Σάββατο 11 Ιουλίου 2020

Φεγγάρι






Κοίτα το φεγγάρι! Κοίτα το φεγγάρι! σου φώναζα σαν παιδάκι κάθε λίγο. Το κοιτάω, αλλά να μην τρακάρουμε κιόλας! είπες για να με κάνεις να προσέχω το δρόμο.
Εσύ θα το κοιτάς κι εγώ θα είναι σα να το βλέπω μέσα από σένα, είπα.
Ή μάλλον ήθελα να πω. Δεν τέλειωσα τη φράση. Φοβήθηκα μήπως φανεί πολύ ρομαντική ή ίσως ακουστώ γλυκανάλατη.
Φιλί καληνύχτας στην είσοδο.  Κοίτα πόσα σύκα έχει η συκιά, είπα. Κοίτα τη συκιά, είπες. Έχει ρίξει τον τοίχο.
Μου έδειξες την πόρτα που δεν κλείνει, τον τοίχο που γέρνει, τις ρωγμές που δεν διορθώνονται. Κακιά συκιά, χαλάς την πόρτα της αγάπης μου. Φιλί καληνύχτας. Στείλε όταν φτάσεις. (Εσύ.)  Εντάχει. Φιλάκια. (Εγώ.) Στροφή πίσω. Αυτοκίνητα, φανάρια, κόσμος στα μαγαζιά που πίνει βραδινές μπύρες. Το φεγγάρι από πάνω σύντροφος. Τόσα καλοκαίρια μούχαν φύγει από τα χερια, τραγουδάει το ραδιόφωνο. Πόσα καλοκαίρια σκέφτομαι. Τόσα καλοκαίρια, που δε σ' αγαπούσα, λέει ο Δάκης. Και έρχεται στο μυαλό μου το προσωπό σου με την τούφα που απόψε έπεφτε σκορπισμένη στα δυό. Και ξαφνικά, απέραντη τρυφερότητα έρχεται και με τυλίγει. Κι όλες μου οι αγάπες έχουν γίνει μια. Και θυμάμαι λόγια που έχω πει και λέω σε άλλους, και σκέφτομαι ότι ο μοναδικός παραλείπτης κάθε λόγου μου, θέλω να είσαι εσύ.  Σε σένα είναι που θέλω να απευθύνομαι. Κοίτα το φεγγάρι! Κοίτα το φεγγάρι!Κοίτα πάνω το φεγγάρι που κρέμεται στο κενό, αγάπη μου! Το φεγγάρι μας είδε να φιλιόμαστε. Και δε με νοιαζει καθόλου αν κρατάει μυστικά.
Και η τρυφερότητα με γεμίζει γλύκα. Και σκέφτομαι το Δημήτρη που, χτες, μου έδινε οδηγίες πώς να φωτογραφίσω το φεγγάρι. Και μετά σκέφτομαι το Φώτη που με πήρε τηλέφωνο να με ρωτήσει αν φωτογράφισα το φεγγάρι. Και τον άλλο Δημήτρη που μου είπε πως το φεγγάρι θα έχει έκλειψη. Και τον Αντώνη που θέλει να πάμε στο Δίστομο. Και τη Χρυσούλα που σήμερα με ανακάλυψε από το διαδίκτυο ενώ έχουμε να μιλήσουμε από το Δημοτικό. Και η ώρα έντεκα διασχίζω το Χαλάνδρι και σκέφτομαι τη Μιμία που κοιμάται τέτοια ώρα. Με τα νυχτικούλια της, με μισάνοιχτο στόμα. Ήσυχος ύπνος. Του αναμάρτητου ανθρώπου ο ύπνος. Και σκέφτομαι εσένα την αυριανή μέρα ήσυχο, να τριγυρνάς στο σπίτι σου. Και σκέφτομαι εμένα που κάποιοι με έμαθαν να κρύβομαι, να σκεπάζομαι, να σιωπώ, γιατί είμαι γυναίκα. Και σκέφτομαι το Βασίλη και την Ελίζα, τον Κυριάκο και τη Μελίνα, την Εύη και τον Ιορδάνη, γεμίζω αγάπη για τους φίλους μου, τους αγαπημένους μου, τους ανθρώπους της καρδιάς μου και κοίτα το φεγγάρι αγάπη μου... Εγώ από τη μια που τρέμω τις σιωπές των ανθρώπων, αρχίζω να συνηθίζω όσα μιλάμε κι όσα σωπαίνουμε. Εσύ από την άλλη, μένεις μαζί μου γιατί  έχεις καταλάβει πως νιώθω τον πλούτο της ψυχής σου στο μεγαλείο του. Και νιώθω τη δική σου τρυφερότητα αυτή που φοβάσαι να δείξεις αλλά σου ξεφεύγει και γω τη βλέπω. Κι όταν σου θυμώνω σαγαπάω πάλι μόνο και μόνο γι' αυτήν. Κοίτα το φεγγάρι που στέκεται δίπλα στο φως των φαναριών, αγάπη μου.
Παντού είσαι. Το φεγγάρι μου είσαι. Μεγάλο, γεμάτο, ολόκληρο, φωτεινό, πάνω μου, μπροστά μου, γύρω μου. Είσαι εσύ που με κάνεις να θέλω να γίνω καλύτερη. Εσύ μαλακώνεις την ψυχή μου απέναντι στον κόσμο.
Καληνύχτα. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου