Τον συναντάς σε συγγενικό γάμο έπειτα από δέκα χρόνια που έχεις να τον δεις κι έπειτα από είκοσι που τον έχεις χωρίσει. Απλώνεις το χέρι. Να μας ζήσουνε. Να μας ζήσουνε λέει κι εκείνος.
Τον κοιτάς κατάματα. Προσπαθείς να αναγνωρίσεις μέσα στα μάτια του κάτι από τον έρωτα που σας ένωνε κάποτε. Κάτι από τους τρομαχτικούς καυγάδες που σας χώρισαν κάποτε. Δεν βρίσκεις τίποτα. Μιλάς, κοιτάς έναν ξένο. Είναι λες και σας σύστησαν εκείνη την ώρα που του άπλωσες το χέρι. Φταίει που κάποτε εκείνος φορούσε γυαλιά κι εσύ όχι, ενώ τώρα συμβαίνει το αντίθετο; Φταίει που εσύ προχώρησες και δεν είσαι πια το υποτακτικό πλάσμα που του είχε παραδοθεί; Φταίει που εκείνος σου μοιάζει τώρα τόσο φτωχός και μικρός; Τον συγχώρησες; Ψιθυρίζει κάτι μέσα σου. Εκείνον τον τότε, όχι. Απλά έχει περάσει τόσος καιρός και έχουν αλλάξει τόσο τα πράγματα, έχεις αλλάξει τόσο κι εσύ που βλέπεις μπροστά σου έναν ξένο με τον οποίο δεν θα ξαναμιλούσες ποτέ, κι ούτε θα ήθελες να τον γνωρίσεις παραπάνω για να τον έχεις στη ζωή σου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου