Λιβάδια της αγάπης
χορτασμένοι ίπποι διατρέχουν
μικρά ζιζάνια καραδοκούν
ρουφούν χυμούς ρουφούν χώμα
ρουφούν ζωή
ρουφούν: τι παράξενη λέξη!
Τι λέξεις Θεέ μου!
Τόσες πολλές!
Πρέπει αδιάκοπα να διαλέγεις
Μαρτύριο να διαλέγεις αδιάκοπα λέξεις
Η μάνα μου τελευταία δε μιλούσε καθόλου σχεδόν
Αχ μάνα!
Έχανες που δεν πρόφερες λέξεις όπως διοσμαρί και δεντρολίβανο
του λιβανιού δέντρο
λιβάνι και μύρο
φασκόμηλο και λεβάντα
λέξεις όπως ρίγανη ή γαϊδουράγκαθο
θαλασσινό νερό
κοχύλι
κίτρινο
πράσινο (των λιβαδιών), ξανθό (των χωραφιών καλοκαίρι),
γαλάζιο (ουρανού και θάλασσας)
και μαύρο (της νύχτας)
είναι τα χρώματα του Θεού
ξέχασα
ξέχασα, ναι
το κόκκινο της παπαρούνας
ναι, ο Θεός αγαπά μαζί με τα άλλα και το κόκκινο
εγώ αγαπώ τον καφέ μου το πρωί
αλλά δεν αγαπώ καθόλου το καφέ χρώμα
και βάζω γύρω μου συρματοπλέγματα
μη με λησμόνει
μη με αγγίζει
μη με διαλέγει
μη με διαλέγει
το πλήθος δεν είναι για μένα πια
καμμιά ανάγκη επίδειξης
καμμιά ανάγκη γυναικείας ματαιοδοξίας
μονάχα κείμενα μισοτελειωμένα
και μισο-αρχινημένα
λυπάμαι μάνα που
πολλές λέξεις
άφηνες να σου διαφεύγουνε.
........................................................
Μπορώ να γράφω αιώνια, ξέρεις. Αιώνια. Τι αιώνια λέξη. Είναι κάτι σαν σύνδρομο, ξέρεις. Βλέπω λευκό και θέλω να το γεμίσω. Να το λερώσω; Να το χαρακώσω. Να το σημαδέψω για πάντα. Αιώνια σημάδια μου στον κόσμο αυτό. Εξηγείται. Πολεμώ το θάνατο. Scripta manent και μετά από σένα. Εγώ δε θέλω να αφήσω νυχτικιές στα συρτάρια μου σαν πεθάνω.
Το μόνο που θέλω να αφήσω είναι σημαδεμένα χαρτιά.