Κάνω δουλειά στην ταράτσα. Τον ακούω που στριφογυρνάει έξω στο χωράφι. Για κάποιο λόγο ούτε φεύγει, ούτε μπαίνει σπίτι του. Έχω φτιάξει κόλλα για τα πλακάκια και δεν ασχολούμαι μαζί του. Ακούω φωνή:
-Κυρία Έφη..
Παρατάω το μυστρί και σηκώνομαι.
-Καλημέρα...
-Καλημέρα... Θέλετε βοήθεια;
-Όχι, ευχαριστώ.
-Το αυτοκίνητό μου δεν παίρνει μπροστά.
-Θέλεις να κατέβω να βάλουμε τα καλώδια;
-Ναι, σε παρακαλώ.
-Θα κατέβω σε λίγο. Να πλύνω τα χέρια μου κι έρχομαι.
Κολλάω δυο μικρά πλακάκια για να μη μου στεγνώσει η κόλλα, πλένω χέρια και κατεβαίνω. Βάζουμε καλώδια. Το αυτοκίνητό του δεν παίρνει μπροστά με τίποτα.
-Κάτι ηλεκτρικό θα είναι, του λέω. Έχεις οδική βοήθεια;
-Έχω, αλλά να πάρεις εσύ να συνεννοηθείς καλύτερα;
Παίρνω τηλέφωνο την οδική. Όλα εντάξει.
Ανεβαίνω. Σε λίγο τον ακούω να μιλάει. καθώς περιμένει την οδική έχει σταματήσει το γείτονα και τον ρωτάει αν έχει τηλέφωνο κάποιου συνεργείου. Και τα λοιπά και τα λοιπά.
Και αναρωτιέμαι για την πρώτη πρώτη ανασφάλεια αυτού του ανθρώπου την πρώτη πρώτη στιγμή που έφτασε σε μια ξένη χώρα. Πώς να ένιωσε; Και άραγε αυτήν την ανασφάλεια την έχει καλύψει ή ακόμα τη νιώθει; Είναι κοινωνικός από χαρακτήρα ή ψάχνει στηρίγματα; Διακρίνω και μια καχυποψία καθώς και ένα ξεγλύστριμα με μικροψεμματάκια... Η ανασφάλεια που ένιωσε αρχικά (σαν μετανάστης) τον έκανε καχύποπτο; Το ένστικτο επιβίωσης τον ανάγκασε να ξεγλιστράει με αυτόν τον τρόπο; Ή είναι στο χαρακτήρα του;
Κατανοώ ότι κάθε άνθρωπος που αφήνει πατρίδα και συγγενείς και μεταναστεύει σε άγνωστη χώρα, με άγνωστο λεξιλόγιο, με άγνωστα ήθη και έθιμα, πόσο ανασφαλής θα νιώθει. Δεν έχει μόνο το άγχος της επιβίωσης αλλά και της ενσωμάτωσης σε μια καινούργια κουλτούρα (πώς κάνουν οι άλλοι; να μάθω να το κάνω κι εγώ, να με "εγκρίνουν" με κάποιο τρόπο, να μην αναγκαστώ να αλλάξω και πάλι πατρίδα).
Σαφώς ανασφάλεια. Ο προβληματισμός μου είναι αν αυτό σε ακολουθεί υποσυνείδητα σε όλη τη ζωή σου ή αν κάποια στιγμή καταφέρνεις να το καλύψεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου