Τρίτη 12 Απριλίου 2016

Σιωπή



Σιγά σιγά...
Αργά αργά...
Στις μύτες.
Όχι θόρυβο.
Σιωπηλά.



Οι άγριοι ταύροι της νύχτας
γαλήνεψαν.
Σιγά...
Βήμα βήμα.



Τα ψάρια γαλήνεψαν.
Η νύχτα του χρόνου σταμάτησε
ακριβώς εκεί που πεθύμησες.
Κοιμήσου τώρα.



Κοντά σε ό,τι αγάπησες
ξεκουράσου.
Σιγά...

Ε.Κ.


Η ΣΙΩΠΗ
Ὅσο καὶ ἄν μένουν ἀνεκτέλεστα τὰ ἔργα, ὅσο καὶ ἄν εἶναι πλήρης ἡ σιγὴ (ἡ σφύζουσα ἐντούτοις) καὶ τὸ μηδὲν ἄν διαγράφεται στρογγύλον, ὡς ἄφωνον στόμα ἀνοικτόν, πάντα, μὰ πάντα, ἡ σιγὴ καὶ τὰ ἀνεκτέλεστα ὅλα, θὰ περιέχουν ἕν μέγα μυστήριον γιομάτο, ἕνα μυστήριον ὑπερπλῆρες, χωρὶς κενὰ καὶ δίχως ἀπουσίαν, ἕν μέγα μυστήριον (ὡς τὸ μυστήριον τῆς ζωῆς έν τάφω) – τὸ φανερὸν, τὸ τηλαυγές, τὸ πλῆρες μυστήριον τῆς ὑπάρξεως τῆς ζωῆς, Ἄλφα-Ὠμέγα.
(Ανδρέας Εμπειρίκος, Οκτάνα)

1. Η σιωπή μου
Στον Πέτρο Δήμα
Οι πρώτοι φθόγγοι που άκουσα στη ζωή μου, οι πρώτες λέξεις
δεν ήταν το νανούρισμα της μάνας μου και το κελάηδημα της σιταρήθρας.
Πάνω απ’ το λίκνο μου άρθρωνε ρήματα το γαλάζιο
κι έμπαζε μέσ’ απ’ τ’ ανοιχτό παράθυρο η σιωπή
ένα ποτάμι υπέροχα λόγια. Μιας θαυμαστής
γλώσσας το χρυσό αλφάβητο διακλαδιζόταν μέσα μου.
Περνώντας μέσ’ από κοιτάσματα χρυσαφιού
στα βάθη μου εξακολουθεί το θείο αυτό ποτάμι
να ρέει, σιγά, σαν τα νερά των βυθισμένων ποταμιών,
που τρέχαν μ’ ένα βούισμα μελισσιών κάτω απ’ τους βράχους
του Ταϋγέτου, όταν οι ωραίες νύχτες τον νανουρίζαν
σαν ένα βρέφος κι ο λαγός όρθιος άκουγε το άπειρο!
Ό,τι καλύτερο άκουσα στον κόσμο αυτό δεν ήταν
παρά τα δάκρυα των απλών ανθρώπων κι η σιωπή.
Ακούστε το παλλόμενο πρωινό χαμόγελό μου!
Είμαι μια τόσο φλύαρη ψυχή! Ω, μη μου λέτε
πως δε μιλώ. Ούτε στιγμή δε σταματά η φωνή μου.
Σύννεφο εντός μου υψώνονται του θέρου οι σιταρήθρες
όταν σιωπώντας σας κοιτώ στα μάτια. Ένα μελτέμι
που βγαίνει μέσ’ από χρυσά φλάουτα είναι η σιωπή μου.
Η κάθε λέξη της σιωπής μου ανθίζει άγραφα χρώματα
κι είναι στημένα μέσα μου άπειρα ουράνια τόξα
που βρέχουνε χρωματιστές λέξεις μες στη σιωπή μου.
(Νικηφόρος Βρεττάκος)


2. Νύχτα σε άκρα σιωπή
Αν ακούγονταν ήχος , δε θα ‘ταν παρά
οι αχτίδες που κρέμονταν. Τι είναι φωνή;
Σε θυμάμαι που μίλαγες. Συλλογίζομαι τώρα
πως μες στη φωνή του πουλιού και τ’ ανθρώπου
καθρεφτίζεται ο ήλιος.
(Νικηφόρος Βρεττάκος)

Ἡ χώρα τῆς σιωπῆς
Ἡ χώρα τῆς σιωπῆς εἶναι ἀπὸ κρύσταλλο –
γαλάζιο κρύσταλλο, σὰν ἀπὸ πάγο.
Ἐκεῖ χορεύουνε τὰ πάντα ἀθόρυβα
κι ὅλες οἱ εἰκόνες διαθλῶνται στὸ ἄπειρο.
Τὰ δάκρυα τῶν παιδιῶν καὶ τὰ παράπονα
ἀφήνουν τὸ λεπτό ἦχο τῆς κιθάρας
Τῶν σιωπηλῶν πλασμάτων τὰ χαμόγελα
ρόδινη ἀνταύγεια ὑψώνουν στὰ μεσούρανα
καὶ τὰ βαθιά βλέμματα τῆς ἀγάπης
ἀνάβουν φλόγες πυρκαγιᾶς γαλάζιες.
Στὴ χώρα τῆς σιωπῆς ὅ,τι εἶναι γνήσιο
σὰν μιὰ καμπάνα ἀκούγεται γιορτάσιμη
ποὺ ἀνοίγει βουερούς θόλους στὰ οὐράνια.
Στὴ χώρα τῆς σιωπῆς συχνά ἀκροάστηκα
τὶς σημένιες κωδωνοκρουσίες
ποὺ ὑψώνει κάποιο σμῆνος γερανῶν.
Σὲ γάμους μυστικούς, σὲ λιτανεῖες,
σὲ τελετὲς οὐράνιες παρευρέθηκα
στὴ χώρα τῆς σιωπῆς πού εἰναι ἀπὸ κρύσταλλο,
γαλάζιο κρύσταλλο σὰν ἀπὸ πάγο…
ΜΕΛΙΣΣΑΝΘΗ
Όσο πιο πολύ γράφω, τόσο η σιωπή μοιάζει να με καταβροχθίζει
C.K. Williams
-Γιώργης Παυλόπουλος, «Η σιωπή»
Στην Αυγή – Άννα Μάγγελ
Η Σιωπή είναι μια άγνωστη
που έρχεται τη νύχτα.
Ανεβαίνει τη σκάλα
χωρίς νʼ ακούγονται πατήματα
μπαίνει στην κάμαρα
και κάθεται στο κρεβάτι μου.
Μου φοράει το δαχτυλίδι της
και με φιλεί στο στόμα.
Τη γδύνω.
Μου δίνει τότε τις βελόνες
και τα τρία χρώματα
το κόκκινο το μαύρο και το κίτρινο.
Κι αρχίζω να κεντάω
πάνω στο δέρμα της
όλα όσα δε σου είπα
και ποτέ πια δε θα σου πω.
(Λίγος άμμος)
Παίρνουν τα λόγια μου και τα κάνουν πουλιά
Τα σκορπίζουν στους τέσσερις ανέμους
Κι αγνώριστα ξαναγυρίζουν σε μένα
Με τσακισμένα φτερά
Πρέπει να σωπάσω
ΜΗΝΑΣ ΔΗΜΑΚΗΣ: ΠΟΡΕΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ
Πηγή: https://itzikas.wordpress.com















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου