Από το ΣΥΜΠΟΣΙΟ του Πλάτωνα:
Ο λόγος του Αριστοτέλη
«…Τέλος ο Ζευς σκέφτηκε κάτι και
τους λέει: Μου φαίνεται, είπε, πως μηχανεύτηκα έναν τρόπο ώστε και να
διατηρηθούν οι άνθρωποι και να πάψει ο εκτραχηλισμός τους, αφού θα έχουν γίνει
ασθενέστεροι. Τώρα λοιπόν αυτούς, είπε, θα τους κόψω τον καθένα στη μέση, κι
έτσι και ασθενέστεροι θα είναι και χρησιμότεροι σ' εμάς, γιατί θα είναι
πολυπληθέστεροι. Και θα βαδίζουν όρθιοι πάνω στα δύο σκέλη. Αν όμως
εξακολουθήσουν να παρεκτρέπονται και δεν θελήσουν να ησυχάσουν, και πάλι είπε,
θα τους κόψω στα. δύο, ώστε να περπατούν πάνω στο ένα πόδι σα να παίζουν
κουτσό. Αφού τα είπε αυτά, έκοψε τους ανθρώπους στη μέση, όπως εκείνοι που
κόβουν τα μούσμουλα για να τα ξεράνουν, ή όπως εκείνοι που κόβουν τα αβγά με
μια τρίχα. Και όποιον έκοβε, έβαζε τον Απόλλωνα να του γυρίζει το πρόσωπο και
τον μισό λαιμό προς την τομή, ώστε βλέποντας το κόψιμό του να γίνει ο άνθρωπος
φρονιμότερος και τον έβαζε να γιατρέψει και τα άλλα. Αυτός λοιπόν του γύριζε το
πρόσωπο και, τραβώντας από παντού το δέρμα προς αυτό που λέμε τώρα κοιλιά, όπως
τα σουρωτά πουγκιά, το έδενε στη μέση της κοιλιάς αφήνοντας ένα στόμιο, αυτό
που λέμε αφαλό. Και τις άλλες ρυτίδες τις πολλές τις λείαινε και διάρθρωνε τα
στήθη έχοντας ένα όργανο παρόμοιο μ' εκείνο που χρησιμοποιούν οι τσαγκάρηδες
για να λειαίνουν τις ρυτίδες των δερμάτων γύρω από τα καλαπόδια. Άφησε όμως λίγες,
αυτές που βρίσκονται γύρω από την κοιλιά και τον αφαλό, για να αποτελούν
ανάμνηση του παλιού παθήματος. Επειδή λοιπόν η φύση διχοτομήθηκε, ποθώντας το
καθένα το μισό του, πήγαινε μαζί του. Και τυλίγοντας τα χέρια του ο ένας γύρω
από τον άλλον και αγκαλιασμένοι μεταξύ τους, θέλοντας να ξαναενωθούν, πέθαιναν
από την πείνα και την απραξία, γιατί δεν ήθελαν να κάνει τίποτα ο ένας χωρίς
τον άλλον. Και όποτε πέθαινε το ένα από τα δυο μισά και παρέμενε το άλλο,
εκείνο που παρέμενε επιζητούσε άλλο και αγκαλιαζόταν μαζί του, είτε τύχαινε να
είναι το ήμισυ μιας ολόκληρης γυναίκας (αυτό που τώρα ονομάζουμε γυναίκα), είτε
ενός άντρα, και έτσι χάνονταν. Τους λυπήθηκε όμως ο Ζευς και μηχανεύτηκε κάτι
άλλο, μεταθέτοντας τα γεννητικά τους όργανα μπροστά γιατί προηγουμένως τα είχαν
κι αυτά προς τα έξω και η γονιμοποίηση και η γέννηση γινόταν όχι επάνω τους
αλλά στη γη, όπως και στα τζιτζίκια. Τα μετέθεσε λοιπόν έτσι αυτά μπροστά και
έκανε ώστε μ' αυτά να γίνεται η γονιμοποίηση μέσα τους, με το αρσενικό μέσα στο
θηλυκό, ώστε με το αγκάλιασμα, αν τύχει να είναι ανάμεσα σε άντρα και γυναίκα,
να γίνεται γονιμοποίηση και να αναπαράγεται το γένος, ή αν είναι άντρας με
άντρα, να επέρχεται κορεσμός από τη συνουσία και να υπάρχουν παύσεις, και να
στρέφονται στις δουλειές τους και να ασχολούνται με τα διάφορα ζητήματα της
ζωής. Είναι λοιπόν από τόσο παλιά ο έρωτας έμφυτος στους ανθρώπους και τους
επαναφέρει στην αρχαία φύση, και επιχειρεί να κάνει από τα δύο ένα, και να
γιατρέψει την ανθρώπινη φύση. Ο καθένας λοιπόν από μας είναι κομμάτι ανθρώπου,
σαν κομμένος από ένα στα δύο, όπως οι γλώσσες τα ψάρια, κι αναζητεί πάντοτε ο
καθένας το κομμάτι που του λείπει…»