Δευτέρα 13 Ιουνίου 2016


Λίγο Μελάνι...

(απόσπασμα) 
Λίγο μελάνι καὶ χαρτὶ καὶ λίγοι πάλι στίχοι
εἶναι τὸ μόνο δῶρο μου ὁποὺ θὰ σοῦ χαρίσω...
Καλὰ ποὺ μοῦ ῾δωσε κι αὐτοὺς ἡ ἀκριβή μου τύχη,
γιατὶ ἀλλιῶς δὲ θά ῾ξερα πῶς νὰ σὲ χαιρετήσω.

Γεώργιος Σουρής


Παρασκευή 10 Ιουνίου 2016


Μπέρτολτ Μπρεχτ, Αδυναμίες


Εσύ δεν είχες καμιά.
Εγώ είχα μια.
Αγαπούσα.

Γιάννης Ρίτσος, Η απόγνωση της Πηνελόπης


Δεν είτανε πως δεν τον γνώρισε στο φως της παραστιάς· δεν είταν
τα κουρέλια του επαίτη, η μεταμφίεση,  όχι· καθαρά σημάδια:
η ουλή στο γόνατό του, η ρώμη, η πονηριά στο μάτι. Τρομαγμένη,
ακουμπώντας τη ράχη της στον τοίχο, μια δικαιολογία ζητούσε,
μια προθεσμία ακόμη λίγου χρόνου, να μην απαντήσει,
να μην προδοθεί. Γι’ αυτόν, λοιπόν, είχε ξοδέψει είκοσι χρόνια,
είκοσι χρόνια αναμονής και ονείρων, για τούτον τον άθλιο,
τον αιματόβρεχτο ασπρογένη; Ρίχτηκε άφωνη σε μια καρέκλα,
κοίταξε αργά τους σκοτωμένους μνηστήρες, στο πάτωμα, 
σα να κοιτούσε
νεκρές τις ίδιες της επιθυμίες. Και: «καλωσόρισες», του είπε,
ακούγοντας ξένη, μακρινή, τη φωνή της. Στη γωνιά, ο αργαλειός της
γέμιζε το ταβάνι με καγκελωτές σκιές· κι όσα πουλιά είχε υφάνει
με κόκκινες λαμπρές κλωστές σε πράσινα φυλλώματα, αίφνης,
τούτη τη νύχτα της επιστροφής, γυρίσαν στο σταχτί και μαύρο
χαμοπετώντας στον επίπεδο ουρανό της τελευταίας της 
 καρτερίας.

Μιχάλης Κατσαρός, Θα Σας Αφήσω


Θα σας αφήσω όλους σας να ωρύεσθε
ή ν’ ακουμπάτε ήρεμοι το κεφάλι σας στο
παράθυρο –
θα σας αφήσω να πιέζεστε στα σκαλιά
κι άξαφνα κει να μαρμαρώνετε
ανίδεοι για τις πράξεις σας –
θα σας αφήσω να τρέχετε.
Εγώ ανάμεσα σε ξερά δέντρα και τάφους
με τη σημαία μου ένα κουρέλι
με άνεμο και χωρίς άνεμο
ανάμεσα στο αβέβαιο πλήθος σας
θα περιφέρομαι μόνος –
ένας φλογερός πρίγκηπας-μάγος.

Η ώρα πλησίασε. Θα γκρεμιστούν οι ναοί.
Δεν υπάρχει φωτιά στην καρδιά σας.

Εγώ
ένδοξος
γράφω
σ’ όλα τα όνειρά σας:
Ελευθερία

Ευτυχία Κοσμαδοπούλου, Δώσε ρεύμα


Αυτό ήτανε, λοιπόν. 
Ψήφος δαγκωτή
στην έρημο
κι είναι περήφανη γι' αυτό.
Δυο σκυλιά
μονάχα αλυχτούν στην πόρτα της
κι είναι περήφανη γι' αυτό.
Το ασήκωτο φορτίο
που σήκωνε στους ώμους
ένα πρωί 
το έβαλε κάτω  και το έφαγε
στην αρχή μια μικρή δυσπεψία 
τώρα το έχει χωνέψει 
και το άφησε πίσω της
κάπου διαλύεται στα χωράφια
κι είναι περήφανη και γι' αυτό.





Δευτέρα 6 Ιουνίου 2016



          Αυτό που κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να σου πάρει 
               από την Ε. Κοσμαδοπούλου



Μιλάμε πολλές φορές για απογοήτευση. Τα πράγματα δεν έρχονται όπως τα θέλουμε. Συνηθισμένο. Βομβαρδιζόμαστε από παντού: πρόσφυγες, κρίση, δάνεια, φτώχεια, μετανάστευση των παιδιών μας,
μοναξιά, αποτυχημένοι έρωτες, μεταλλαγμένα προϊόντα, μας ψεκάζουν δε μας ψεκάζουν, τι να ψηφίσω, τι να πιστέψω, τι να αποφασίσω, ποιον καινούργιο τρόπο να βρω για να ζω. 
Να προσαρμόζομαι στις καταστάσεις ή να μείνω σταθερός και να παλεύω; Και αν διαλέξω να παλεύω, για πόσον καιρό θα αντέξω; Έχω δυνάμεις; Το απόθεμα δεν είναι ανεξάντλητο. Η πλάτη κυρτώνει από τα βάρη και τα χρόνια. 
Τότε τι κάνω;


Αφέσου. 
Χαλάρωσε. Δοκίμασε να αφήσεις μερικές σκέψεις, μερικές δύσκολες καταστάσεις που απαιτούν λύση, στα χέρια του Σύμπαντος όπως αφήναμε το χέρι με εμπιστοσύνη  στον πατέρα μας σαν ήμασταν παιδιά. Πίστεψε πως κάποιος υπάρχει που μπορείς να εμπιστευτείς, κάποιος που ξέρει το καλύτερο για εσένα, καλύτερα από εσένα. Αυτό θα σε ξαλαφρώσει και θα εκπλαγείς πώς η λύση στο πρόβλημα που σε απασχολεί έρχεται με έναν μαγικό τρόπο. 

Νιώσε καλύτερα με τον εαυτό σου.
Εν πρώτοις διάκρινε και ελαχιστοποίησε  τις τοξικές καταστάσεις και τους τοξικούς ανθρώπους από τη ζωή σου.  
Εν δευτέροις προσπάθησε να διατηρήσεις ένα κομμάτι ανέπαφο και ακέραιο μέσα σου: Αυτό θα είναι ο τόπος της ξεκούρασής σου. Εκεί επιτρέπεται να μπαίνεις μονάχα εσύ και κανένας άλλος.

Πίστεψε στη δύναμή σου. 
Το να ταξιδεύεις φιλικά με τον άνεμο δε σημαίνει ότι γίνεσαι έρμαιο. Νιώσε πως ο άνεμος διευκολύνει και δυναμώνει την πορεία σου. Η πορεία  κόντρα στη δύναμή του εμποδίζει τα βήματά σου και χάνεις άσκοπα δυνάμεις.
Με την ίδια λογική αν αφεθείς στο κύμα θα σε βγάλει στην ακτή. 
Μην ξεχνάς πως είσαι μοναδικός: Οι σκέψεις σου είναι μοναδικές, τα λάθη που έχεις κάνει έγιναν για να μάθεις  τον εαυτό σου και τα όριά του. Τώρα έχεις τη δύναμη της γνώσης. Τώρα ξέρεις. 

Αγάπησε τη ζωή. 
Η ζωή είναι δώρο. Εκτίμησέ το, προσπάθησε να το χαρείς: μύρισε, άγγιξε, χαμογέλασε, αφέσου στους ήχους, άκουσε: άκουσε το γέλια των ανθρώπων δίπλα σου, τις φωνές τους. Αλήθεια, θυμάσαι πώς είναι το γέλιο των αγαπημένων σου ή πάντα είναι το μυαλό σου τόσο απασχολημένο που δεν το έχεις προσέξει ποτέ;  

Μη φοβάσαι να εκτεθείς. 
Αυτοί που φοβάσαι μήπως  σε κρίνουν αρνητικά είναι ίδιοι με σένα. Αν τρυπηθούν με αγκάθι βγαίνει η ίδια σταγόνα αίμα. Κλαίνε από έρωτα, αφοδεύουν, ροχαλίζουν, ρεύονται με τον ίδιο τρόπο που ρεύεσαι κι εσύ. Η κριτική είναι κάτι που δεν σε αφορά. 


 
Ψάξε τη δύναμη που έχεις μέσα σου.
 Έχεις δύναμη και το ξέρεις. Την έχεις διακρίνει όταν θυμώνεις. Οι κανόνες που έμαθες από την παιδική ηλικία λένε να μην αφήνεσαι στη δύναμη του θυμού σου. Μπορείς να θυμώνεις αλλά δεν μπορείς να κάνεις κακό στο αντικείμενο του θυμού σου. Τι κάνεις; Προσπάθησε να μετατρέψεις τη δύναμη του θυμού. Σε τι μπορεί να μεταλλαχτεί ο θυμός; Σε δημιουργικότητα. Γράψε ένα θυμωμένο γράμμα. Περπάτησε. Κυρίως κράτησε αποστάσεις. Πολλές φορές η απόσταση βοηθάει να αντιληφθούμε το δικό μας ύψος, το ύψος των άλλων και το μέγεθος των καταστάσεων. Και πίστεψέ το: από μακριά τα πάντα φαίνονται μικρότερα. 

"Οι σοφότεροι λανθάνουν", 
έχει πει ο Μαχάτμα Γκάντι. 
Η απογοήτευση και τα λάθη είναι μέρη του Συμπαντικού σχεδίου, μέρος της Μάθησης. Συχνά ανακαλύπτουμε το σωστό βρίσκοντας πρώτα το λάθος. Χρησιμοποίησε τα λάθη σου σαν μπαστούνια για να στηρίζεσαι και να προχωράς. 


Αγκάλιασε τους φόβους σου.
Αναγνώρισέ τους. Παραδέξου τους. Είναι δικοί σου. Περπάτησε μαζί τους. Μίλησε για αυτούς. Απλά μην τους αφήνεις να καταστείλλουν τη δράση σου. "Ο φόβος έχει κάποια χρησιμότητα, η δειλία όμως δεν έχει καμία", είπε πάλι ο Γκάντι.   


Βρες αυτό που σου ταιριάζει.
Βρες κάτι που όταν το κάνεις σε απορροφά τόσο που ξεχνάς την ώρα που περνά. Αυτό είναι η απόδρασή σου από τις σκοτούρες, ο διαλογισμός σου, ο πυρήνας σου. Προσκολλήσου σε αυτό και θα τα δεις όλα να αλλάζουν. Γιατί αυτό που σε κάνει να ξεχνάς τον χρόνο είναι  αυτό που κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να σου πάρει.












Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016


    Ο Ξένος
    (Απόσπασμα)
    Γιάννης Ρίτσος 


    Εἶναι πάντα μιὰ γέννηση – ἔλεγε ὁ Ξένος – / κι ὁ θάνατος μιὰ πρόσθεση, ὄχι ἀφαίρεση. Τίποτα δέ χάνεται... / Γιὰ τοῦτο οἱ ἄντρες, / ὅταν νιώθουν τὸ φόβο ἀπ’ τὴ δουλειά, ἀπ’ τὴ φθορά, ἀπ' τὸ κενό, ἀπ’ τὶς ἐφημερίδες, / ἀπ’ τὴ μνήμη τῶν πολέμων, ἀπ’ τὸ τρίξιμο στὶς κλειδώσεις τῶν δάκτυλών τους / ἤ ἀπ’ τὴν κραυγή τοῦ ἥλιου ποὺ σφηνώνεται μέσα στὰ κόκκαλά τους, / ἁρπάζουν τὶς γυναῖκες ὅπως ἁρπάζουν τὰ κλαδιά ἤ τὶς ρίζες ἑνὸς δέντρου πάνω ἀπ’ τὸ γκρεμό / κ' αἰωροῦνται κεῖ πάνω, σὰ νὰ παλεύουν ἤ νὰ παίζουν μὲ τὸ χάος... // Κ' οἱ γυναῖκες ξέρουν καὶ κλείνουν τὰ μάτια τους, / δέ λένε ὄχι, / περιμένουν∙ / κι ὅταν αὐτοί κοιμοῦνται πάλι ἐκεῖνες ἀγρυπνοῦν∙ / κ' εἶναι κι αὐτοί παιδιά τους ὅπως τὰ παιδιά τους, / θὰ τοὺς μεγαλώσουν κι αὐτούς ὅπως καὶ κεῖνα, / θὰ τοὺς ταΐσουν μὲ τὸ μαστό τους, μὲ τὴ σιωπή τους καὶ μὲ τὴν ἄρνησή τους κάποτε, / θὰ τοὺς ποτίσουν ξανά μὲ τὴ δίψα τῆς ἕνωσης, κ' ἕνα πελώριο κῦμα σκοτεινό / θὰ στρογγυλέψῃ τὴν ὅρμή του κάτω ἀπ' τ' ἀντρικά πλευρά, πανέτοιμο / νὰ χτυπήσῃ κατακούτελα τὰ φράγματα, νὰ σύντριψῃ τὰ φράγματα, / ὥσπου νὰ σβήσῃ στὴν καθημερινή ἀμμουδιά, στὰ μικρά βότσαλα, στὴν κούραση, στὴ λησμοσύνη, / δίχως πολλές φορές νὰ βρῇ νὰ χτυπήσῃ τὸ βράχο, νὰ τιναχτῇ δοξαστικό ψηλά / σὰν ἀντίστροφος καταρράχτης μιᾶς συντριμμένης ἔντασης. // Καὶ πάλι οἱ γυναῖκες, / σὰ νὰ μήν εἶδαν τὸ χαμηλωμένο κῦμα τους, θὰ τοὺς ἀφήσουν νὰ πλαγιάσουν, / θ' ἀσχοληθοῦν μὲ τὶς δουλειές τοῦ σπιτιοῦ, ποὺ κρατᾶνε τὰ μάτια χαμηλωμένα, / θὰ γονατίσουν μπροστά στὴ σκάφη νὰ πιάσουν ἀποβραδίς τὸ προζύμι, / σὰ νὰ μὴν πρόσεξαν τὸ κράνος τῶν ἀντρῶν πούπεσε καταγῆς∙ θὰ τὸ μαζέψουν ἥσυχα κι αὐτό, / σὰ νἄταν μιὰ πήλινη γλάστρα, θὰ φυτέψουν ἀργότερα κεῖ μέσα λουλούδια, / μικρά λουλούδια σπιτικά, κάτι γαλάζια λουλούδια πεντάφυλλα, / θὰ τοὺς μαντάρουν, πλάι στὴ λάμπα, τὰ τσουράπια τους / μὲ κεῖνο τὸ ὑπομονετικό ξύλινο αὐγό θὰ τοὺς μαντάρουν / τὴ χιλιοτρυπημένη ἐμπιστοσύνη τους, γιατι οἱ ἄντρες / πολύ περπατᾶνε, πολύ κουράζονται, πολύ φοβοῦνται, πολύ πολεμᾶνε, / κ' εἶναι λεβέντες μὲ τὰ στριφτά μουστάκια τους, τὶς ἄγριες τρίχες τους, τ' ἄγρια ὄργανά τους, / κ' εἶναι παιδιά, κι οὔτε γνωρίζουνε τὴ δύναμή τους, / μονάχα ἀπὸ καυγάδες καὶ παλληκαριές γνωρίζουν, γιατί αὐτοί / δέν ἔμαθαν τὴν πλήρη ἀναμονή μῆνες καὶ μῆνες, καὶ τὴν ἄλλη χρονιά, / αὐτοί δέ φέρνουν μὲς στὰ σπλάχνα τοὺς τὴ ζωή, δέν τὴν ταΐζουν μὲ τὸ σπλάχνο τους / δέν ἀκοῦνε τὰ βήματα τοῦ ἐπερχόμενου μέσα τους / δέν εἰναι ἡ γῆς, μονάχα ὁ σπόρος ποὺ ρίχνεται στὴ γῆς, κ' ὕστερα ὁ κάματος κι ὁ ὕπνος, / ἕνας ὕπνος πλατύς καὶ βαθύς, δίχως ὄνειρα. Τὰ ὄνειρα πάλι τὰ κρατᾶνε οἱ γυναῖκες, μὰ κάποτε / ἀκοῦνε οἱ ἄντρες μὲς στὸν ὕπνο τους, ἀκοῦνε τὰ ἴδια τους τὰ βήματα μέσα στὸν ὕπνο / σά νὰ σηκώθηκαν σὲ μιὰ πομπή τὰ τέλεια ἀγάλματα, / σά νὰ μιλοῦν οἱ πέτρες, τὰ ποτάμια, τὰ δάση, / κι ὁ γνωρισμένος ὕπνος τους περιβάλλει τὴ γῆ καθὼς ὁ ἀγέρας, / τὴ γῆ μὲ τὶς γυναῖκες, τὰ παιδιά, τοὺς αἰῶνες. / Τοῦτος ὁ ὕπνος / γίνεται ἡ γνωριμία ὅλης της ἔκτασης τοῦ βασιλείου μας, / μιὰ σκάλα ριγμένη μέσα στὸ ἄπειρο, / τὸ μέγα ξύπνημα τῆς ὅλης δύναμής μας μέσα σ' ὅλο τὸ φῶς. // Καὶ τότε στρέφουν οἱ ἄντρες καὶ χαμογελᾶνε κ' ὑπομένουν / μὲ τὴ γαλήνια στάση τοῦ κατωρθωμένου, / σὰ νἄχαν κόψει λίγο πρὶν πάνω στὸ γόνατό τους / ἕνα ποτάμι μὲ τὰ δυό τους χέρια – ἔτσι γαλήνια / τόσο που οἱ γυναῖκες τρομάζουν, / χάνονται στὴν κουζίνα, θυμιάζουν τὰ κονίσματα, / ἑτοιμάζουν φασκόμηλο καὶ βεντοῦζες, / καῖνε μοσχοκάρφια στὴ φλόγα τῆς καντήλας, / ρίχνουν σταγόνες λάδι στὸ ποτήρι τὸ νερό, / σταυρώνουν τὸ ψωμί καὶ τὸ προσκέφαλο!.. // Μὰ ὁ ἴσκιος τῆς ξύλινης σκάλας ἀνεβαίνει πάνω ἀπ’ τὸ ταβάνι, / κ' οἱ πλεξοῦδες τὰ κρεμμύδια σαλεύουν ἀπὸ ἀόρατους ἀνέμους σάν πανιά καραβιῶν ποὺ τοὺς παίρνουν τοὺς ἄντρες τους, / καὶ στὰ κρεμασμένα μπρίκια καθρεφτίζονται ἄγνωστα πρόσωπα τῆς παλιᾶς φαμίλιας που ἐπιστρέφουν, // ὁ σταυρός ὁ χαραγμένος στὸ ζυμάρι ὀρθώνεται, / ὁ ἀσβέστης στὸ λάκκο τῆς αὐλῆς ἀρχίζει νὰ κοχλάζῃ, / οἱ πετεινοί λαλοῦνε ὅλη τη νύχτα / σά νὰ ξημερώνῃ ἑφτά φορές, σά νὰ μή νύχτωσε καθόλου, / καὶ τὰ πρόσωπα τῶν ἀρσενικῶν, ἀκόμη καὶ τῶν πιό μικρῶν ἀγοριῶν, ἀστράφτουν μὲς στὸ βράδυ, / γιομᾶτα πιτσιλιές σουβάδες σά νἄχτιζαν ὁλημερίς μιὰ μεγάλη ἐκκλησία / ὅλο γυμνές κολῶνες καὶ πελώρια παράθυρα / χωρίς χρωματιστά τζάμια, χωρίς εἰκόνες, χωρίς ἐπιτάφιους, / μὲ μιὰ ὑψηλή λευκότητα χωρίς σκιά, χωρίς πληγή, χωρίς θάνατο...
    Ε, εντάξει...
    Τι να πεις...
    Respect.

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2016


Στην παρουσίαση μπορούν να έλθουν: 
Όσοι ΘΈΛΟΥΝ
Όσοι ΜΠΟΡΟΎΝ και 
Όσοι ΑΝΤΈΧΟΥΝ!





      ΑΝΑΠΗΡΙΑ
      Ως γενετική ανωμαλία
      έχει μια γενετική μελαγχολία
      κι είναι αστείο
      που τόσο μεγάλη αναπηρία
      δεν φαίνεται
      στους έξω.
      Ε.Κ.