το κάλλος και την ενσωματώσαμε μια για πάντα μες στην ιδιωτική μας αιωνιότητα»

Όπου ανθεί ο μέσος όρος παύω να υπάρχω. Μου είναι αδύνατον να ευδοκιμήσω μέσα στην μάζα της εκάστοτε πλειοψηφίας. Οι ωραίες μειοψηφίες είναι το κάτι άλλο.
Ή τις κάνω σμαράγδι να φωτίζουν την νύχτα μου, ή τις τρώω με σοκολάτα και σαντιγύ. Γι΄ αυτό και καμιά ολιγαρχία που εκτιμώ δεν έρχεται στα πράγματα. Όμως γι΄ αυτό ακριβώς την επιλέγω.
Για να μην έρχομαι ποτέ στα πράγματα.


Και σκληρή σωστή πέτρα μπορεί να γίνεται κάποτε η μοναξιά σου. Και άλλες φορές πάλι σκέτο πούπουλο. Είναι που την βρίσκεις να διαμορφώνεται άλλοτε μέσα στην μεγάλη σύναξη των ανθρώπων κι άλλοτε πάλι στην ερημία των πάρκων, την ώρα που κι οι πάπιες ακόμη δεν σου δίνουν σημασία κι αποσύρονται στην χλόη να κοιμηθούν. Τότε είναι που νιώθεις την απελπισία να σου βγαίνει από το στόμα έξω, χωρίς ίσως την δύναμη που μπορεί να έχει ένα δηλητηριώδες φάρμακο, αλλά και χωρίς τουλάχιστον τις θεραπευτικές του ιδιότητες. Περνάς ένα διάστημα ταινίας βωβού κινηματογράφου. Και ξαφνικά, τα γράμματα που δεν είχες αρχίσει να τα μιλάς, βάλνονται να σχηματίζουν με τρόπο απροσδόκητο ορισμένα ερωτηματικά. Μήπως η απελπισία δεν είναι στο βάθος παρά μια άπω ελπίς; Οπόταν και η μοναξιά συμβαίνει να είναι η μόνη αξία που έχει τη δύναμη να την αποκαλύψει;

«Είμαι του ολίγου και του ακριβούς. Δεν υπήρξα ποτέ του τρίτου προσώπου. Τρέφομαι από το δυσ και το ευ που κατά περίσταση προσφέρω.


Χλόη Κουτσουμπέλη 
Κάποια ποιήματα 

Αλχημεία 
Πρώτα την ύλη, αρχέγονη.
Φωτιά, νερό, αέρα, χώμα.
Ύστερα κορμί, όχι όμως οποιοδήποτε.
Προσοχή στον πόνο.
Ένα κουταλάκι την ημέρα αρκεί.
Αλάτι ας έχει άφθονο,
αλυκή από χρόνο νεκρό.
Πολύ πικρό, δεν πρέπει νάναι
ούτε όμως και πολύ ζαχαρωμένο
από σιρόπι ψευδαισθήσεων.
Καλύτερα γλυκόπικρο,
σαν επαφή που έμεινε ανέπαφη,
σαν όνειρο που έπαψε να ονειρεύεται,
σαν ένα κορμί που αστραπιαία
συνάντησες σε ξέστρωτο κρεβάτι,
ενώ το μόνο που ήθελες
ήταν το χάδι στα μαλλιά.
Ύστερα το καίμε
σε δυνατή φωτιά,
ενώ συγχρόνως προσποιούμαστε πως ζούμε
(στο μεταξύ η ψυχή είναι ακόμα ζωντανή
και σπαρταράει στο βραστό νερό)
και κάπου σ’ ένα σύμπαν μακρινό
ένα μικρό παιδί
κοιτάζει έξω από το τζάμι τις νιφάδες
που το χωρίζουν απ’ τον κόσμο.
Και τότε ξαφνικά και μαγικά,

η σάρκα μετατρέπεται σε ποίημα.




Το σκιάχτρο 
Είμαι ένα σκιάχτρο που φοβάται,
διώχνω τους εφιάλτες
και τους έλκω,
το βράδυ χαϊδεύω τα σκοτάδια
το πρωί κουνώ τα χέρια στα πουλιά.
Είμαι ένα σκιάχτρο που φοβίζει,
στην έρημο μιας σχέσης με ανθρώπους.
Με τα χέρια μου- τσουκνίδες
ξεσκίζω το πρόσωπό μου
και τους άλλους.
Μα κάτω από τα άχυρα
και την σκισμένη μπλούζα
ένα κοράκι κρύβω,
στιλπνό,
μαύρο,
μόνο,
το πιο έρημο κοράκι,

την καρδιά μου.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ: Ανθολογία Ποιημάτων από το 2ο τόμο της συγκεντρωτικής έκδοσης 2001-2013

ΤΟ ΑΓΩΝΙΣΜΑ ΤΗΣ ΜΟΝΟΜΑΧΙΑΣ

Στο αγώνισμα της μονομαχίας
δεν έχει σημασία η παιδική σου ηλικία,
αν ο μπαμπάς τραγούδαγε στο μπάνιο,
αν η μαμά άνοιγε τρύπες στον τοίχο με τρυπάνι,
αν σε κλείδωναν στο υπόγειο μιας ψυχρής ματιάς.
Το θέμα είναι η προσεκτική επιλογή.
Αυτή είναι ο καθρέφτης που ραγίζει.
Γιατί δεν τυχαίνει,
εμείς είμαστε αυτοί
που ρίχνουμε το γάντι στο πρόσωπο του άλλου,
εμείς που σφραγίζουμε
με βουλοκέρι τον πάπυρο
που καταφθάνει με μαύρη άμαξα την νύχτα.
Έρωτας, γράφει επάνω,
την τάδε ώρα κάτω από τα κυπαρίσσια.

Στο αγώνισμα της μονομαχίας
αυτό που έχει σημασία
είναι ο αντίπαλος με το κοντάρι
Γιατί συστηματικά κάτω απ’ την πανοπλία
τον ίδιο ιππότη διαλέγουμε συνέχεια
ηθελημένα γυμνωνόμαστε μαζί του στο σκοτάδι
εσκεμμένα του γεμίζουμε με βέλη τη φαρέτρα.
Στο αγώνισμα της μονομαχίας
το παν είναι η δική μας εξολόθρευση.

Αφού αυτήν έχουμε μεθοδεύσει

ΠΟΤΑΜΙΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ανθολογία ποιημάτων από το ΑΡΧΑΙΟ ΣΑΞΟΦΩΝΟ
ΤΟ ΚΕΝΟ
Διαλέγεις έναν άνδρα κατά προτίμηση μεσόκοπο
σε κάποια ουρά
με μια επιταγή χωρίς αντίκρισμα στο χέρι
ή ενώ ψωνίζεις κιμά
αν και το αίμα στην λευκή ποδιά
ενός χασάπη συνήθως απωθεί.
Προσωπικά επιλέγω τα ταχυδρομεία.
Οι άνθρωποι κρατούν νούμερα στο χέρι
και παραλαμβάνουν ή στέλνουν
χωρίς επίγνωση της ματαιότητας.
(Διαλέγω πάντα άνδρες που το νούμερό τους τελειώνει σε μηδέν).
Τυλίγεις το ανδρικό κορμί
σε μια κόλλα από χαρτί
αφού το φιμώσεις με μελάνι
κοιμάσαι μαζί του μία δυο φορές
σε ένα φτηνό ξενοδοχείο
το κρεβάτι τρίζει αφόρητα
η βρύση στάζει
η μούχλα τρώει τους τοίχους.
Κι εκεί γύρω στις πέντε το πρωί
μες στο αμνιακό υγρό της ποίησης
όλα θα ζωντανέψουν ξαφνικά
ο πόνος της αποκοπής
ο ομφάλιος λώρος σκουλήκι
η μητέρα χωρίς φύλο
ο πατέρας με τα πλαστικά γάντια
η μυρωδιά του αιθέρα
το διπλό άλμα του ακροβάτη.
Τότε και μόνο τότε
μπορείς να γράψεις για το τίποτα.




ΕΚΛΕΚΤΙΚΕΣ ΣΥΓΓΕΝΕΙΕΣ

Όλοι εμείς οι συγγενείς
είχαμε φέρει ντόρτια
στο παιχνίδι με τα πούλια
παγώνει σε μονά φλιτζάνια όμως ο καφές
στο καφενείο χωρίς όνομα
στην οδό Αρίστου Τέλους.
Εκλεκτική συγγένεια λοιπόν σημαίνει
κρύβω άσσους σε μανίκι δίχως χέρι
ενώ σε ειδική αίθουσα υποδοχής
σερβίρεται κονιάκ και κουλουράκι.
Στον προθάλαμο κάποιος χτυπάει νούμερα
στο μπράτσο εραστών που γίναν δήθεν φίλοι.

Γιατί άραγε λαχανιάζουμε άδικα μέσα στους αιώνες
εμείς οι εκλεκτοί εκλεκτικοί
χωρίς γένος χωρίς φύλο
που τρέχουμε γυμνοί μέσα σε γυάλα
που σμίγουμε κρυφά φθηνά και με ντροπή
σε παχιά μαξιλάρια από πούπουλα
κύκνων που ραμφίζουν
για λίγο στην σιωπή
για πάντα στο κενό.

Όλοι εμείς οι συγγενείς
που στο λήμμα αγάπη
διαβάζουμε πάντα λάθος
το συνώνυμο


Η ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΛΑΙΔΗΣ ΚΑΠΑ
Η Λαίδη Κ. δεν παραδίδεται,
δεν παραδίδει,
μόνο αποχωρεί,
την κατάλληλη εκείνη στιγμή,
που το ρολόι της σάλας
χτυπάει το τέλος.

Τότε η Λαίδη Κ. κατεβαίνει
τη δρύινη σκάλα,
το βαρύ της φόρεμα κυλάει στα σκαλοπάτια,
η Λαίδη Κ. φοράει πάντα
μαύρο βελούδο και μαργαριτάρια στο λαιμό,
οποιοσδήποτε μπορεί να την αγγίξει
έτσι καθώς ανάλαφρα γλυστράει μες στη σάλα,
κανείς ποτέ δεν την αγγίζει,
μαύρο βελούδο φοράει η Λαίδη Κ.
μαύρα βελούδινα τα μάτια της
αστράφτουν στο σκοτάδι.
Ποτέ δεν φωνάζει η Λαίδη Κ.,
ποτέ δεν κλαίει,
τα δάκρυα είναι στολίδια,
που τα φοράει γυμνή
στον καθρέφτη της τα βράδια.

Καθώς η Λαίδη Κ. γλιστράει μέσα μες στον χρόνο
αφήνει πίσω ένα άρωμα πικραμύγδαλου και μέντας
το κολιέ της χαλαρώνει και της πέφτει,
τα μαργαριτάρια πέταλα από άγρια τριαντάφυλλα,
σκορπίζονται στη σκάλα,
η Λαίδη Κ. είναι μόνη,
κανείς δεν την ακούει να ουρλιάζει
το βράδυ στο σκοτάδι.

Η Λαίδη Κ. δεν παραδίδεται.
Δεν θα παραδοθεί.
Μόνο την κατάλληλη στιγμή.
Θα λύσει τα μακριά φλογισμένα της μαλλιά
θα πετάξει κρινολίνα και βελούδα,
και ανέγγιχτη έξαφνα
θα γίνει μία μικρή κόκκινη αλεπού
που σαν σπίθα θα χαθεί
για πάντα μες στο δάσος.

Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ: ΤΟ ΘΕΜΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ, ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΣΩΜΑ ΚΙ Ο ΑΠΡΟΣΩΠΟΣ ΧΑΜΟΣ ΤΟΥ:

IV
Όλοι οι ποιητές κουβαλούν
πάνω τους κάτι αιχμηρό.
Είτε μια παλιά καρφίτσα στη γραβάτα,
είτε μανικετόκουμπα ασημένια
που μπήγονται στη σάρκα,
ή κοχύλια μυτερά, ξυράφια,
σπασμένα μπουκάλια από αψέντι,
αλεξανδρινούς κονδυλοφόρους
ή σουγιάδες ναυτικούς
ή μία μόνο λέξη
όπως «λείπεις» ή «μάνα» ή «ποτέ».

Χλόη Κουτσουμπέλη



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου