Παρασκευή 6 Μαρτίου 2020

Χορταίνεις ποτέ;










Καταστάλαξα, μάνα... Ακόμα κι αν ξωπίσω μου τρέχει αυτό που μοιάζει ζωή... 
"Πότε θα χορτάσεις, πια;" Σε ακούω ακόμα. Δεν με πιστεύεις,ετσι; 
"Φταίει που δε χορταίνεται η ζωή, μάνα, φταίει που δεν μου φτάνει το λίγο, μη με μαλώνεις", ομολογώ κλαίγοντας. Θέλω μέρες γεμάτες, μάνα, καρδιά που φουσκώνει με τον αγέρα κι ανεβαίνει σαν τους χαρταετούς, θέλω κεφάλι συνεπαρμένο, μάτια χαρούμενα, θέλω φλεγόμενο δέρμα. Δε με πιστεύεις γιατί με ξέρεις: δεν είμαι εγώ για το λίγο, μάνα... "Γιατί τόσο δράμα, απόψε;" ρώτησε το παιδί. Τι καταλαβαίνει κι αυτό, ε, μάνα; Νιούτσικο είναι, παραξενεύεται." Έτσι γεννήθηκα," πρόλαβα να του απαντήσω πριν δει ολοκάθαρα το αληθινό πρόσωπό μου. Μην το τρομάξω, μάνα... Τρομάζω τους ανθρώπους μάνα με το πολύ... Κι εσένα σε τρόμαζα, πες αλήθεια. 
Καταστάλαξα, μα μη με βάλεις να ορκιστώ... 
Καταστάλαξα. Θα πούμε πως χόρτασα. Να, το λέω. Χόρτασα. Χόρτασα.
Κι ας πονάει κάπως αυτή η λέξη.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου