Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2021

Ο θείος 3

 


Του αφαίρεσαν το στομάχι γιατί είχε καεί το μισό από το πιοτό. Ξυπνούσε το πρωί και πήγαινε στον καφενέ. Έριχνε μέσα του ένα κιλό ρετσίνα για πλάκα. Στάνιαρε, γυρνούσε σπίτι ή πήγαινε στη δουλειά του. 

Τα χέρια του έτρεμαν, δουλειά δύσκολα μπορούσε να κρατήσει. Αριστερός ξέροντας γιατί. Μια χρονιά που η γιαγιά μου η Ευτυχία ήθελε να πάει να ψηφίσει Καραμανλή επειδή είχε ωραία φρύδια, ο θείος τής έκρυψε το εκλογικό βιβλιάριο. Η γιαγιά έψαχνε, έψαχνε, τελικά δεν πήγε να ψηφίσει. Ο θείος μάς το έλεγε μετά και γελούσαμε. 

Ο θείος με το χιούμορ. Ο θείος ο πιο ευαίσθητος. Ο θείος ο πιο βαθύς. 

Μετά το κόψιμο του στομαχιού ο γιατρός του είχε πει να αρχίσει να τρώει μία κουταλιά σούπα, σιγά σιγά δύο και ούτω καθεξής μέχρι να μεγαλώσει πάλι το στομάχι. Ο θείος, μόλις το στομάχι του μεγάλωσε συνέχισε το δρομολόγιο για τον καφενέ. Αντί για σούπα, ρετσίνα.

Αλκοολικός. παλιά φοβόμουν να πω τη λέξη. Επίσης δεν μιλούσα πολύ γι' αυτόν στα παιδιά μου γιατί φοβόμουν μήπως τα επηρεάσω. Καμιά φορά η ταμπέλα που σου βάζουν λειτουργεί ως στοιχείο καθοριστικό. 

Με έπαιρνε πολύ συχνά τηλέφωνο και μιλούσαμε για τους καημούς μας. Όταν ήγαινα να τον δω, πολλές φορές τον έβρισκα στο καφενείο και τον έπαιρνα σπίτι. Και δεν ντρεπόμουνα καθόλου τον αλκοολισμό του και τι θα πουν οι άλλοι, γιατί τον αγαπούσα. 

Θυμάμαι ακόμα τα γέλια μου που παίξαμε ένα μαξιλαροπόλεμο όταν ήμουν μικρή. Τόσο μικρή που χοροπηδούσα ανεβασμένη στο κρεβάτι. Έξι; Εφτά; 

Όταν πέθανε, πήγα να αποχαιρετήσω το κρεβάτι του. Τι να σκέφτηκα; Ότι η ψυχή του ήταν ακόμα εκεί; Δίπλα στο κομοδίνο είχε δύο βιβλία. 

Ο θείος μου που διάβαζε. 

Το "Να ζεις, να αγαπάς, να μαθαίνεις" και το "Λεωφορείο 9 για τον Παράδεισο". 

Αυτά που εφάρμοζε και εφάρμοσε στη ζωή του ο θείος. 

Τα έκλεψα. 



Ο θείος 2

 


Ο θείος αυτός με ρώτησε να θέλω δώρο στο γάμο μου ένα σίδερο και μια σιδερώστρα. Του είπα ναι. Ποτέ δεν έλαβα ούτε σίδερο ούτε σιδερώστρα. Τον δικαιολόγησα γιατί πάντα ήταν άφραγκος. Τον αγαπούσα όμως   επειδή η φτιαξιά του και κυρίως η φωνή του μου θύμιζε ανεπαίσθητα (όσο μπορεί ένα πεντάχρονο να κρατήσει μνήμη από μια φωνή) τη φωνή του πατέρα μου. Του κρατούσα και μια κακία: κάποιος μου είχε φέρει μπαλόνια και εγώ τα ανέμιζα περήφανη. Ο θείος μού τα έσκασε με την κάφτρα του τσιγάρου του και γελούσε. Δεν θυμάμαι αν έκλαψα τότε, ακόμα όμως θυμάμαι τη στενοχώρια μου και τα νεύρα που του είχα από εκεί και μετά.

Η κάφτρα του τσιγάρου του, έπαιξε τραγικό ρόλο αργότερα. Μεγαλώνοντας εκδήλωσε άνοια. Μια μέρα που ήταν κλειδωμένος σπίτι, η κάφτρα έπεσε πάνω του και ο θείος πήρε φωτιά. Τον βρήκαν καμένο μπροστά στο παράθυρο καθώς προσπαθούσε να το ανοίξει.  

Ο θείος 1

 



Σήμερα θυμήθηκα τους τρεις θείους. 

Ο ένας που ζούσε πιο κοντά μου ήταν τόσο περήφανος για μένα επειδή ήμουν έξυπνη και όμορφη, που ήθελε να είμαι κόρη του. Είχαμε τα ίδια μάτια, τα ίδια χρώματα. Μια μέρα ήμουνα δεν ήμουνα δώδεκα- δεκατρίω χρονώ βγήκα στο πεζοδρόμιο με σορτσάκι και μου έκανε παρατήρηση. Να μη βγαίνω με τα πόδια έξω. Μία ώρα με συμβούλευε και καλά, εγώ να τρώγωμαι και να θέλω να σταματήσει να μη μιλάει πια, σιχαίνομαι να με μαλώνουν και επιπλέον καθόλου κακό δεν έβρισκα το να φοράω σορτσάκι το καλοκαίρι- κι εκείνος με έπρηξε τόσο που ακόμα όταν φέρνω στο νου μου εκείνη τη στιγμή, με πιάνει η ίδια δυσφορία. 

Με αγαπούσε πολύ ωστόσο... Στο γάμο μου εκτός από τις πετσέτες που μου έστειλε δώρο οι γυναίκα του και θεία μου, εκείνος μου έχωσε στο χέρι ένα πεντοχίλιαρο στα κρυφά. Από εκεί και πέρα ερχόταν σπίτι μας και πήγαινα κι εγώ πολλές φορές στο δικό του. 

Τον είδα τελευταία φορά στο νοσοκομείο. Μια λευχαιμία τον έστειλε στα γρήγορα. Μπήκα με μάσκα. Μιλήσαμε. Ένιωθε αδύναμος. Ο βράχος μου. Ο πατέρας αντί για τον πατέρα μου. 

"Άντε, φύγε, τώρα," μου είπε. "Πήγαινε... Θέλω να κοιμηθώ... Μονάχα όταν κοιμάται ξεκουράζεται ο άνθρωπος".

Λέξη λέξη αυτά είπε. 

Τρόμαξα πολύ τα λόγια του. Τα θεώρησα σημαδιακά. 

Την άλλη μέρα, η ξαδέρφη μας πήρε τηλέφωνο. 

"Ο πατέρας μου έφυγε", είπε. 

"Κοιμήθηκε", έπρεπε να της πω εγώ. 

Ποτέ δεν το είπα. 




Υ.Γ. Τα τσιγγανάκια μου χτυπάνε το κουδούνι .Θέλουν να πουν τα κάλαντα των Φώτων. Τα καημένα τα κάλαντα τα κατακρεουργούνε. Τα άφησα να χτυπάνε γιατί στην τσάντα μου είχα μόνο είκοσι λεπτά. Ντράπηκα να τους δώσω μόνο τόσα. Έτσι κι αλλιώς την πρωτοχρονιά τους έδωσα μπόλικα. Παρόλα αυτά, νιώθω κάπως ένοχη. Φαντάζομαι την απογοήτευσή τους που δεν άνοιγα. Δεν θέλω να στενοχωρώ κανέναν. Ούτε τα τσιγγανάκια μου. 

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2021

Ποιος έφαγε, από τη βασιλόπιτα, το κομμάτι που λείπει

 


Καλή καινούργια χρονιά!

Δεν έχω και πολλή όρεξη σήμερα... 

  1. Φταίει η βεγγέρα που θα πάω το μεσημέρι και εκεί θα συναντήσω ανθρώπους που δεν θα έκανα ποτέ παρέα. 
  2. Φταίει η πίτα που έχω υποσχεθεί να πάω στη βεγγέρα, αλλά βαριέμαι να τη φτιάξω. 
  3. Φταίει που κοιμόσουνα χτες και δεν άκουσες το τηλέφωνο. 
  4. Φταίει που το πρόγραμμα ήχου για το μικρόφωνο που αγόρασα, δεν λειτουργεί. 
  5. Φταίει που όλη τη νύχτα στις δύο, στις τρεις, στις τέσσερεις, στις εφτά, έχονταν μηνύματα για χρόνια πολλά και με ξυπνούσαν. 
  6. Φταίει η αδερφή μου που μου ζήτησε να μην χαμηλώνω τις νύχτες τον ήχο του τηλεφώνου, μήπως πάθει τίποτα και χρειαστεί να με πάρει. 
  7. Φταίει που επειδή το πρωί βαριόμουνα να σηκωθώ από το κρεβάτι, άργησα να φτιάξω καφέ και πρόλαβε να με πιάσει πονοκέφαλος. 
  8. Φταίει που ενώ κωλοχτυπιέμαι με μια δίαιτα δεκαπέντε μέρες, σήμερα θα φάω βασιλόπιτα και αύριο δεν θα τολμάω να ζυγιστώ. 
  9. Φταίει που ενώ μέσα στο ψυγείο έχω ωραία πορτοκάλια και στα δέντρα μου έξω κρέμονται ωραία μανταρίνια εγώ με τη δίαιτα απαγορεύεται να τα αγίξω μέχρι να χάσω δέκα καταραμένα κιλά. 

Ωραία. Εκτονώθηκα τώρα. 

Ας τα πάρουμε από την αρχή. 

  1. Στη βεγγέρα θα πάω γιατί θα συναντήσω και ανθρώπους που περνάω μαζί τους καλά. 
  2. Την πίτα θα την φτιάξω γιατί θέλω να αποδείξω και σε μένα και στους άλλους ότι φτιάχνω καλές πίτες. 
  3. Το ότι δεν άκουσα τη φωνή σου το πρώτο λεπτό της καινούργιας χρονιάς δεν θα πει τίποτα, αφού θα την ακούω όλη τη χρονιά ούτως ή άλλως.
  4. Το πρόγραμμα ήχου θα το παλέψω και θα το καταφέρω κάποια στιγμή που δεν θα έχω άγχος. 
  5. Θα κλείνω τον ήχο του κινητού ώστε να κοιμάμαι και πάλι ήσυχα. 
  6. Η αδελφή μου -αν κάτι συμβεί, που δεν πρόκειται-, ας μάθει να παίρνει στο σταθερό μου.
  7. Πίνω τον καφέ μου, τα αγγεία διεστάλησαν μια χαρά, ο πονοκέφαλος πέρασε. 
  8. Θα φάω τη βασιλόπιτα και η δίαιτα θα πάει μερικές μέρες παραπίσω. Έτσι κι αλλιώς τόσα χρόνια παλεύω να χάσω αυτά τα δέκα κιλά! Ένα κομμάτι βασιλόπιτα μας μάρανε; 
  9. Τα φρούτα από το ψυγείο και από τα δέντρα μου θα τα πάω στο Χαλάνδρι να τα φάνε η Μιμία και τα παιδιά μου. 

Voila!

Να που μια ωραία ημέρα, ανάλαφρα, ξεκινάει!








Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2020

Λατρεύω

 


Απασχολημένη να γράφω για το Κουρδικό, ψαχνω τη βικιπαίδεια, ψάχνω άρθρα να καταλάβω τι συμβαίνει στον κόσμο. Άσχετη από ιστορία, άσχετη από πολιτική. 

Χτυπάει μήνυμα. 

- Κοιμάσαι; 

- 'Όχι.

Χτυπάει κουδούνι. 

- Να τα πούμε; 

- Ναι.

Βιντεοκλίση. 

- Πήρα βιντεοκλίση για να σε δω λίγο... Μετά θα πήξω στη δουλειά.

Όλοι μαζί. Τα τσιγγανάκια και η αγάπη μαζί. 

"Σ' αυτό το σπίτι πούρθαμε πέτρα να μη ραγίσει 

κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια να ζήσει".

Τα τσιγγανάκια δεν το είπαν, τα κάλαντα που λένε είναι φύρδην μίγδην. Το λέω εγώ τώρα. Είναι το σημείο που μου αρέσει καλύτερα. 

Η αγάπη γελάει. Νευριάζει μόνος του για τα κάλαντα γιατί ενώ προσπαθεί να δουλέψει κάθε τόσο έρχονται "να τα πούνε". Φέτος χαίρεται που έχει απαγόρευση και ησυχία.

Μετά φοράει τα ρούχα της δουλειάς. 

Ανοίγει το παράθυρο στο πατάρι. 

Ψιχαλίζει έξω, λέει. 

Λέει κι άλλα. Γελάμε. Φουσκώνει το στομάχι του μπροστά στην κάμερα. Γελάμε. Τον φωτογραφίζω με φουσκωμένο στομάχι. Γελάμε. Θα του στείλω τις αστείες φωτογραφίες του μετά. 

Στη μισή οθόνη το φουσκωμένο του στομάχι στην άλλη μισή εγώ που λύνομαι στα γέλια. 

Βρέχει έξω παραμονή Πρωτοχρονιάς. 

Ομπρέλα πήρες; 

Ίδρωσα. 

Έκανα μπάνιο το πρωί. 

Τι έφαγες;

Σπίτι είσαι; 

Πονάει η μέση μου. 

Έχουμε κοτόσουπα.

Τι κάνεις; 


Λατρεύω. 









Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2020

Πρωινή προσευχή



 Καλημέρα δημιουργική

Πέντε σειρές και αυτό φτάνει για να ξεκινήσει η μέρα καλά

Πρωινό ξύπνημα σε ζεστό διπλό κρεβάτι

Να μπορείς να απλωθείς

Κάτω από πουπουλένιο πάπλωμα

Να νιώθεις πλούσιος άμα τη αφυπνήσει

Η πρώτη σκέψη ευχαριστώ το Θεό για τα πλούτη που μου έχει δώσει

γιατί την ίδια στιγμή που εγώ ξυπνώ στο ζεστό μου κρεβάτι, άνθρωποι κρυώνουν, πεινάνε, διψούν, τουρτουρίζουν στο δρόμους κάτω από χαρτόκουτα κι έχουν κοιμηθεί χωρίς γάλα το βράδυ, και δεν κάνουν δίαιτα γιατί δεν τη χρειάζονται αφού καθημερινά πεινάνε...

Ευχαριστώ το Θεό για τα πλούτη που μου χαρίζει.

Την υγεία μου και την υγεία των δικών μου ανθρώπων

Το σπίτι

Το ζεστό σπίτι, το διπλό κρεβάτι, το πουπουλένιο πάπλωμα

Τους πολύτιμους φίλους μου που υπάρχουν στη ζωή μου

Την αγάπη μου που υπάρχει στη ζωή μου

Το χρήμα που χρειάζομαι για να πορεύομαι

Το μυαλό που μου έδωσε για να σκέφτομαι

Τη δημιουργικότητα που μου χάρισε και που με κάνει ευτυχισμένη

Τον καφέ που πίνω το πρωί 

Όλα αυτά που μπορώ ένα ένα να περιγράψω

Όλα τα δώρα Του Θεού; Του Σύμπαντος; 

Όπως θες πές το. 


Για όλα τα δώρα Σου σε ευχαριστώ. 

Φώτιζε τους ανθρώπους στο Καλό

Άνοιγέ τους τα μάτια στο Καλό

Κάποιοι δεν ξέρουν το δρόμο

Κάποιοι δεν καταλαβαίνουν πόση ευγνωμοσύνη Σου χρωστάνε

"Εγώ ειμί το φως", είπες.  Φώτισέ τους.  

 

«Εγώ ειμί το Φως του κόσμου· ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ΄ έξει το Φως της ζωής» (Ιωάν. η΄ 12).










Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020

Δεξαμενή από μέλι

 


Χτες ήταν η επέτειος του γάμου που είχα κάνει κάποτε. Κοίτα που τελικά δεν το ξεχνάω. Θυμάμαι βέβαια την ημέρα, ξεχνάω ωστόσο τη χρονιά. Η χρονιά είναι συγκεχυμένη στο μυαλό μου. '83; '84;  Δεν με νοιάζει κιόλας. Τι τριάντα, τι σαράντα, τι πενήντα, τι θα πει αν είναι λίγα ή πολλά. 

Για δεύτερο γάμο δεν το βλέπω. Ωστόσο θα ήθελα να ξυπνάω μαζί με κάποιον, κι ύστερα να φεύγει για τη δουλειά του. Και να μένω μόνη στο σπίτι και να τον περιμένω να γυρίσει. Αυτό πολύ θα ήθελα να το ζήσω. 

"Τι όμορφο να σ' αγαπώ και να σε καρτεράω

να σου γλυκαίνω τον καημό, να σε παρηγοράω..."

Αρχέτυπο. 

Ο άντρας στο κυνήγι, η γυναίκα στη σπηλιά να προσέχει τα παιδιά τους. 

Όχι, αυτό δεν το έχω ζήσει ποτέ. Να περιμένω τον άντρα να γυρίσει. 

Όλο έτρεχα στο κυνήγι κι εγώ, όλο δούλευα. 

Θλιβερή ανάμνηση ένας χαλασμένος γάμος. Όπως και να το κάνεις είναι ένα γκρέμισμα. 



Δεξαμενή από μέλι



Κι ύστερα τι θα τα κάνω τόσα φιλιά; 

πολλαπλασιάζονται κι εγώ θέλω να θυμώσω

πλέω σε δεξαμενή από μέλι

τόση γλύκα, Θεέ μου, τόση γλύκα δεν την αντέχω 

τόση γλύκα που από το πρωί γίνεται η μέρα γαλάζια

και τα λουλούδια μοσχοβολούν

τόσο μέλι λιγώνει

τόσα ζαχαρένια λόγια

φοβάμαι για την υγεία μου πια

αφού άγνωστες ουσίες με ποτίζουν

αμφισβητώ την καθαρότητα

ακόμα κι αν η ποιότητα μοιάζει καλή

τι λέω; από καλή καλύτερη

αλλά εγώ θέλω να θυμώσω

θέλω να οργιστώ

να ζηλέψω 

να βρίσω

να ισορροπήσω

καραδοκεί το ζάχαρο βλέπετε.