Ολλανδία θλιμμένη
φωτογραφία: Ε. Κοσμαδοπούλου |
1. Amsterdam, Oss, Lunetten, Leerdam, Leerbroek, Hoograven, Maastricht, Utrecht, Overvecht, ατέλειωτο ταξίδι κάτω από τη συννεφιά, μέσα στην ομίχλη, μέσα από φίλους και άλλους, εδώ φιλιούνται τρεις φορές άμα σμίγουν, εδώ όλα σχηματίζουν ένα τείχος που βασίζεται στην απόσταση, εδώ η ζυγαριά κατεβαίνει απ' το αραχνιασμένο ράφι. Μετράς τι έδωσα τι πήρα, ντροπή ο υπολογισμός, σκέφτεσαι, ωστόσο για ποιο λόγο την κατέβασες απ' το ράφι, μωρό μου, αφού ήξερες από πριν ότι θα σε πληγώσει το αποτέλεσμα... Ολλανδία θλιμμένη, Ολλανδία με τον Floris, τον Niel, τον Ιορδάνη, την Εύη, τη Λαμπρινή, την κυρία Γεωργία, τις Σοφίες, την Κούλα και τον Γρήγορη με τις ιστορίες του από τη Σαμοθράκη, τον Φώτη που κέρασε το πιο λουκούλλειο γεύμα στο Leerdam, τη βόλτα στο Οss που στο κινέζικο γεμίσαμε τα πιάτα μας τέσσερις φορές... Μακρύ το κείμενο, κι ας βαριέμαι τα κείμενα τα μακριά, πίνω τον καφέ μου στην υγειά του ψιλόβροχου που σήμερα, ταμάμ, μου ταιριάζει... Να είστε καλά...
2. Εδώ δεν έρχονται ποτέ μόνοι τους. Ίσως μονάχα τον πρώτο καιρό μέχρι να σιγουρέψουνε ότι τα πόδια τους πατάνε καλά. Ύστερα φέρνουνε μαζί τις μανάδες τους, τα μικρά παιδιά τους, τους σκύλους που αγαπάνε, δηλαδή όλα. Δηλαδή με τα ίδια τα χέρια τους ξεσηκώνουν τις ρίζες από το χώμα της γέννας και τις ανεβάζουν στο αεροπλάνο προσεκτικά για να μπορούν να ριζώσουν στην άλλη χώρα. Για τα κλαδιά - παιδιά δεν γίνεται λόγος. Αυτά είναι υποχρεωμένα να ακολουθούν. Έτσι, στη θλιμμένη Ολλανδία, ο Γρηγόρης έφτασε από τη Σαμοθράκη του όταν ήταν 25 χρονών. Αυτόν τον έδιωξε από τη χώρα του η αγάπη. Η αγάπη μπορεί να σε διώξει από παντού. Αντίθετα την κυρα-Γεωργία την έδιωξε το μίσος κι ο φόβος. Και το μίσος από παντού σε διώχνει. Κι ο φόβος το ίδιο. Πενήντα χρόνια στην Ολλανδία ο Γρηγόρης. Κοντά τριάντα η Γεωργία. Οι ρίζες έπιασαν. Παιδιά κι εγγόνια-κλαδιά- φυλλώματα γεννήσανε, κι ίσως ν' ανθίσανε κιόλας.
Να ξεχνάς... Μονάχα αυτό δεν κατάφεραν. Εκείνος ακόμα δακρύζει όταν μιλά για τη χαμένη αγάπη. Εκείνης το μάτι γυαλίζει από τις κακές θύμησες. Παιδιά κι εγγόνια με σπαστή προφορά, τρεις αναγκαστικά γλώσσες, ελληνικά, ολλανδικά και αγγλικά επειδή δεν είναι οι μόνοι που μετανάστευσαν, επειδή τις ρίζες τους πήρανε και Τούρκοι, και Άραβες, και Ρώσοι και Αλβανοί και Πολωνοί και όσοι δεν άντεξαν τα δύσκολα κάθε καρδιάς ή κάθε πατρίδας.
Έτσι, η θλιμμένη Ολλανδία, Γερμανία, Καναδάς, Ελλάδα ή σε όποια χώρα αναμιγνύονται οι πληθυσμοί, γίνεται η χώρα που διαλέγεις κι όχι αυτή που σε διάλεξε.
Κι όλες αυτές οι χώρες είναι θλιμμένες. Γιατί η νοσταλγία είναι κάτι που το κουβαλάει μέσα του ο άνθρωπος. Γιατί η νοσταλγία η άτιμη έχει ένα ελάττωμα που πονάει αλλά που δεν μπορείς να το διώξεις: δεν ξεκολλάει από τις ρίζες.
φωτογραφία: Ε. Κοσμαδοπούλου |